Να με προσέχεις 3...Bleeding love
Έντουαρντ ..
Τι περίεργο συναίσθημα που είναι ο έρωτας, δεν ξέρεις από
πού θα σου έρθει και αυτό σε κάνει
ευάλωτο τόσο στους άλλους όσο και στον ίδιο σου τον εαυτό. Το βράδυ δεν
κοιμήθηκα σχεδόν καθόλου, περίμενα με τόση αγωνία να ξημερώσει. Η αλήθεια
ήταν ότι φοβόμουν αν θα με αναγνωρίσει,
αν θα με δεχτεί, αν με θέλει έστω και στο ελάχιστο. Το ξέρω έκανα σαν
δεκαπεντάχρονο που πρωτοερωτεύται αλλά ειλικρινά είναι η πρώτη φορά που είμαι
αντιμέτωπος με κάτι τόσο δυνατό που με κάνει να νιώθω τόσο αδύναμος μπροστά
του. Είμαι 28 χρονών και πρώτη φορά
νιώθω τα πάντα να χάνονται γύρω, οι άλλοι να προχωρούν και εγώ να μένω
στάσιμος, χαμένος μέσα στο όνειρο μου από το οποίο φοβάμαι να βγω, γιατί στην ουσία φοβάμαι την σκληρή πραγματικότητα
και το συναίσθημα της απόρριψης.
Μόλις ξημέρωσε, σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήγα να κάνω
ένα ντουζάκι να χαλαρώσω και να μου
φύγει όλη αυτή η ένταση που με είχε κυριαρχήσει. Έπειτα διάλεξα ένα τζινάκι και
ένα πουκάμισο μπλε και άρχισα να ετοιμάζομαι. Αφού ντύθηκα, ήπια μια γουλιά
καφέ και έφυγα αμέσως για την σχολή της. Κατά την διάρκεια της διαδρομής είχα
βάλει ραδιόφωνο για να χαλαρώσω και τότε ξαφνικά, λες και το είχαν
προγραμματίσει αρχίζει και παίζει το feel του Robbie Williams, δηλώνοντας
ακριβώς τα συναισθήματα που έχω μέσα μου.
Μόλις έφτασα στην σχολή, πάρκαρα το αυτοκίνητο μου και το πρώτο πράγμα που
έκανα, ήταν να πάω να χαιρετήσω τον Ράιλι , άλλωστε αυτός ήταν και η αφορμή
για να έρθω, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ήθελα να δω την Μπέλλα. Καθώς
μπήκα μέσα στην σχολή φοιτητές κάθε λογής προχωρούσαν στους διαδρόμους και ήταν
τόσο δύσκολο να εντοπίσω την Μπέλλα, αν και ήμουν σίγουρος ότι θα
ξεχώριζε, είναι τόσο όμορφη, τόσο μοναδική, τόσο ιδιαίτερη. Ρώτησα έπειτα κάποιον φοιτητή για το που θα βρω τον Ράιλι και μόλις μου είπε,
αμέσως κατευθύνθηκα προς την αίθουσα των καθηγητών.
Αφού χτύπησα την πόρτα, μπήκα μέσα και είδα δυο τρεις
καθηγητές να κάθονται και να συζητούν και τότε εντόπισα τον Ράιλι, ο οποίος
μετά από τόσα χρόνια δεν είχε αλλάξει καθόλου. Κάθισα λιγάκι παράμερα, αφού
μιλούσε με έναν φοιτητή ή φοιτήτρια θα σας γελάσω, ήταν τόσο δύσκολο να
το ξεχωρίσω με αυτά που φορούσε. Φόραγε
μια μακριά, φαρδιά φόρμα, ένα φούτερ φαρδύ με μια κουκούλα από πάνω που σχεδόν κάλυπτε το μισό
πρόσωπο αν και λίγα μαλλιά ξεχώριζαν μέσα από την κουκούλα. Μα καλά αυτό το
παιδί ταμένο το είχαν!!
Περίμενα μέχρι να τελειώσει μαζί του ο Ράιλι, ώσπου είδα το
παιδί να απομακρύνεται και καθώς πέρασε από δίπλα μου έριξε μια έντονη ματιά πάνω μου και δυο καστανά μάτια που μετά
δυσκολίας φαινόντουσαν καρφώθηκαν μέσα στα δικά μου και ένα περίεργο μούδιασμα
ήρθε να διαπεράσει όλο μου το κορμί, σαν να τα είχα ξαναδεί κάπου αυτά τα
καστανά μάτια. Ωστόσο γρήγορα έσκυψε το κεφάλι του και έφυγε από την αίθουσα, σαν να ντράπηκε για κάτι. Εκείνη την ώρα
που έφυγε το παιδί, με πλησίασε ο Ράιλι..
- Έντουαρντ
πόσο χαίρομαι που σε ξαναβλέπω ..
- Και εγώ
Ράιλι, είπα και αγκαλιαστήκαμε..
- Ειλικρινά
δεν περίμενα την σημερινή σου επίσκεψη, με ξάφνιασε αρκετά το χθεσινό τηλεφώνημα.. ,
είπε με έναν ευχάριστο τόνο.
- Είχαμε
την συζήτηση σου χθες με τον Έμμετ και είπα να περάσω να δω πως είσαι, ελπίζω
να μην σε ενοχλώ..
- Όχι και
το συζητάς, χαρά μου που σε βλέπω, ελπίζω να λέγατε καλά λόγια για εμένα, είπε
χαμογελαστός.
- Τα
καλύτερα, είπα και ψιλογελάσαμε και οι δύο.
- Θα με
συγχωρέσεις για ένα δεκάλεπτο, να πάω να τελειώσω μια δουλειά που έχω και μετά
μπορούμε να τα πούμε, δεν σε ενοχλεί έτσι?
- Και το
συζητάς κάνε την δουλειά σου, δεν φτάνει που ήρθα και σε ενόχλησα στον χώρο της
εργασίας σου..
- Μην το λες
αυτό, είχαμε τόσο καιρό να ειδωθούμε, σε κάνα δεκάλεπτο θα είμαι πίσω..
- Βρε
Ράιλι, να σε ρωτήσω κάτι πριν φύγεις?
- Ότι θες,
πες μου..
- Μια
φοιτήτρια Μπέλλα Σουάν, την ξέρεις? Είναι πρωτοετής στο τμήμα?, ρώτησα
προσπαθώντας να κρύψω την αγωνία μου..
- Και
βέβαια την ξέρω, με αυτήν μιλούσα όταν ήρθες, είναι μία από τις καλύτερες
φοιτήτριες μου, είπε και κοκάλωσα ολόκληρος, δεν μπορεί να ήταν αυτή η Μπέλλα
που εγώ γνώρισα.
- Αυτή
ήταν η Μπέλλα Σουάν?, ρώτησα χωρίς να το πιστεύω.
- Ναι, μα
καλά την γνωρίζεις?
- Ναι
είμαστε με τον πατέρα της οικογενειακοί φίλοι.. είπα προσπαθώντας να ξεπεράσω
το σοκ..
- Και καλά
δεν την αναγνώρισες?, ρώτησε απορημένος.
- Δεν την
ήξερα με αυτή την εμφάνιση, για αυτό δεν την αναγνώρισα.., είπα προσπαθώντας να
δικαιολογήσω τα αδικαιολόγητα.
- Εγώ μόνο
με αυτή την εμφάνιση, την ξέρω.. Με συγχωρείς.., είπε και αφού με χτύπησε
φιλικά έφυγε για να τελειώσει την δουλειά την οποία είχε.
Εγώ βγήκα από την αίθουσα και κατευθύνθηκα προς τα έξω για να πάρω λίγο αέρα.
Παρατήρησα γύρω μου κάποια παιδιά να καπνίζουν και έτσι έβγαλα και εγώ ένα
τσιγάρο για να μπορέσω να καλμάρω όλη αυτή την ένταση που είχα. Καθώς
σκεφτόμουν όλα αυτά που συνέβησαν πριν λίγα λεπτά, ξαφνικά η ματιά μου έπεσε
πάνω σε μια γνώριμη φιγούρα, η οποία καθόταν μόνη της πάνω σε ένα πεζούλι και
διάβαζε ένα βιβλίο. Είχε βγάλει την κουκούλα, είχε μαζέψει τα μαλλιά της σε ένα
κότσο και διάβαζε με προσήλωση το βιβλίο το οποίο βρισκόταν στα χέρια της.
Πέταξα το τσιγάρο κάπου πιο πέρα και αποφάσισα να την πλησιάσω.
Καθώς την πλησίασα, στάθηκα μπροστά της και εκείνη σήκωσε
ελάχιστα το πρόσωπο της από το βιβλίο και στάθηκε στα πόδια μου, σιγά σιγά όμως
άρχισε να ανεβάζει το πρόσωπο της και το σώμα της μαζί που πριν λίγο ήταν
καμπουριασμένο και μαζεμένο και με κοίταξε μέσα στα μάτια με ένα έντονο
ξάφνιασμα, σαν να μην πίστευε ότι στεκόμουν μπροστά της.
- Καλημέρα
Δεσποινίς Σουάν, είπα με ένα συγκρατημένο χαμόγελο.
- ΕΕ, κα…
καλημέρα Κύριε Κάλλεν, είπε τραυλίζοντας, τα είχε χάσει εντελώς.
- Τι
κάνετε, πως είσαστε?, ρώτησα με πραγματικό ενδιαφέρον.
- Καλά
είμαι, εσείς πώς είσαστε, τι κάνετε εδώ?, ρώτησε, προσπαθώντας ακόμα να βρει
την ψυχραιμία της. Δεν της περνούσα απαρατήρητος, την αναστάτωνε η παρουσία μου
και αυτό μου έδινε περισσότερο θάρρος και μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση για να
προχωρήσω.
- Ήρθα να
επισκεφτώ έναν φίλο μου, είναι καθηγητής
στην σχολή σας, Ράιλι Σταντ, ονομάζεται, τον ξέρετε?
- Ναι, ναι
είναι καθηγητής μου.., είπε και κοίταξε το έδαφος λες και είχε κάτι κακό.
- Ξέρεις
Μπέλλα, θυμήθηκα ότι σπουδάζεις εδώ και ήθελα να σε δω, είπα με περίσσιο
θάρρος, περνώντας από τον πληθυντικό στον ενικό και παίρνοντας την πρωτοβουλία
να της εκφράσω αυτό που ήθελα τόσο πολύ να της πω.
- Εε..
εμένα?, είπε προσπαθώντας να βρει το θάρρος να μιλήσει. Δεν με ένοιαζε η
εμφάνιση της, το ντύσιμο της, δεν με ένοιαζε ακόμα και έτσι να κυκλοφορεί δίπλα
μου, αρκεί να ήταν δίπλα μου, πλάι μου.
- Ναι
εσένα, Μπέλλα, δεν σου κρύβω ότι όλο αυτό τον καιρό σε σκεφτόμουν, της είπα
ανοιχτά, χωρίς να κρύβομαι πίσω από το δάκτυλο μου. Εκείνη ξεροκατάπιε και αφού
μου έριξε μια φευγαλέα ματιά, η οποία έκρυβε πόνο, ξανακοίταξε το έδαφος ενώ
έκλεισε το βιβλίο, έτοιμη να φύγει.
- Πρέπει
να φύγω, είπε ενώ σηκώθηκε και πήγε να φύγει, την κράτησα όμως από το αγκώνα
και την γύρισα προς το μέρος μου.
- Μπέλλα
σε παρακαλώ, μην φύγεις, πάμε κάπου να μιλήσουμε.., παρακάλεσα μήπως και
μπορέσω να την κάνω να καταλάβει αλλά τότε με κοίταξε μέσα στα μάτια και το
μόνο που μπορούσα να διακρίνω ήταν τρόμος, φόβος για κάτι αλλά δεν ήξερα τι.
Εμένα φοβόταν, φοβόταν ότι θα της κάνω κακό?
- Κύριε
Κάλλεν, σας παρακαλώ αφήστε με, πρέπει να φύγω, είπε και αφού τράβηξε το χέρι
της από το δικό μου, έφυγε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Πήγα να την ακολουθήσω
αλλά τότε άκουσα την φωνή του Ράιλι από
πίσω μου.
- Που
είσαι βρε Έντουαρντ και σε έψαχνα..
- Συγγνώμη
βρε Ράιλι, απλά βγήκα έξω να κάνω ένα τσιγάρο και να χαιρετήσω την Σουάν..
- Δεν
πειράζει, εγώ τελείωσα, πάμε?
- Ναι, ναι
πάμε.., είπα και φύγαμε από την σχολή ενώ ακόμα ήμουν αναστατωμένος από την
αντιμετώπιση της Μπέλλας, γιατί ήταν έτσι? Που πήγε η γλυκιά και αυθόρμητη
κοπέλα που γνώρισα πριν λίγες μέρες, που χάθηκε?
Μπέλλα
Πριν λίγες μέρες..
Ότι είχα ξυπνήσει και ένα γλυκό χαμόγελο είχε απλωθεί στο
πρόσωπο μου μετά την χθεσινοβραδινή συνάντηση με τον κύριο Κάλλεν, που με έκανε
να πετάω. Η γνωριμία με αυτόν τον άνθρωπο ήταν τόσο ξεχωριστή, τόσο ιδιαίτερη.
Ήταν τόσο γλυκός, τόσο έξυπνος, τόσο ευγενικός και τόσο μα τόσο όμορφος που πραγματικά έμοιαζε με άγγελο. Πρώτη φορά
ένιωθα την καρδιά μου να χτυπά τόσο δυνατά για κάποιον που δεν μπορούσα να το
πιστέψω.
Καθώς σηκώθηκα, ντύθηκα στα γρήγορα, πλύθηκα και κατέβηκα
κάτω να πιω λίγο καφέ για να ξυπνήσω και
να φύγω. Την ώρα που κατέβαινα κάτω, η πόρτα άνοιξε και μέσα μπήκε μια Ρόζαλι η
οποία ήταν κατάκοπη και τρελά εξουθενωμένη
από την χθεσινή κραιπάλη. Χωρίς να της δίνω σημασία, πήγα στην κουζίνα
να φτιάξω καφέ. Άλλωστε όταν είχε ξανασυμβεί αυτό στο παρελθόν και είχα πάει να
την βοηθήσω, μόνο την τσάντα που δεν μου είχε φέρει στο κεφάλι, έτσι και εγώ από τότε την αφήνω στην μοίρα της και
ας κάνει ότι θέλει. Χωρίς καν να με χαιρετήσει ανέβηκε τις σκάλες και έκλεισε
δυνατά την πόρτα πίσω της.
Μετά από κάνα
εικοσάλεπτο και αφού είχα φτιάξει καφέ και καθόμουν στο καναπέ βλέποντας λίγη
τηλεόραση μέχρι να έρθει η στιγμή να φύγω,
άκουσα βήματα στις σκάλες και γύρισα το κεφάλι μου και πραγματικά σάστισα με το θέαμα που έβλεπα.. Η
Ρόζαλι είχε βγάλει τα χθεσινοβραδινά ρούχα της, είχε φορέσει ένα στενό παντελόνι και ένα πουκάμισο που
είχε φροντίσει να ξεκουμπώσει τόσο ώστε να φαίνονται τα πλούσια ελέη της, είχε
βαφτεί όχι ιδιαίτερα έντονα και τα μαλλιά της τα είχε πιάσει ψηλά σε μια
καλοχτενισμένη κοτσίδα. Φαινόταν τόσο φρέσκια, σαν να έχει κοιμηθεί
τουλάχιστον ένα οκτάωρο, πως το
κατάφερνε αυτό ούτε που ξέρω. Πήγε στην κουζίνα και αφού έβαλε καφέ σε μια
κούπα, κάθισε στο τραπέζι και άρχισε να
το πίνει. Τότε αποφάσισα να πάω να της πω για τον Κύριο Κάλλεν που είχε έρθει
χθες. Όταν μπήκα μέσα στην κουζίνα, ούτε καν μου έδωσε σημασία και αφού ήπιε
άλλη μια γουλιά από το καφέ της, πήγε στο νεροχύτη για να το αφήσει..
- Χθες το
βράδυ ήρθε από το σπίτι μας ο Κύριος Κάλλεν, είπα και τότε ακούστηκε ένας
εκκωφαντικός ήχος από το φλιτζάνι που έπεσε μέσα στον νεροχύτη. Αυτό δεν ήταν
καλό σημάδι. Ξαφνικά γύρισε προς το μέρος μου και με κοίταξε με ένα ύφος τόσο
άγριο που ειλικρινά δεν το είχα ξαναδεί, σίγουρα αυτό δεν ήταν καλό σημάδι.
- Ποιος
ήρθε??, ρώτησε ενώ έτρεμε ολόκληρη…
- Ο Κύριος
Κάλλεν, ο εργοδότης σου και σε ζητούσε για ένα φάκελο που χρειαζόταν, είπα όσο
πιο ήρεμα μπορούσα.
- Και γιατί
δεν με ειδοποίησες, με ρώτησε μέσα από τα δόντια της.
- Πρώτον
δεν ξέρω που ήσουν και δεύτερον ο
άνθρωπος βιαζόταν, του έδωσα το φάκελο και έφυγε, είπα με απόλυτη ψυχραιμία αν
και η αλήθεια είναι ότι την φοβόμουν.
- Και τι
φορούσες?, ρώτησε ενώ τα μάτια της είχαν πάρει κυριολεχτικά φωτιά.
- Ένα
σορτσάκι, ένα μπλουζάκι..
- Θες να
μου πεις ότι εμφανίστηκες σχεδόν γυμνή μπροστά στον διευθυντή μου?, είπε με
θυμό ενώ με πλησίαζε με απειλητικά βήματα και εγώ οπισθοχωρούσα γιατί άρχιζα να
τρέμω από το φόβο μου.
- Δεν
ήμουν γυμνή και δεύτερον που να φανταστώ ότι θα έρθει το αφεντικό σου
βραδιάτικα, είπα προσπαθώντας να υπερασπιστώ
τον εαυτό μου.
- Άστα
αυτά παλιοπουτανάκι, σου άρεσε και είπες να εμφανιστείς μπροστά του έτσι γυμνή
μήπως και τον τυλίξεις, είπε σχεδόν ουρλιάζοντας.
- Και που
να ξέρω ότι το αφεντικό σου ήταν έξω από την πόρτα μας, ότι είχα βγει από το
μπάνιο, είπα και όπως περπατούσα προς τα πίσω έπιασα τοίχο και η καρδιά μου
κόντευε να διαλυθεί από τον τρόμο.
- Άσε τις
δικαιολογίες σε εμένα παλιοθήλυκο που έχεις και θράσος και μιλάς, είπε και τότε
μου έδωσε ένα τόσο δυνατό χαστούκι που με έκανε να πέσω κάτω..
- Μην
ξανατολμήσεις να πλησιάσεις το αφεντικό μου γιατί θα έχουμε πολύ κακά
ξεμπερδέματα. Το αφεντικό μου δεν είναι για τα μούτρα σου, απορώ πως τόλμησες
εσύ ένα κακόμοιρο πλάσμα, που δεν έχει
στον ήλιο μοίρα να γυρίσεις να ρίξεις έστω και μια ματιά στο αφεντικό μου, θα
έπρεπε να ντρέπεσαι. Μην τολμήσεις έστω και να τον κοιτάξεις άλλη φορά, γιατί
σου υπόσχομαι ότι θα το πληρώσεις πολύ ακριβά, ασχημομούρα, το κατάλαβες?
- Ναι,
είπα με όση δύναμη μου είπε απομείνει, προσπαθώντας ταυτόχρονα να σηκωθώ από το
πάτωμα.
- Δεν
άκουσα, κατάλαβες τι σου είπα?, είπε με τσιριχτή φωνή ενώ μου έδωσε και από την
άλλη μεριά ένα χαστούκι αλλά ευτυχώς
κρατήθηκα από το έπιπλο έγκαιρα και δεν έπεσα..
- Το
κατάλαβα, είπα με όλη την δύναμη της ψυχής μου και αφού με κοίταξε απαξιωτικά
από πάνω μέχρι κάτω, έφτυσε στο πάτωμα και έφυγε. Την είδα μέσα από τα θολά μου
μάτια από το κλάμα να παίρνει την τσάντα της και να εξαφανίζεται από το σπίτι.
Εγώ στηριζόμενη πάνω στο έπιπλο, πήγα σιγά σιγά και κάθισα
στον καναπέ και προσπάθησα να ηρεμήσω. Όλη η χαρά που ένιωσα χθες μετατράπηκε
σε θλίψη, σε πόνο και σε φόβο, φόβο για να μην νιώσω τίποτα για αυτόν τον
άνθρωπο. Από την πρώτη στιγμή ένιωσα μια ιδιαίτερη έλξη για αυτόν, τώρα όμως
είναι σαν να μπαίνει ένας τοίχος μπροστά μου και με προειδοποιεί ότι αν τολμήσω
έστω και στο ελάχιστο να ερωτευτώ τον Κύριο Κάλλεν μόνο εμπόδια θα βρίσκω.
Γιατί στην ζωή μου κάθε φορά που προσπαθώ να ανοίξω τα φτερά μου, κάποιος μου
τα κόβει πριν ακόμα τολμήσω να τα ανοίξω.
Σήμερα ..
Μόλις τον είδα στο γραφείο των καθηγητών, τόσο αεράτο, τόσο
φρέσκο και όμορφο έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου, δεν το περίμενα να τον
ξαναδώ μπροστά μου. Πέρασα από δίπλα του με κοίταξε για λίγο αλλά δεν με
αναγνώρισε και αυτό με πλήγωσε πολύ αλλά ίσως και καλύτερα, γιατί πρέπει να τον
ξεχάσω εντελώς. Τι έκανε όμως εδώ? Εμένα έψαχνε?? Αν έψαχνε εμένα, τι έκανε
στην αίθουσα των καθηγητών?
Είχα τόσο την ανάγκη να απομονωθώ από όλους και από όλα και
έτσι αποφάσισα να καθίσω σε ένα πεζούλι παράμερα για να διαβάσω ένα βιβλίο.
Εκεί που με είχε συνεπάρει η ιστορία ξαφνικά ένας άντρας εμφανίστηκε μπροστά
μου και άρχιζα να ανεβάζω το πρόσωπο μου ώσπου συνάντησα τα μάτια του που ήταν
σαν δύο πράσινες, λαμπερές χάντρες. Δεν
το πίστευα ότι στεκόταν εδώ μπροστά μου.
Η αμηχανία μου, μπροστά του δεν μπορούσε να κρυφτεί και αυτό φαινόταν
καθαρά , ωστόσο προσπάθησα με τα πολλά να ηρεμήσω και να μάθω τον λόγο της παρουσίας
του εδώ στην σχολή . Όταν όμως μου είπε ότι είχε έρθει για να επισκεφτεί τον καθηγητή μας
τον κύριο Στάντ , απογοητεύτηκα γιατί για κάποια στιγμή μου είχε περάσει η σκέψη ότι
είχε έρθει για εμένα , αλλά πόσο λάθος έκανα. Σιγά μην ερχόταν για εμένα , τι
να την κάνει μια ασχημομούρα, ένας τέτοιος άντρας που θα μπορούσε να έχει στα
πόδια του όποια γυναίκα ήθελε.
Όταν όμως μου είπε ότι θυμήθηκε ότι σπουδάζω εδώ και ήθελε
να με δει , μου κόπηκαν τα πόδια και μια ελπίδα ήρθε να γεννηθεί ξανά μέσα μου.
Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό μου είπε και δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που ακολούθησε
, τον Έντουαρντ να μου εξομολογείται ότι με σκεφτόταν. Εκείνη την στιγμή ένιωσα την καρδιά μου να
χτυπά τόσο δυνατά που ήταν έτοιμη να φύγει από την θέση της. Ο λαιμός μου είχε
ξεραθεί και όλο το σώμα μου είχε μουδιάσει . Τότε ξαφνικά εκεί που έμοιαζαν όλα
τόσο όμορφα , η εικόνα της Ρόζαλι να με απειλεί ήρθε να τρυπήσει το μυαλό μου
και η συνεχόμενη επανάληψη της έκανε το κεφάλι να πονάει οικτρά . Δεν υπήρχε εναλλακτική
λύση , έπρεπε να φύγω από εκεί όσο το δυνατόν νωρίτερα. Δεν υπήρχαν περιθώρια ,
υπο άλλες περιστάσεις θα καθόμουν εκεί ή θα πήγαινα μαζί του κάπου να μιλήσουμε , τώρα όμως όλα είναι τόσο δύσκολα .Έτσι και εγώ έκανα αυτό που έπρεπε , έφυγα
από εκεί τρέχοντας για να μπορέσω να ξεφύγω από όλη αυτή την ελπίδα ότι ο
Έντουαρντ με θέλει , γιατί το μόνο που μου προκαλεί είναι πόνος.
Μετά την σχολή ,γύρισα κατευθείαν στο σπίτι μου και με
ταχύτητας φωτός πήγα στο δωμάτιο μου και κλείστηκα εκεί. Ένιωσα τα πρώτα δάκρυα
να έρχονται και δεν αντιστάθηκα, ήθελα να κλάψω, ήθελα να ξεσπάσω όλο τον πόνο
που ένιωθα. Εγώ γιατί να μην μπορώ να ζήσω τον έρωτα όπως θέλω εγώ και μου
καθορίζουν την ζωή όπως θέλουν οι άλλοι,
γιατί, μου λέτε, γιατί?
Έντουαρντ …
Εδώ και λίγες μέρες
προσπαθούσα να τα βάλω όλα σε μια τάξη, να δω τι την έκανε να με απορρίψει, τι
την έκανε να φύγει εκείνη την ημέρα. Ήξερα ότι με ήθελε, αυτό μπορούσα να το
διακρίνω μέσα από τις εκφράσεις της αλλά κάτι την εμπόδιζε και δεν ήξερα τι,
δεν μου άφησε κανένα περιθώριο εκείνη την ημέρα. Καθώς μελετούσα κάτι
προϋπολογισμούς, ξαφνικά άρχισα να ακούω κάτι φωνές απέξω από οικείες φωνές και
αμέσως σηκώθηκα για να πάω έξω να δω τι συμβαίνει. Μόλις βγήκα έξω αυτό που
αντίκρισα με άφησε άφωνο. Η Ρόζαλι με το
χέρι ανεβασμένο, έτοιμο να δώσει χαστούκι στην Μπέλλα που ήταν απέναντι της.
- Θα
μπορούσε να μου πει κάποια τι ακριβώς συμβαίνει εδώ?, είπα με νευριασμένη φωνή
και αμέσως και οι δύο γύρισαν σαστισμένες προς το μέρος μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου