Κυριακή 4 Μαρτίου 2012


Damned love 15 … Επικίνδυνος έρωτας



Αυτή η νύχτα ήταν η πιο όμορφη νύχτα που έχω ζήσει, αλλά συνάμα η πιο λάθος και η πιο παράνομη που θα μπορούσε να υπάρξει. Έκανα έρωτα με μια γυναίκα που δεν έπρεπε, μια γυναίκα που ανήκει σε κάποιον άλλον και αυτός ο άλλος είναι ο δεύτερος πατέρας μου και εγώ τι έκανα? Τον πρόδωσα με το χειρότερο τρόπο. Πήγα μαζί της και δεν ένιωσα καμιά ενοχή, καθόλου τύψεις, αντίθετα ένιωσα να λυτρώνομαι, να ξαναγεννιέμαι, να νιώσω ξανά ζωντανός. Αυτή η γυναίκα με έκανε να δω τον έρωτα, τον πραγματικό, τον αληθινό, τον έρωτα που σε κάνει να θυσιάζεις τα πάντα στον βωμό του και να παραδίνεσαι άνευ όρων. Γιατί έπρεπε να ήταν αυτή η γυναίκα, γιατί να μην ήταν μια οποιαδήποτε άλλη, που δεν θα άνηκε σε άλλον και δη στον Καρλάιλ, γιατί??

Είχε ξημερώσει, μετά από ένα ολόκληρο βράδυ που δεν την αποχωρίστηκα ούτε για ένα λεπτό από την αγκαλιά μου, ένιωθα ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο. Κατά την διάρκεια της νύχτας μεταφερθήκαμε στο δωμάτιο μου και συνεχίσαμε αυτό που είχαμε ξεκινήσει πάνω στο πιάνο. Κατά τις πρωινές ώρες η Μπέλλα αποκοιμήθηκε μέσα στην αγκαλιά μου, ενώ εγώ δεν μπορούσα καθόλου να κλείσω μάτι,  η ευτυχία σε συνδυασμό με τις άσχημες σκέψεις που έκανα, με άφησαν άυπνο.
Την παρατηρούσα που κοιμόταν σαν άγγελος και απλά δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω της. Ωστόσο αποφάσισα να σηκωθώ, να πάω να της φτιάξω πρωινό και να της το φέρω στο κρεβάτι, είμαι σίγουρος ότι θα ενθουσιαστεί... Σηκώθηκα όσο πιο αθόρυβα μπορούσα, φόρεσα μια φόρμα και κατέβηκα κάτω… Έβαλα τον καφέ να φτιάχνεται και άρχισα να φτιάχνω τον δίσκο με ένα σωρό πράγματα. Καθώς ήμουν απορροφημένος , καθώς  έστυβα πορτοκάλια, ένιωσα δύο χέρια να με αγκαλιάζουν και αμέσως   ένα ρίγος  διαπέρασε όλο μου το κορμί,  ενώ ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο μου...

- Μμμ βλέπω κάποιος ξύπνησε με κέφια, είπα και γύρισα προς το μέρος της και εκείνη έσφιξε τα χέρια της γύρω από το κορμί μου φέρνοντας με ακόμα πιο κοντά της.

- Με πολλά κέφια,  επιβεβαίωσε με βαθιά αισθησιακή φωνή καθώς σηκωνόταν στην μύτες των ποδιών της  για να με φιλήσει. Στην αρχή το φιλί της ήταν γλυκό και συνάμα αισθησιακό αλλά όσο το βάθυνε τόσο ένιωθα όλο μου το σώμα να καίγεται για άλλη μια φορά τόσο πολύ που ένιωθα τα πόδια μου να μην με βαστάνε άλλο.

- Δεν χρειαζόταν να σηκωθείς, θα έφερνα  το πρωινό στο κρεβάτι..., είπα με βαθιά δελεαστική φωνή με ελπίδα να γυρίσει στο κρεβάτι ώστε να κάνω την αρχική μου σκέψη πράξη αλλά μόλις παρατήρησα καλύτερα τι φορούσε όλες μου οι σκέψεις πήγανε περίπατο. Δεν φορούσε τίποτα άλλο  παρά μόνο το μισάνοιχτο μπλε πουκάμισο μου και τα μαλλιά της ήταν άλυτα πάνω στους ώμους της, πραγματικά ήταν μια οπτασία.

- Δε σε ένιωθα δίπλα μου και είπα να σηκωθώ, μου είπε χαμογελαστά.

- Και είπες να ρίξεις κάτι αέρινο επάνω σου, της είπα και μόλις της κράτησα το ένα της χέρι,  εκείνη έκανε μια περιστροφή γύρω από τον εαυτό της για να την κοιτάξω καλύτερα, όλα τα μέσα μου αμέσως ένιωσα να εκρήγνυνται. Χριστέ μου τι γυναικάρα είναι αυτή?

- Χμμ είναι βολικό, χαχα, είπε και γελάσαμε και οι δύο.

Δεν άντεξα, την έφερα πιο κοντά μου και την φίλησα. Εκείνη δεν μου αντιστάθηκε ούτε στο ελάχιστο, μπορεί να είχαν περάσει μόνο λίγες ώρες από την ώρα που κάναμε έρωτα αλλά την ήθελα απεγνωσμένα, μετά την αποψινή βραδιά δεν μπορώ να με φανταστώ μακριά της. Την  ανασήκωσα στην αγκαλιά μου και εκείνη παίρνοντας αμέσως το μήνυμα, πέρασε  τα πόδια της γύρω από την μέση μου. Χωρίς να αποχωρίζομαι τα υπέροχα χείλη της, την έβαλα να ακουμπήσει πάνω στο πάγκο, παραμερίζοντας το πρωινό που είχα φτιάξει. Τα χείλη μου άρχισαν να σέρνονται προς τα κάτω και αφού τοποθέτησα τα μαλλιά της από την άλλη μεριά, συνέχισα να σκορπάω φιλιά στον λαιμό της ενώ εκείνη είχε βάλει τα χέρια της μέσα στα μαλλιά μου και έβγαζε ηδονικούς αναστεναγμούς που σε έστελναν στον έβδομο ουρανό... Εκεί που κατέβασα την μια μεριά από το πουκάμισο για να φιλήσω αυτό το υπέροχο ώμο, χτύπησε το κουδούνι και μείναμε και οι δύο αγάλματα. Σήκωσα το πρόσωπο μου και κοίταξα την Μπέλλα, η οποία κυριολεχτικά είχε μείνει...

- Ποιος να είναι?,  ρώτησα απορημένος και συνάμα τρομοκρατημένος.

- Δεν ξέρω αλλά πρέπει να φύγω οπωσδήποτε για να μην με δουν, είπε και υπήρχε φόβος μέσα στα μάτια της.

- Ηρέμησε και όλα θα πάνε καλά, ανταπέδωσα με όση ψυχραιμία μου είχε απομείνει... Άφησα την Μπέλλα και πήγα στο σαλόνι για να δω ποιος είναι και από την κάμερα είδα την Τάνια εξαγριωμένη να περιμένει, Έτρεξα γρήγορα πίσω στην Μπέλλα...

- Ποιος είναι?, ρώτησε με αγωνία.

- Είναι η Τάνια, πήγαινε να κρυφτείς επάνω και θα προσπαθήσω να σε φυγαδέψω, είπα και βοηθώντας την, την κατέβασα από το πάγκο.

- Να μαζέψουμε τα ρούχα από το σαλόνι, μην ξεχνάς ότι εκεί τα αφήσαμε...

- Έχεις δίκιο, πάμε να τα μαζέψουμε και να ανέβεις επάνω γιατί σε λίγο θα γίνει επίμονη και θα νευριάσει. Με την ταχύτητα του φωτός τρέξαμε και οι δύο στο σαλόνι και μαζέψαμε γρήγορα όλα τα  ρούχα...

- Πήγαινε τώρα επάνω, είπα και η Μπέλλα άρχισε να ανεβαίνει τις σκάλες...

- Έντουαρντ, Έντουαρντ, φώναξε.

- Τι είναι?

- Την τσάντα και το παλτό μου...

- Α ναι, που είναι τώρα?, έλεγα τρομοκρατημένος και πήγαινα πάνω κάτω χωρίς σκοπό...

- Έντουαρντ στην κρεμάστρα, μου είπε και μου έδειξε και με το χέρι της.

- Ναι έχεις δίκιο, είπα και αφού τα πήρα στα χέρια μου της τα έδωσα και ανέβηκε επάνω…

- Άντε βρε Έντουαρντ άνοιξε… , φώναξε η Τάνια.

- Ναι τώρα, έρχομαι, είπα και αφού πήγα στην κουζίνα, έβρεξα λιγάκι τα μαλλιά μου για να δείξω ότι  και καλά ετοιμαζόμουν να κάνω μπάνιο, πήρα μια ανάσα και πήγα να ανοίξω...

- Άντε βρε Έντουρντ που ήσουν τόση ώρα?, ρώτησε νευριασμένη και μπήκε μέσα στο σπίτι.

- Συγγνώμη  ετοιμαζόμουν να κάνω ένα μπανάκι αλλά με πρόλαβες. Πώς είσαι? , ρώτησα ειδικά μετά τα χθεσινά που είχαν συμβεί μεταξύ μας.

- Γιατί ρωτάς με αυτό τον τρόπο?, ρώτησε παραξενεμένη ενώ κοιτούσε το χώρο γύρω της λες και καταλάβαινε ότι κάτι έχει συμβεί εδώ μέσα.

- Από ενδιαφέρον βρε αγάπη μου, αμάν όλα ύποπτα σου φαίνονται το τελευταίο καιρό, είπα ήρεμα.

- Εμένα δεν μου φαίνονται ύποπτα, εσύ φέρεσαι ύποπτα τον τελευταίο καιρό, είπε και με κοίταξε με ένα περίεργο ύφος.

- Νομίζω ότι παραλογίζεσαι αγάπη μου, είπα και πήγα να καθίσω για να φανώ ψύχραιμος και άνετος και όπως κάθισα, από κάτω ακριβώς βρισκόταν το εσώρουχο της Μπέλλας και για κάποια στιγμή τα έπαιξα. Όπως το πέταξα χθες, δεν υπολόγισα που πήγε. Αφού πήρα μια ανάσα, ανακάθισα καλύτερα για να μην το δει.

- Δεν παραλογίζομαι καθόλου, είσαι καλά?, με ρώτησε καθώς με έβλεπε κάπως. Απόλυτα φυσικό αφού προσπαθούσα να μην κάνω ούτε μια κίνηση για να μην το δει.

- Ναι καλά είμαι, απλά σηκώθηκα κάπως, κατά άλλα όλα καλά, είπα αδιάφορα...

- Σίγουρα είσαι καλά? Μήπως θέλεις να σου φέρω κάτι?

- Όχι είμαι εντάξει, είπα όσο πιο πειστικά μπορούσα.

- Τέλος πάντων, σχετικά με χθες...

- Χθες ήταν μια άσχημη στιγμή, δεν θέλω να την θυμόμαστε, εντάξει?

- Ίσως φταίω και εγώ, δεν σε έχω συνηθίσει σε τέτοια και  μπορεί να σου ήρθε ξαφνικό, είπε προσπαθώντας να δικαιολογήσει την κατάσταση.

- Άστο αφήσουμε καλύτερα, ότι έγινε έγινε, της ανταπέδωσα γλυκά.

- Έχεις δίκιο ότι έγινε έγινε, είπε και ήρθε και κάθισε πάνω στα πόδια μου, ενώ πέρασε το ένα χέρι της γύρω από τον αυχένα μου και το άλλο το ακουμπούσε πάνω στο στέρνο μου. Τα χείλη της πλησίασαν τα δικά μου και εγώ απλά ήμουν δέσμιος όλων αυτών. Καθώς φιλιόμασταν, ξαφνικά είδα με την άκρη των ματιών μου την Μπέλλα στις σκάλες που με κοιτούσε με ένα βλοσυρό βλέμμα, σαν να μου έλεγε ότι θα το πληρώσω όλο αυτό. Όσο πιο αθόρυβα γινόταν κατέβηκε τις σκάλες, άνοιξε την πόρτα και έφυγε. Αμέσως ένιωσα μια ανακούφιση, τουλάχιστον δεν θα την ανακάλυπτε. Η Τάνια απομάκρυνε τα χείλη της και ένα γλυκό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο της, που οποιοδήποτε άλλον άντρα εκτός από εμένα, αυτήν την στιγμή θα τον συγκινούσε.

- Με αγαπάς?, με ρώτησε και ένιωσα ένα ρίγος να με διαπερνά και οι τύψεις να με χτυπούν ανελέητα. Τι να της έλεγα, ξέρεις δεν σε αγαπώ, έπεσα μέσα στην ίδια μου την παγίδα και είμαι ερωτευμένος με το δόλωμα μου. Πώς θα μπορούσα να της πω κάτι τέτοιο? Πως μπορώ να την πληγώσω με αυτό τον τρόπο? Κάποια στιγμή πρέπει να της μιλήσω, αλλά αν τελικά δεν πρέπει και όλο αυτό που νιώθω για την Μπέλλα είναι μεγάλο λάθος που έχει γυρισμό ή δεν έχει?

- Και βέβαια σε αγαπώ ματάκια μου, της είπα γλυκά και με το χαμόγελο που ήξερα πολύ καλά πως τρελαινόταν για να μπορέσω να την πείσω.

- Και εγώ σε αγαπώ, δεν μπορείς να φανταστείς πόσο?, μου ανταπέδωσε και με ξαναφίλησε και εκείνη την στιγμή ένας  ένα πόνος στο στήθος μου ήρθε να με διαλύσει. Αυτή η καταπληκτική γυναίκα με αγαπάει και εγώ την κοροϊδεύω, την κοροϊδεύω με το χειρότερο τρόπο!!!!

- Ματάκια μου έχω αργήσει για την δουλειά, θα τα πούμε το βράδυ?, με ρώτησε και δεν ήξερα τι να απαντήσω. Την είχα καιρό την Τάνια μακριά μου και δεν μπορώ να συνεχίσω έτσι.

- Ναι οκ, πέρνα από εδώ, είπα για να μην της δώσω και άλλα δικαιώματα.

- Οκ θα τα πούμε το βράδυ, είπε και αφού μου έδωσε ένα φιλί, έφυγε. Μόλις έφυγε προσπάθησα να ηρεμήσω και να βάλω τις σκέψεις μου σε μια σειρά όσο αυτό ήταν δυνατόν.

Έπρεπε να σκεφτώ τι θα κάνω τελικά, θα τα πω όλα στον Καρλάιλ και θα παντρευτώ την Τάνια ή θα συνεχίσω έτσι κοροϊδεύοντας τους πάντες και τα πάντα? Άνοιξα το κινητό μου και πήρα την Μπέλλα αλλά δεν το σήκωνε. Το έκλεισα και την ξαναπήρα αλλά τίποτα!! Αυτό μου έλειπε τώρα να έχει θυμώσει και η Μπέλλα, δεν ξέρω αν μπορώ να το αντέξω και αυτό! Έκανα άλλη μια προσπάθεια, αλλά τίποτα. Που να σε πάρει Μπέλλα, σήκωσε το!! Σηκώθηκα και όπως γύρισα, είδα το κόκκινο εσώρουχο της και ήρθαν στο μυαλό μου όλες οι εικόνες από την χθεσινή μας περιπέτεια και μια αναστάτωση ήρθε και με διέλυσε! Τι έκανα?

Δεν άντεχα άλλο μέσα στο σπίτι, ένιωθα να με πνίγει. Πήρα τηλέφωνο στην εταιρεία ότι θα αργήσω και έτσι φόρεσα ένα φούτερ, τα αθλητικά μου, πήρα το mb3 μου και άρχισα να τρέχω μήπως και πάρω λίγο αέρα και ξεκαθαρίσουν λιγάκι οι σκέψεις μου, δεν άντεχα άλλο!! Αφού έτρεξα αρκετά χιλιόμετρα, γύρισα σπίτι. Η βόλτα όχι μόνο δεν μου έκανε καλό, αλλά αντιθέτως η εικόνα της Μπέλλας να μου λέει «σ’αγαπώ» εμφανιζόταν συνέχεια μπροστά μου και μου θόλωνε το μυαλό. Είδα το κινητό αλλά δεν υπήρχε κανένα μήνυμα και καμιά κλήση. Την ξαναπήρα τηλέφωνο και αυτή την φορά όχι μόνο δεν το σήκωνε, αλλά το είχε και κλειστό. Γαμώτο σου Μπέλλα, δεν θα σε συναντήσω αύριο στην δεξίωση, θα σε συναντήσω και τότε θα τα πούμε!!

Επόμενη ημέρα…

Εδώ και δύο μέρες δεν είχα καμιά επικοινωνία με την Μπέλλα, λες και το έκανε επίτηδες. Σήμερα όμως θα την συναντούσα, δεν μπορούσε να το αποφύγει. Είναι η ετήσια φιλανθρωπία που κάνει η εταιρεία μας για τα παιδιά με καρκίνο και οπωσδήποτε θα συνοδέψει τον Καρλάιλ.

Πέρασα και πήρα την Τάνια από το σπίτι της, η οποία πραγματικά ήταν πολύ όμορφη μέσα στην μαύρη τουαλέτα της, αλλά δεν μπορούσα να δώσω και πολύ σημασία, το μυαλό μου ήταν κολλημένο στην Μπέλλα, ήταν αναγκαίο να της μιλήσω με κάθε τρόπο. Όταν φτάσαμε στο χώρο όπου γινόταν η δεξίωση, ένας ολόκληρος σμήνος από δημοσιογράφους ήταν εκεί και περίμεναν να μας φωτογραφήσουν και να βγάλουν κάποιο λαυράκι, δεν τους άντεχα ούτε στο ελάχιστο! Ευτυχώς τους πέρασα με σχετική ευκολία με το τυπικό «Σας ευχαριστώ που βρίσκεστε εδώ και μας τιμάτε», και μαζί με την Τάνια μπήκαμε μέσα.

Στη δεξίωση είχαν καταφθάσει πολλοί επιχειρηματίες, μεγαλοκαρχαρίες όπως τους λέω εγώ και πολλοί άλλοι! Μίλησα με πολλούς από αυτούς και η Τάνια λόγω της οικογένειας της ήταν πολλή γνωστή και την σεβόντουσαν και έτσι έπαιρνε και αυτή μέρος στις συζητήσεις μας. Ένα από τα πολλά προσόντα της Τάνιας ήταν η εξυπνάδα της και η ικανότητα της στην δουλεία της, ειλικρινά την σεβόμουν και την θαύμαζα για αυτό. Καθώς μιλούσαμε με έναν μεγαλοεπιχειρηματία και συνεργάτη στην εταιρεία, ξαφνικά μέσα στην αίθουσα μπήκαν ο Καρλάιλ αγκαζέ με την Μπέλλα και έμεινα εκστασιασμένος από το θέαμα. Η Μπέλλα έλαμπε μέσα στην κατακόκκινη τουαλέτα της και ήταν τόσο εκθαμβωτική, που αν την δεν την είχα δει εκείνο το πρωινό στην αγκαλιά μου στην κουζίνα, θα έλεγα ότι τόσο λαμπερή δεν πρέπει να έχει υπάρξει ποτέ ξανά. Όλοι οι άντρες που υπήρχαν στο χώρο την κοιτούσα λαίμαργα και δεν μπορούσα να τους αδικήσω, η Μπέλλα ήταν τόσο μα τόσο όμορφη. Η Τάνια δίπλα μου ξερόβηξε και αμέσως πήρα τα μάτια μου από πάνω της.

- Το χε, δε το χε, πάλι τράβηξε όλα τα βλέμματα επάνω της, είπε ειρωνικά η Τάνια και ένιωσα ένα τσίμπημα να με προσπέρνα.

- Αγάπη μου να είσαι σίγουρη ότι δεν έχεις τίποτα να ζηλέψεις από αυτήν, είπα για να την ηρεμήσω και να την κάνω να νιώσει όμορφα.

- Ευτυχώς που έχω και εσένα, μου είπε και με φίλησε και είδα την Μπέλλα που μας κοιτούσε και δεν ξέρω τον λόγο αλλά ένιωσα καλά, που την έκανα να ζηλέψει. Την έκανα να νιώσει όπως νιώθω εγώ όταν την βλέπω με τον Καρλάιλ. Παίζαμε στο ίδιο ρινγκ και δεν ξέρω ποιος από τους δύο θα βγει σώος από όλο αυτό. Αφού αποχωρίστηκαν τα χείλη μας, είδα ότι ο Καρλάιλ με τη Μπέλλα ερχόντουσαν προς το μέρος μας. Πόσο ήθελα να γελάσω με όλη αυτή την κωμωδία που διαδραματιζόταν, τα δυο ζευγάρια θα τα πουν σαν να μην τρέχει τίποτα.

- Έντουαρντ, Τάνια, ήρθαμε και εμείς, είπε ο Καρλάιλ μέσα στην καλή χαρά...

- Καλώς ήρθατε Καρλάιλ, Μπέλλα γοητευμένος, είπα και της φίλησα το χέρι ενώ την κοιτούσα στα μάτια. Το πιο σαγηνευτικό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο της που κυριολεχτικά σε έκανε απλά να υποκλιθείς μπροστά της.

- Σε ευχαριστώ πολύ Έντουαρντ, απάντησε ενώ τράβηξε απαλά το χέρι της από τα χείλη μου γιατί ήξερα, ήμουν σίγουρος για αυτό, ότι δεν μπορεί να μου αντισταθεί.

- Λοιπόν πώς σας φαίνεται, τι λες Έντουαρντ θα μαζέψουμε αρκετά λεφτά φέτος?, ρώτησε με μια περιέργεια ο Καρλάιλ...

- Οπωσδήποτε άλλωστε έχουν μαζευτεί πολλοί μεγαλοκαρχαρίες, που θέλουν να σκορπίσουν τα άχρηστα λεφτά τους για τα μάτια του κόσμου, ώστε να το παίξουν φιλάνθρωποι,  είπα ειρωνικά...

- Έντουαρντ ντροπή, άλλωστε και εγώ την ίδια δουλειά κάνω.

- Μην συγκρίνουμε ανόμοια πράγματα Καρλάιλ, είπα και το εννοούσα αυτό που έλεγα. Ο Καρλάιλ έφτασε εδώ που έφτασε τίμια και πατώντας στα σωστά βήματα, αντίθετα με κάποιους άλλους εδώ μέσα που είχαν πατήσει επί πτωμάτων.

- Υπερβάλλεις νομίζω, τέλος πάντων πάω να μιλήσω σε κάποιους γνωστούς μου και θα τα πούμε σε λίγο...

- Εντάξει Καρλάιλ, τα λέμε σε λίγο, είπα και απομακρύνθηκαν από κοντά μας. Έπρεπε να βρω έναν τρόπο να μιλήσω στην Μπέλλα, αλλά πώς θα μείνουμε μόνοι μας εδώ μέσα, είναι γεμάτο αδιάκριτα βλέμματα. Ένα μάτι να μας πάρει και μετά χαθήκαμε.

Μετά από λίγο...

Η Τάνια μιλούσε με κάποιες γνωστές της και εγώ με κάποιους συνεργάτες από την εταιρεία. Με την Μπέλλα ρίχναμε ματιές ο ένας στον άλλον, αλλά κανένας από τους δύο δεν μπορούσε να κουνήσει βήμα. Κάποια στιγμή την βλέπω που απομακρύνεται από τον Καρλάιλ και πήγαινε προς το μπάνιο. Αυτή ήταν η ευκαιρία, τώρα που ο Καρλάιλ και η Τάνια που είναι απασχολημένοι, θα μπορούσα να της μιλήσω.

- Με συγχωρείτε, είπα στους συνεργάτες που μιλούσα και κατευθύνθηκα προς το μπάνιο. Αφού πρώτα έλεγξα ότι δεν με βλέπει κανένας, μπήκα μέσα… Πήγα στις γυναικείες τουαλέτες και την είδα μέσα να κοιτιέται στο καθρέπτη και να παίρνει ανάσες για να ηρεμήσει. Ευτυχώς όλες οι πόρτες του μπάνιου ήταν ανοιχτές, άρα ήταν ελεύθερο το πεδίο.

- Τι γίνεται λοιπόν Κυρία Κάλλεν, γιατί δεν μας απαντάτε στα τηλέφωνα?, ρώτησα ειρωνικά. Μόλις με αντιλήφθηκε, γύρισε το πρόσωπο της  προς το μέρος μου, έδειχνε τρομοκρατημένη.

- Έντοουαρντ τι θέλεις εδώ?, είπε εξαγριωμένη.

- Σε ρώτησα κάτι και δεν μου απαντάς, επέμενα εγώ.

- Και εγώ σε ρώτησα κάτι και δεν μου απαντάς, αντιγύρισε.

- Μπέλλα πες μου αμέσως γιατί δεν μας βλέπω καλά...

- Μπα, μπα, να και οι απειλές. Άκου να δεις αυτά όχι σε εμένα, αλλά στην μπουμπούκα σου που σε περιμένει έξω, είπε και άρχισε να πουδράρεται για να μην με κοιτά.

- Ώστε αυτό είναι το πρόβλημα σου? Η Τάνια?

- Δικό σου το πρόβλημα, εμένα έπαψε να είναι από προχθές που σας είδα σαν ερωτευμένο ζευγαράκι να φιλιέστε πάνω στο καναπέ. Αχού μωρέ τι ρομαντικό που ήταν?!, ειρωνεύτηκε.

- Ξέρεις ότι είναι η κοπέλα μου, εγώ νομίζεις ότι αισθάνομαι καλύτερα όταν σε βλέπω να είσαι μέσα στις γλύκες με τον Καρλάιλ? Την ρώτησα αλλά δεν μου έδωσε καμία σημασία και αυτό με εξαγρίωσε ακόμα περισσότερο...

- Γαμώτο σου Μπέλλα, εγώ νομίζεις ότι αισθάνομαι καλυτέρα?, της είπα φωναχτά ενώ την έπιασα από το μπράτσο και την γύρισα προς το μέρος μου...

- Με πονάς, είπε μέσα από τα δόντια της, αλλά εγώ δεν πτοήθηκα καθόλου.

- Δεν μου απαντάς, εδώ και δυο μέρες έχω τρελαθεί που δεν απαντάς, της είπα ειλικρινά.

- Ζήλεψα και πολύ μάλιστα, παραδέχτηκε ενώ χαμήλωσε το κεφάλι της προς τα κάτω...

- Αγάπη μου ξέρεις πόσο σε αγαπώ, αλλά είμαστε με άλλους όσο και να μας πονάει αυτό. Νομίζεις ότι είναι για εμένα ευχάριστο να φιλάω κάποια άλλη γυναίκα εκτός από εσένα?

- Δεν είναι?, ρώτησε δύσπιστα.

- Καθόλου ματάκια μου, της  το επιβεβαίωσα και την έφερα τόσο κοντά μου που τα χείλη μας ήταν σε απόσταση αναπνοής. Ήταν ανώφελο να το αποφεύγουμε, τα χείλη μας ενώθηκαν και αμέσως ένοιωθα μια φωτιά να διαπερνά όλο μου το κορμί.

- Μου έλειψες...

- Και εμένα όσο δεν φαντάζεσαι, μου είπε και με φίλησε ακόμα πιο έντονα και σιγά σιγά άρχισα να χάνω την γη κάτω από τα πόδια. Την σήκωσα στην αγκαλιά μου και εκείνη αφού τύλιξε τα πόδια της γύρω από την μέση μου και μάγκωσε τα χέρια της μέσα στα μαλλιά μου, μπήκαμε μέσα σε μια τουαλέτα και αφού έκλεισα την πόρτα δυνατά, την στρίμωξα πάνω στη πόρτα.

- Σε θέλω, κάνε με δική σου, είπε με αισθησιακό και επιτακτικό τρόπο συνάμα και εγώ απλά ήμουν υπηρέτης στη θέληση της.

Την ανασήκωσα λίγο πιο ψηλά και αφού ξεκούμπωσα το παντελόνι μου και το κατέβασα πιο χαμηλά, παραμέρισα το εσώρουχο της και μπήκα μέσα της χωρίς να με νοιάζει τίποτα άλλο. Αμέσως ένιωσα μια λύτρωση που βρέθηκα μέσα της και όλο μου το σώμα παραδόθηκε σε εκείνη. Οι ωθήσεις μου ήταν βαθιές και γρήγορες προσπαθώντας να βγάλω ότι με έπνιγε, ενώ οι αναστεναγμοί της Μπέλλας και τα φιλιά της με έστελναν  στον άλλο κόσμο. Δεν μπορούσα άλλο ένιωθα κάθε σημείο επάνω μου να φωνάζει «Μπέλλα» και να την θέλει  απελπισμένα. Έτσι έκανα τις ωθήσεις μου και άλλο πιο βαθιές και πιο αργές χτυπώντας στο τέρμα της ενώ η Μπέλλα τεντωνόταν και το κορμί της τρανταζόταν ολόκληρο. Η Μπέλλα δεν άντεξε άλλο και ελευθέρωσε ότι την έπνιγε και μετά από λίγο τελείωσα και εγώ βγάζοντας έναν αναστεναγμό. Καθώς προσπαθούσαμε να ξαναβρούμε τις ανάσες μας, ξαφνικά ακούσαμε φωνές και μείναμε κοκαλωμένοι. Έκανα νόημα στην Μπέλλα να κάνει ησυχία μέχρι να φύγουν, αλλά για κακή μας τύχη ήταν δυο καρακάξες είχαν πιάσει το κουτσομπολιό και μάλιστα μιλούσαν για την Μπέλλα. Έκανα νόημα στην Μπέλλα να βγει πρώτη και μετά θα έβρισκα τρόπο να βγω. Αφού συναίνεσε, την άφησα απαλά από την αγκαλιά μου και μόλις έστρωσε  το φόρεμα της και τα μαλλιά της , μου έδωσε ακόμα ένα φιλί και βγήκε όσο πιο προσεχτικά  γινόταν για να μην φανώ.

- Χρυσές μου τι μου κάνετε?, είπε η Μπέλλα και είμαι σίγουρη ότι οι άλλες έμειναν άναυδες βλέποντας την. Εγώ καθώς μιλούσαν  ταχτοποίησα τα ρούχα μου και περίμενα μέχρι να φύγουν.

- Μια χαρά είμαστε, εσύ? Λαμπερή όπως πάντα.., είπε η μια.

- Να σαι καλά χρυσή μου. Πώς σας φαίνεται η δεξίωση?

- Εκπληκτική όπως πάντα...

- Χαίρομαι, τι λέτε να πάμε προς τα έξω σιγά σιγά, θα ξεκινήσουν οι προσφορές...

- Ναι πάμε, είπαν και οι δύο και μετά από λίγο άκουσα μια πόρτα να κλείνει.

Αφού άνοιξα την πόρτα και έλεγξα αν υπήρχε κανένας άλλος μέσα, βγήκα έξω. Ευτυχώς που υπήρχε μια κοινή πόρτα και για τους άντρες και για τις γυναίκες και έτσι κανένας δεν θα μπορούσε να υποψιαστεί από πού βγαίνω. Καθώς βγήκα έξω, πήγα προς το μπαρ να πάρω ένα ποτό για να ηρεμήσω.

- Μια βότκα λεμόνι παρακαλώ, είπα και είδα την Τάνια που κατευθυνόταν προς εμένα. Ωχ έχει γούστο να κατάλαβε!

- Άντε αγάπη μου που ήσουν τόση ώρα...?

- Στο μπάνιο αγάπη μου, που ήθελες να ήμουν?

- Τέλος πάντων έλα, ξεκινάνε οι προσφορές...

- Καλά πήγαινε και μόλις μου φέρουν το ποτό μου έρχομαι και εγώ...

- Οκ, είπε και έφυγε.

- Ορίστε το ποτό σας..., είπε ο μπάρμαν και μου το πρόσφερε.

- Σε ευχαριστώ πολύ, είπα, πήρα το ποτό και πήγα να φύγω.
.
- Συγγνώμη κύριε, είσαστε ο κύριος Μέισεν?, ρώτησε και αμέσως παραξενεύτηκα.

- Ναι γιατί ρωτάς?

- Μια κυρία άφησε αυτό για εσάς..., είπε και μου έδωσε ένα χαρτάκι προσεχτικά χωρίς να αντιληφθεί κανένας την κίνηση του.

- Σε ευχαριστώ πολύ, είπα και έφυγα. Πήγα λίγο πιο κάτω και άνοιξα το χαρτάκι. «Να με περιμένεις το βράδυ στο σπίτι, θα σου έχω μια έκπληξη... Σε αγαπώ πολύ, η γυναίκα με τα κόκκινα και από κάτω είχε το αποτύπωμα το χειλιών της με το κόκκινο κραγιόν» Αυτή η γυναίκα θα με πεθάνει, αυτό είναι το μόνο σίγουρο!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου