Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

Damned love 7...Απρόσκλητος επισκέπτης...

Πόσο ακριβά μπορεί να πληρώσει κάποιος ένα λάθος του παρελθόντος? Πιστέψτε με πολύ ακριβά. Το να παραδίνεσαι στα συναισθήματα και στο πάθος σου πολλές φορές, μπορεί να σε οδηγήσει σε λάθος μονοπάτια. Έτσι και εγώ αφέθηκα στο πάθος και τώρα το πληρώνω πολύ άσχημα.

Πριν χρόνια είχα ξαναπαντρευτεί ένας γέρο, μεγαλοεπιχειρηματία με πολλά λεφτά. Όπως ήταν φυσικό δεν μπορούσα να αντισταθώ και έτσι απλά τον άφησα να πέσει στα δίχτυα μου. Δεν μπορούσα να περάσω όμως τον έγγαμο μου βίο με τον παππού και εκεί που δεν το περίμενα εμφανίστηκε μπροστά μου ο απόλυτος άντρας, τουλάχιστον έτσι πίστευα τότε. Ψηλός, μελαχρινός, με κατάμαυρα σαν το κάρβουνο μάτια, με ένα εκπληκτικό σώμα και στο επάγγελμα επιχειρηματίας, τουλάχιστον όπως ο ίδιος έλεγε και το ονομά του Πέντρο. Στην πραγματικότητα ένα κάθαρμα ήταν και τίποτα άλλο, αφού το μεσαίο του όνομα ήταν σίγουρα απατεώνας ή καλύτερα εκβιαστής. 

Σε σύντομο χρονικό διάστημα τα φτιάξαμε και κάθε μα κάθε μέρα κάναμε σεξ, χωρίς να με νοιάζει τίποτα, το απολάμβανα στο έπακρο. Εκτός από την σαρκική επαφή, τουλάχιστον από την μεριά μου, πίστευα ότι υπήρχε κάτι πιο βαθύ, κάτι πιο ουσιαστικό, αλλά τελικά αποδείχθηκε ότι έκανα μεγάλο λάθος.

Μια μέρα πήγα αν του κάνω έκπληξη στο σπίτι του αλλά τον βρήκα με μια άλλη στο κρεβάτι. Πληγώθηκα ανεπανόρθωτα και τότε ήρθε και το κερασάκι στην τούρτα να συμπληρώσει την δυστυχία μου. Ο τύπος δεν φτάνει που με κεράτωσε, είχε το θράσος να απειλεί ότι θα δείξει φωτογραφίες και βίντεο που είχε στην κατοχή του από τις περιπτύξεις μας στον γέρο και έτσι μου ζητούσε αστρονομικά ποσά για να κρατήσει το στόμα του κλειστό. Εγώ φυσικά δεν ήθελα να χάσω τον γέρο και έτσι βρίσκοντας κάθε ηλίθια δικαιολογία, του έπαιρνα χρήματα και τα έδινα στον Πέντρο με αντάλλαγμα την σιωπή του. Ωστόσο ο μπάρμπας δεν του πολυάρεσε που έπαιρνα τόσα χρήματα και επειδή ήδη με είχε αντικαταστήσει με μια άλλη, μικρότερη μάλιστα, χωρίσαμε και αυτόματα ο Πέντρο σταμάτησε να μου ζητά χρήματα.

Από την στιγμή όμως που παντρεύτηκα τον Καρλάιλ, τα απειλητικά μηνύματα έκαναν ξανά την εμφάνιση τους, με την προειδοποίηση ότι αν δεν του δώσω για αρχή τουλάχιστον 20.000 δολάρια, θα παρουσίαζε τις εικόνες και τα βίντεο στον γέρο ως πρόσφατα γεγονότα. Στην αρχή δεν έδινα και πολύ σημασία, ελπίζοντας να σταματήσει να με πιέζει, αλλά όσο περνά ο καιρός, τόσο γίνεται και πιο πιεστικός και το σημερινό μήνυμα ήρθε να με πανικοβάλει απόλυτα. 

«Αν δεν μου φέρεις μέχρι τις 8, στο γνωστό μέρος τα χρήματα, ο γερούλης σου θα μάθει τα κατορθώματα σου. Δεν έχεις άλλο περιθώριο, μόνο 9 ώρες, ο χρόνος κυλάει εναντίον σου, μην το πάρεις αψήφιστα»

Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ μεγάλο κορόιδο που κάθομαι και ανέχομαι τις απειλές του, αλλά ο φόβος ότι θα χάσω ότι έκτισα μέχρι τώρα με έχει καταβάλει και δεν μπορώ να σκεφτώ λογικά. Έτσι ντύθηκα γρήγορα και ξεκίνησα για το γραφείο του Καρλάιλ, έπρεπε με κάθε τρόπο να βρω χρήματα, έστω και τα μισά για να του βουλώσω για κάποιο διάστημα το στόμα. Το πρόβλημα είναι τι θα πω στον Καρλάιλ, για ποιο λόγο τα ζητάω τα χρήματα και ειδικά τόσα πολλά. Κάποια δικαιολογία θα έβρισκα μέχρι να φτάσω, το μυαλό μου δουλεύει υπερωρίες όταν μιλάμε για ψέματα, κάτι θα βρω, πρέπει να βρω.

Μετά από λίγο και με την δικαιολογία της φιλανθρωπίας, έφτασα στην εταιρεία. Ανέβηκα αμέσως στον όροφο του Καρλάιλ και βρήκα την γραμματέα του, ακριβώς απέξω στο γραφείο της να δουλεύει.

- Καλημέρα Άντζελα, ο Καρλάιλ είναι μέσα?

- Καλημέρα σας, κυρία Κάλλεν , όχι δυστυχώς λείπει σε ένα επαγγελματικό ραντεβού.

- Και ξέρεις αν θα αργήσει?, ρώτησα κάπως αγχωμένα, γιατί χρειαζόμουν άμεσα τα χρήματα.

- Δεν γνωρίζω Κυρία Κάλλεν, , μπορώ να σας εξυπηρετήσω εγώ σε κάτι ?
- Χρειάζομαι κάποιο χρηματικό ποσό άμεσα, μου προέκυψε μια μεγάλη ανάγκη. 

- Θα μπορούσατε να πάτε στον Κύριο Μέισεν, ο οποίος είναι στο γραφείο του, άλλωστε εκείνος διαχειρίζεται τα οικονομικά της εταιρείας. 

- Όχι Άντζελα, άστο δεν πειράζει, θα δω τι θα κάνω, σε ευχαριστώ πολύ.

- Τίποτα, ότι με χρειαστείτε, μπορείτε να μου το ζητήσετε...

- Και πάλι σε ευχαριστώ, καλή σου μέρα.

- Επίσης, είπε και έφυγα αναποφάσιστη για το τι έπρεπε να κάνω. 

Αμάν αυτός ο άνθρωπος όταν τον χρειάζεσαι δεν είναι ποτέ στην θέση του και όταν δεν τον χρειάζεσαι, τον τρως αναγκαστικά στην μάπα. Το να πάω στον Έντουαρντ μετά τα πρωινά γεγονότα είναι τόσο μα τόσο άβολο. Πώς μπορώ να του ζητήσω χάρη και ειδικά ένα τόσο μεγάλο ποσό σαν και αυτό που χρειάζομαι. Βρισκόμουν σε μεγάλο δίλλημα στο τι έπρεπε να κάνω, την απάντηση όμως ήρθε να μου την δώσει ένα μήνυμα. «Ο χρόνος κυλάει εναντίον σου, μην το ξεχνάς» Δεν μπορούσα άλλο να το καθυστερώ, έπρεπε να βρω γρήγορα τα χρήματα ακόμα και αν χρειάζεται να αντιμετωπίσω τον Έντουαρντ.



Κατέβηκα κάτω με αποφασιστικότητα αν και η καρδιά μου είχε κάνει εκατοστάρι και κίνησα προς το γραφείο του Έντουαρντ. Στην είσοδο δεν υπήρχε η γραμματέας του, μάλλον θα την είχε στείλει κάπου, έτσι αφού έστρωσα λιγάκι τα ρούχα μου, πήρα μια βαθιά ανάσα και αφού πήρα το θάρρος που χρειαζόμουν, χτύπησα την πόρτα.

- Ναι περάστε, είπε από μέσα με μια κουρασμένη φωνή. Κοίταξα για λίγο γύρω μου λες και έκανα κάτι παράνομο και φοβόμουν μήπως με δυο και αφού σιγουρεύτηκα ότι δεν ήταν κανείς, άνοιξα την πόρτα.

Χωρίς καν να κοιτάξω τον χώρο γύρω μου, εστίασα την προσοχή μου στον Έντουαρντ, ο οποίος ακόμα δεν είχε σηκώσει το κεφάλι του για να με αντικρύσει. Είχε βγάλει το μαύρο σακάκι και είχε μείνει με το άσπρο πουκάμισο, το οποίο εφάρμοζε υπέροχα πάνω στο κορμί του. Είχε χαλαρώσει την γραβάτα του και τα πρώτα κουμπιά του πουκαμίσου ήταν ξεκούμπωτα, που σε έλκυαν να τα ξεκουμπώσεις όλα και να απολαύσεις αυτό το εξαίσιο κορμί. Καθώς τον παρατηρούσα, εκείνος αφού αναστέναξε, σήκωσε το κεφάλι και μόλις με είδε, ξαφνιάστηκε. Είχε μείνει κυριολεχτικά με το στόμα ανοιχτό, δεν πίστευε ότι ήμουν εγώ μπροστά του. Λογικό ήταν ειδικά μετά από το χαστούκι που του είχα δώσει το πρωί, δεν θα μπορούσε να πιστέψει ότι θα έρθω να τον βρω. Αφού ανοιγόκλεισε τα μάτια του και συνήλθε κάπως, άρχισε να γελάει ασταμάτητα, λες και κάποιος του είχε πει το πιο αστείο ανέκδοτο του κόσμου.

- Θα μπορούσα να μάθω τον λόγο για το οποίο γελάς?, ρώτησα εκνευρισμένα γιατί άρχιζε να μου σπάει τα νεύρα… 

- Συγνώμη, συγνώμη, απλά είναι τόσο αστείο, είπε προσπαθώντας μάταια να σταματήσει το γέλιο του.

- Αστείο? Τι βρίσκεις τόσο αστείο?, είπα ενώ το αίμα μου κόντευε να φτάσει στο κεφάλι μου.

- Το γεγονός ότι μετά τα πρωινά γεγονότα και το δυνατό χαστούκι που μου έδωσες που για κακή μου τύχη μου άφησε σημάδι, έρχεσαι μέσα στο γραφείο μου..., είπε κάπως πιο συγκρατημένος και τότε όντως παρατήρησα το κόκκινο σημάδι πάνω στο μάγουλο του. Μα καλά πόση δύναμη είχα βάλει πια? Πόσο θα ήθελα να πάω κοντά του και να το φιλήσω για να νιώσει καλύτερα. Σοβαρέψου Μπέλλα, σοβαρέψου!

- Σου ζητώ συγνώμη, δεν ήθελα να σου αφήσω σημάδι..., είπα με όση ειλικρίνεια είχα...

- Ξέρεις Μπέλλα, δεν είναι τόσο… Αλλά καλύτερα άστο, δεν έχει σημασία, τι σε έκανε να έρθεις από τα μέρη μας?, είπε γυρίζοντας αυτόματα τα μάτια του προς τα χαρτιά που είχε μπροστά του.

- Θα ήθελα να σου ζητήσω μια χάρη..., είπα με όσο θάρρος μου είχε απομείνει και εκείνος αυτόματα άρχισε να ξεσπά σε δεύτερο κύκλο γέλιων. Α αυτός ο άνθρωπος αρχίζει και γίνεται εκνευριστικός.

- Θα μπορούσα να ρωτήσω γιατί γελάς?, ρώτησα αλλά εκείνος δεν έδωσε καν σημασία και συνέχισε να γελά. Τουλάχιστον παλιότερα στην καλύτερη περίπτωση θα με έβριζε, τώρα γέλιο του, με βγάζει έξω από τα ρούχα μου...

- Αρκετά, νομίζω ότι ανέκτηκα μεγάλη κοροϊδία, είπα εκνευρισμένα και πήγα να φύγω...


- Μπέλλα, περίμενε, είπε και σηκώθηκε, ερχόμενος κοντά μου, γυρνώντας με από την μεριά του... Το άγγιγμα του με ανατρίχιασε ολόκληρη. Ήμασταν μια ανάσα ο ένας από τον άλλον και παρόλο που με είχε νευριάσει, τον ήθελα τόσο πολύ, ήθελα τόσο μα τόσο να ξανανιώσω τα χείλη του πάνω στα δικά του και να γευτώ αυτή την υπέροχη γεύση… Συγκρατήσου, Μπέλλα, συγκρατήσου!!

- Γιατί να περιμένω? Για να δεχτώ και άλλες προσβολές?

- Σου ζητώ χίλια συγγνώμη, δεν ξέρω τι με έπιασε, ήταν λάθος μου, συγχώρεσε με, σε παρακαλώ...

- Καλά, άλλωστε δεν έκανες και τίποτα κακό, σε δικαιολογώ λόγω των πρωινών γεγονότων.

- Σε ευχαριστώ πολύ, θα μου πεις τι με ήθελες?, είπα ήρεμα και συγκρατημένα.

- Βασικά πήγα και στον Καρλάιλ, αλλά δεν ήταν στο γραφεί του και έτσι ήρθα σε εσένα...

- Ναι ο Καρλάιλ πήγε σε ένα επαγγελματικό ραντεβού για να κλείσει μια τεράστια δουλειά... Πες μου λοιπόν τι με ήθελες?, είπε και έφυγε από κοντά μου και ακούμπησε πάνω στο γραφείο, σταυρώνοντας τα χέρια του μπροστά στο στήθος του. 

- Χρειάζομαι κάποιο ποσό για μια φιλανθρωπία που έχω αναλάβει, είπα ενώ κάθισα σε μια από τις καρέκλες που είχε, κρατώντας όμως μια απόσταση από εκείνον.

- Μμμ, πολύ ενδιαφέρον. Μπράβο σου που ασχολείσαι με φιλανθρωπίες..., είπε με μια δόση περηφάνιας και εκτίμησης προς το πρόσωπο μου. Μπορώ να πω ότι για πρώτη φορά στην ζωή μου, ένιωσα ντροπή που είπα ψέματα.

- Σε ευχαριστώ πολύ, είπα ευγενικά...

- Και για τι ποσό μιλάμε?

- Γύρω στις 10.000 δολάρια, είπα και μόλις το άκουσε κοκάλωσε ολόκληρος. Που να του ζητούσα και ολόκληρο το ποσό που χρειαζόμουν για να βουλώσω το στόμα του Πέντρο.

- Μπέλλα, δεν έχω καμία αντίρρηση να σου δώσω ένα τέτοιο ποσό, αλλά μήπως είναι κάπως μεγάλο?, ρώτησε κάπως δύσπιστα.

- Ξέρω Έντουαρντ ότι είναι μεγάλο ποσό και σε φέρνω σε δύσκολη θέση , αλλά τα χρειάζομαι ..
- Καλά Μπέλλα, αφού είναι τόσο μεγάλη ανάγκη, δεν μπορώ να σου χαλάσω χατίρι, ειδικά αν είναι για ένα τέτοιο σημαντικό σκοπό, Δώσε μου μια στιγμή..., είπε και κάλεσε κάποιον...

- Έλα Μαίρη, μπορείς να μου φέρεις το μπλοκ των επιταγών, σε παρακαλώ?... Οκ περιμένω, είπε και έκλεισε το τηλέφωνο...

Μετά από ένα λεπτό, η πόρτα χτύπησε και μέσα μπήκε η Μαίρη . Πρώτον αυτή πριν δεν ήταν στην θέση της, πότε ήρθε? Και δεύτερον πότε την κάλεσε ο Έντουαρντ, πότε μπήκε μέσα στο γραφείο . Μα καλά τι έβαλε στα πόδια της, φτερά? 

- Ορίστε το μπλοκ, Κύριε Μέσιεν..., είπε και του το έτεινε, ενώ τον γλυκοκοίταζε σαν ξερολούκουμο. Α την μουσίτσα, ήθελε και τον δίμετρο, τον κούκλο. Μπα τρομάρα της, τον έτρωγε με τα μάτια της. Αν κουκλίτσα μου, σου βγάλω τα ματάκια, να δω τότε πώς θα τον γλυκοκοιτάζεις? Ζήλεψα, μόλις τώρα, ή μου φάνηκε?... Σοβαρέψου, Μπέλλα, σοβαρέψου!!

- Σε ευχαριστώ πολύ, Μαίρη, μπορείς να πηγαίνεις...

- Όπως επιθυμείτε, είπε η μουσίτσα και χωρίς καν να με κοιτάξει, καρφωμένη πάνω στον Έντουαρντ, έφυγε από το γραφείο. Απορώ πώς δεν έπεσε πάνω σε κανένα τοίχο? 

- Ορίστε η επιταγή σου, είπε ο Έντουαρντ βγάζοντας με από τις σκέψεις μου...

- Σε ευχαριστώ πολύ, ειλικρινά με βοήθησες πολύ...

- Μην το συζητάς, είπε και τότε σκύβοντας, στηριζόμενος στα δυο του πόδια, έκατσε ακριβώς μπροστά μου , γονατιστός..
- Έντουαρντ, τι κάνεις?

- Μπέλλα πρέπει να μιλήσουμε 

- Για ποιο πράγμα?

- Ξέρεις πολύ καλά για ποιο πράγμα μιλάω…

- Όχι δεν καταλαβαίνω, είπα δήθεν αδιάφορα, αλλά στην ουσία ήξερα καλά που το πήγαινε. Ωστόσο ήθελα με κάθε τρόπο να αποφύγω αυτή την συζήτηση, γιατί φοβόμουν ότι θα πούμε πράγματα, τα οποία δεν πρέπει καθόλου να ειπωθούν.

- Ε τότε να σου θυμίσω, είπε και τότε τα χείλη του βρέθηκαν πάνω στα δικά μου. 

Στην αρχή προσπάθησα να τον απομακρύνω, αλλά όσο το προσπαθούσα, τόσο εκείνος πίεζε περισσότερο τα χείλη του. Δεν μπορούσα άλλο να αντισταθώ, ήταν άδικος κόπος. Άνοιξα περισσότερο το στόμα μου και άφησα την γλώσσα του να εισχωρήσει μέσα μου. Τα χείλη μας απόλυτα συγχρονισμένα σαν να ήταν ένα... Σαν δύο μαγνήτες που εκλύονταν στο έπακρο. Τα χέρια μου μέσα σε αυτά τα μεταξένια μαλλιά, ενώ το ένα δικό του πίσω από το σβέρκο μου, πιέζοντας το πρόσωπο μου περισσότερο επάνω του και το άλλο πάνω στο πόδι μου, κάνοντας με να ανατριχιάζω ολόκληρη. Το φιλί μας γινόταν όλο και πιο βαθύ και εγώ ένιωθα να βυθίζομαι όλο και πιο πολύ στα συναισθήματα μου και αυτό με φόβιζε τόσο μα τόσο πολύ! Ο αέρας λιγόστευε και τότε τα χείλη μας απομακρύνθηκαν και ο Έντουαρντ ακούμπησε το μέτωπο του πάνω στο δικό μου. Ένιωθα την ζεστή του ανάσα πάνω μου και ένιωθα να φουντώνω ολόκληρη. 

- Σε θέλω.., είπε ο Έντουαρντ με μια αισθησιακή φωνή που σου έκοβε την ανάσα...

- Και εγώ, αλλά δεν είναι σωστό, είπα αποκαλύπτοντας πια τα πραγματικά μου συναισθήματα... Τότε αυτός απομάκρυνε το πρόσωπο του από το δικό μου και με κοίταξε μέσα στα μάτια. Τα πράσινα μάτια του, είχαν πάρει ένα κυπαρισσί χρώμα από το πάθος και αυτή η ματιά μου έκαιγε τα σωθικά πραγματικά. 
- Το ξέρω ότι δεν είναι σωστό, αλλά μαζί σου έχω χάσει την αίσθηση του σωστού και του λάθους., είπε χωρίς να αποχωρίζεται τα μάτια του από τα δικά μου...

- Αχ Έντουαρντ , είπα ενώ χάιδεψα απλά το σημείο που του είχα αφήσει το σημάδι και εκείνος αναστενάζοντας , έκλεισε τα μάτια του ..Ακριβώς εκείνη την στιγμή χωρίς καν να το καταλάβουμε , μπήκε μέσα ο Καρλάιλ.. 

- Έντουαρντ, Μπέλλα, τι κάνετε εσείς οι δύο εδώ?, είπε κοιτάζοντας μία εμένα, μία τον Έντουαρντ... Τότε αυτόματα κοίταξα τον Έντουαρντ, ο οποίος τα είχε και αυτός χαμένα... Αυτό ήταν, την βάψαμε κυριολεχτικά όμως!! 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου