Τετάρτη 25 Ιουλίου 2012


Να με προσέχεις 4... Τι κάνω?




Έντουαρντ

Τι γίνεται όταν βρίσκεσαι κοντά στην αλήθεια, την αποδέχεσαι ή κάνεις τα πάντα για να την αλλάξεις?

- Θα μπορούσε να μου πει κάποια τι συμβαίνει εδώ?, ρώτησα θυμωμένος αν και δεν ήταν δύσκολο να διακρίνει κανείς τι γινόταν εδώ.

- Ξέρετε Κύριε Κάλλεν είχαμε μια έντονη αντιπαράθεση με την αδερφή μου και δεν προσέξαμε την ένταση της φωνής μας. Χίλια συγγνώμη, δεν το θέλαμε., απολογήθηκε αμέσως η Ρόζαλι.

- Από τότε που βγήκε το συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο και εσύ Ρόζαλι το έχεις χάσει εδώ και πολύ καιρό., της είπα σκληρά μη μπορώντας να ελέγξω τα νεύρα μου. Αυτή η κοπέλα αντί να καλυτερεύει, όσο πάει και χειροτερεύει. Πόσο να την ανεχτώ πια?

- Σας παρακαλώ Κύριε Κάλλεν, δεν το ήθελα., είπε ενώ κοιτούσε το πάτωμα μετανοιωμένη λες και έτσι θα μπορούσα να την συγχωρήσω.

- Το πρόβλημα μαζί σου Ρόζαλι είναι, ότι, ό,τι κάνεις δεν το θέλεις, απορώ αν το ήθελες τι θα γινόταν?, είπα ειρωνικά μην μπορώντας να κοντρολάρω τις εκφράσεις μου.

- Ειλικρινά δεν το ήθελα δεν θα ξαναγίνει., είπε η Ρόζαλι ενώ η Μπέλλα καθόταν αμίλητη σαν άγαλμα.

- Κάθε φορά τα ίδια. Ακούστε να δείτε, ειδικά εσύ Ρόζαλι, εδώ είναι εταιρεία και οι άνθρωποι έρχονται να δουλέψουν και όχι να ακούν τις φωνές σας, τα οικογενειακά σας έξω από την εταιρεία, αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό?, ρώτησα απευθυνόμενος και στις δύο. Δεν ήθελα να μιλήσω έτσι άσχημα στη Μπέλλα, αλλά αυτή την στιγμή δεν μπορούσα να κάνω διακρίσεις.

- Απόλυτα κατανοητό Κύριε Κάλλεν., είπε η Ρόζαλι ενώ η Μπέλλα εκείνη την στιγμή θιγμένη και με τα μάτια της κλαμένα να τρέχουν ποτάμι, άφησε με ένα δυνατό κρότο κάτι κλειδιά πάνω στο γραφείο και έτρεξε να φύγει. Πόσο θα ήθελα να τρέξω κοντά της να την πάρω αγκαλιά και να της πάρω το πόνο που νιώθει. Αυτό που είχε σημασία τώρα όμως ήταν η Ρόζαλι, κάποιος αυτή την κοπέλα έπρεπε να την βάλει στην θέση της.

- Στο γραφείο μου τώρα Ρόζαλι., είπα με έντονη φωνή και αφού μπήκα πρώτος εγώ στο γραφείο μου εκείνη με ακολούθησε και έκλεισε την πόρτα πίσω της αθόρυβα.

- Ο πατέρας μου με τον πατέρα σου, Ρόζαλι είναι γνωστοί και μάλιστα ο πατέρας μου τον σέβεται και τον εκτιμά σαν άνθρωπο.

- Το ίδιο και ο πατέρας μου., με διέκοψε και πήγε να συνεχίσει αλλά δεν την άφησα τελείως έξαλλος με το θράσος της.

- Ήταν και ο μοναδικός λόγος που προσλήφθηκες στην εταιρεία το γνωρίζεις αυτό έτσι?, της είπα κατάμουτρα την αλήθεια.

- Κύριε Κάλλεν, έχω μόρφωση, δεν θεωρώ ότι ο μοναδικός λόγος είναι η γνωριμία των πατεράδων μας., είπε προσπαθώντας να μου αλλάξει την ήδη υπάρχουσα γνώμη που έχω.

- Ρόζαλι μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλο μας, ήρθαν τόσες υποψήφιες για την θέση της γραμματέως με πτυχία και γνώσεις που ούτε στα πιο τρελά σου όνειρα δεν μπορείς να φανταστείς και όμως τις απέρριψα για χάρη του πατέρα μου. Νομίζεις ότι ένα πτυχίο ΤΕΙ, σε καθιστά και κατάλληλη για αυτή την θέση σε μια τέτοια εταιρεία?

- Κύριε Κάλλεν…

- Να σου πω εγώ, νομίζω πως όχι. Ευνοήθηκες και πήρες την θέση και αυτή την εύνοια φροντίζεις με κάθε τρόπο να την εκμεταλλεύεσαι., είπα απόλυτα σοβαρά για να τη(ν-ς) κάνω κατανοητό, ότι εδώ δεν είναι για τις μειωμένες γνώσεις της.

- Μα εγώ Κύριε Κάλλεν, δηλαδή δεν..., είχε χάσει κυριολεχτικά τα λόγια της αλλά κάποιος έπρεπε να της τρίξει τα δόντια.

- Σε έχω σχεδόν δυο χρόνια και το μόνο που κάνεις είναι λάθη και άλλα, κι άλλα, κι άλλα λάθη.

- Μα κάνω σωστούς προϋπολογισμούς, δεν είναι και αυτός λόγος που με κρατάτε στην εταιρεία?, ρώτησε με απόλυτο θράσος σαν όλα αυτά που της είχα πει πριν από το ένα αυτί μπήκαν, από το άλλο βγήκαν.

- Δεν διαφωνώ μαζί σου, αλλά θεωρείς ότι είναι λόγος να σε κρατήσω, ξέρεις πόσες κοπέλες υπάρχουν που μπορούν να κάνουν την ίδια δουλειά και πολλά περισσότερα από αυτό? Οι στενές φούστες και τα στενά πουκάμισα, Ρόζαλι δεν σε κάνουν σωστή επαγγελματία αλλά η σύνεση και η σωστή δουλειά, αυτά είναι που σε καταξιώνουν.

- Ο τρόπος ντυσίματος μου σας ενοχλεί?, ρώτησε σχεδόν σοκαρισμένη και τότε πραγματικά απηύδησα.

- Συγγνώμη από όσα σου λέω εσύ αυτό κατάλαβες? Όταν πρωτοπήρες την θέση έκανα υπομονή γιατί λέω καινούρια είναι, θα κάνει και λάθη, αλλά το πρόβλημα είναι ότι τα λάθη συνεχίζονται και αυτή την φορά δεν περιορίζονται μόνο στα χαρτιά αλλά και στην γενικότερη παρουσία σου εδώ μέσα. Φροντίζεις να κάνεις αισθητή την παρουσία σου μέσα στην εταιρεία ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής σου στο έπακρο.

- Σας το εξήγησα Κύριε Κάλλεν, ήταν ένα λάθος της στιγμής, δεν θα ξανασυμβεί., είπε νευρικά λες και ήταν το μοναδικό παράπτωμα που είχε κάνει μέσα στην εταιρεία.

- Αυτό ξέρεις πόσες φορές μου το έχεις ξαναπεί, Ρόζαλι? Το ίδιο μου είπες και την πρώτη φορά που τσακώθηκες με την γραμματέα από το τμήμα δημοσίων σχέσεων μέσα στο φωτοτυπικό. Το ίδιο μου είπες και τότε που μιλούσες στο τηλέφωνο και σε άκουγε ολόκληρη η εταιρεία από το ισόγειο ως τον έκτο όροφο. Λόγω της σχέσης των πατεράδων μας, δεν σε απέλυσα αν και θα έπρεπε, δεν νομίζεις όμως ότι όλο αυτό παραπάει?

- Κύριε Κάλλεν σας παρακαλώ, δώστε μου μια ακόμα μια ευκαιρία, την έχω ανάγκη αυτή την δουλειά., είπε ενώ με κοιτούσε με ένα παρακλητικό ύφος.

- Δεν ξέρω Ρόζαλι, τι να κάνω μια γραμματέα που το μόνο προσόν της, που προσπαθεί απεγνωσμένα, με κάθε τρόπο να αναδεικνύει, είναι η ομορφιά της?, την ρώτησα ευθέως δείχνοντας της ότι σκέφτομαι αρκετά σοβαρά να την διώξω από την εταιρεία.

- Σας παρακαλώ κύριε Κάλλεν, θα σας αποδείξω ότι αξίζω αυτή την θέση, απλά δώστε μου μια ακόμα ευκαιρία, με παρακαλούσε και εγώ βρισκόμουν σε δίλλημα τι να κάνω μαζί της, ήταν και ο πατέρας μου στην μέση που έκανε την απόφαση ακόμα πιο δύσκολη.

- Μια τελευταία ευκαιρία, αν την καταστρέψεις και αυτή την φορά, απλά θα απολυθείς., της δήλωσα κατηγορηματικά ξεκαθαρίζοντας για το πώς έχει η κατάσταση.

- Σας ευχαριστώ Κύριε Κάλλεν, δεν θα σας απογοητεύσω αυτή την φορά., έλεγε αν και ήμουν σίγουρος ότι θα με έκανε να το μετανιώσω για αυτή μου την απόφαση.

- Το ελπίζω, γιατί όπως εύκολα μπήκες, τόσο εύκολα μπορείς και να βγεις από αυτή την εταιρεία. Μπορείς να φύγεις τώρα, δεν θα σε χρειαστώ άλλο για σήμερα.

- Όπως νομίζετε., είπε και έκανε μεταβολή για να φύγει.

- Α Ρόζαλι, μια συμβουλή. Η ομορφιά είναι κάτι που δίνεται στον άνθρωπο, η εκτίμηση και ο σεβασμός όμως είναι δυο προσόντα που κερδίζονται, να το θυμάσαι αυτό.

- Θα το θυμάμαι, κύριε Κάλλεν, αντίο σας., είπε και έφυγε.

Δεν ξέρω αν θα τα λάβει σοβαρά αυτά που της είπα και της επισήμανα, αλλά εγώ ένιωσα καλά και ήταν καιρός να μάθει ότι εδώ βρίσκεται χαριστικά και ότι στο επόμενο παράπτωμα που θα κάνει, θα την διώξω με τις κλοτσιές και θα το κάνω μάλιστα με μεγάλη ευχαρίστηση.

Ρόζαλι

Δεν πίστευα ότι για ακόμα μια φορά η ασχημομούρα η αδερφή μου θα με έφερνε σε δύσκολη θέση και θα με έκανε να δεχτώ προσβολές από αυτό το πλουσιόπαιδο το αφεντικό μου, που μας το παίζει και έξυπνος.

Μια ζωή η Μπέλλα, με κάνει να μετανιώνω που την έχω αδερφή μου. Από μικρή μου ήταν μισητή, γιατί πίστευα ότι θα μου πάρει την αγάπη των γονιών μου. Όλοι οι φίλοι μας και οι συγγενείς μας την έλεγαν όμορφη αλλά εγώ πάντα την έβλεπα ως ένα ασχημόπαπο που δεν θα καταφέρει ποτέ στην ζωή της να γίνει κύκνος. Φυσικά φρόντισα με κάθε τρόπο να πάρω τους γονείς μου με το μέρος μου και έτσι ποτέ δεν μου χάλασαν χατίρι, ούτε στο ελάχιστο, για ότι συνέβαινε στο μέσα και έξω από το σπίτι έφταιγε μονίμως η ασχημομούρα η αδερφή μου.

Στα 22 μου ενώ τελείωνα τις σπουδές μου στα ΤΕΙ, αρραβωνιάστηκα με τον Τόμας, έναν ηλίθιο και μισό αλλά αρκετά ματσωμένο. Τα είχαμε τρία χρόνια και με τα πολλά κατάφερα να τον πείσω να το επισημοποιήσουμε, ήταν κρίμα να χάσω τα λεφτά. Μπορεί να ήμουν σχετικά μικρή αλλά ήθελα να εξασφαλίσω το μέλλον μου, μιας και το είχα μέσα στα χέρια μου. Ωστόσο μετά από κάνα δυο μέρες από τον αρραβώνα μας, με εγκατέλειψε, αφήνοντας μου ένα γράμμα, λέγοντας μου ότι πνιγόταν, ήταν ακόμα μικρός για γάμο και έτσι ένιωσε την ανάγκη να φύγει μακριά μου. Δεν στενοχωρήθηκα καθόλου για αυτόν αλλά για το χρήμα και την καλή ζωή που μου εξασφάλιζε.

Φυσικά δεν έχασα καθόλου χρόνου και έτσι βγήκα αμέσως στο κυνήγι αναζήτησης του επόμενου θύματος. Ευτυχώς η ομορφιά και η πονηριά δεν μου έλειπαν και έτσι δεν χρειάστηκε πολύ χρόνος για να πιαστεί το ποντίκι μέσα στην φάκα. Βαλεντίνος Μοράλες, Ισπανός επιχειρηματίας με μόνιμη κατοικία την Ελλάδα, με τα λεφτά να τρέχουν από τα μπατζάκια του. Με γρήγορες και μεθοδικές κινήσεις, τον τύλιξα μέχρι να πεις κύμινο. Αρραβωνιαστήκαμε μετά από τρία χρόνια αλλά ο γάμος καθυστερούσε αρκετά χρόνια. Στο μεταξύ, είχα προσληφθεί στην εταιρεία των Κάλλεν και μόλις αντίκρισα το αφεντικό μου, αυτό το υπέροχο μανάρι, ήμουν έτοιμη να παρατήσω τον Βαλεντίνο, πριν το κάνει αυτός λίγο αργότερα.

Με παράτησε και αυτός, εξηγώντας μου ότι δεν μπορεί να είμαστε μαζί γιατί τον τελευταίο καιρό έχει ερωτευτεί την αδελφή μου, αν είναι δυνατόν. Ωστόσο επειδή είναι σχετικά μικρή η Μπέλλα αλλά και επειδή δεν ήθελε να με πληγώσει ακόμα παραπάνω, εγκατέλειψε την Ελλάδα και μετακόμισε στην γενέτειρα του, την Ισπανία. Άφησα να εννοηθεί ότι εγώ τον παράτησα γιατί τον βαρέθηκα, διότι δεν ήθελα να πουν για ακόμα μια φορά ότι με παράτησε ένας γαμπρός.

Έτσι ο μοναδικός μου στόχος πια είναι το αφεντικό μου, ο Έντουαρντ. Διαθέτει εμφάνιση όπου και άγιο κολάζει, λεφτά και πολλά μάλιστα και είμαι απόλυτα σίγουρη ότι στο κρεβάτι, θα παίρνουν τα σεντόνια φωτιά. Έμαθα από διάφορα κουτσομπολιά που κυκλοφορούσαν, ότι είχε σχέση στο παρελθόν αλλά τον κεράτωσε μια και από τότε δεν τον έχουν ξαναδεί με άλλη γυναίκα. Προσπάθησα αρκετές φορές να του την πέσω, αλλά εκείνος ντουβάρι, είτε του μιλάει γυναίκα είτε τοίχος το ίδιο και το αυτό.

Η σημερινή μέρα με έφερε αντιμέτωπη με έναν άλλον Έντουαρντ, έξαλλο για την συμπεριφορά μου, σχεδόν με απείλησε, τι σχεδόν δηλαδή, με απείλησε κανονικότατα ότι θα με διώξει από την εταιρεία αν τολμήσω έστω και η ανάσα μου να ακουστεί. Είχε δίκιο δεν μπορώ να τον κατηγορήσω απόλυτα, αλλά η παρουσία της Μπέλλας στο γραφείο μου με εξόργισε στο έπακρο, με έφερε στα όρια μου. Την είχα προειδοποιήσει ότι αν τολμήσει να κάνει έστω και μια κίνηση για να τον ξανασυναντήσει, θα αποβεί μοιραίο για αυτήν. Ίσως να ήταν υπερβολική η αντίδραση μου απέναντι της, αφού το μόνο που έκανε, ήταν να φέρει τα κλειδιά για να μπορέσω να μπω στο σπίτι, αλλά έπρεπε με κάθε τρόπο να μείνει μακριά από τον Έντουαρντ, ήταν μονάχα δικός μου και δεν θα άφηνα σε καμία, ειδικά στην Μπέλλα, να μου τον πάρει μέσα από τα χέρια μου.

Μπέλλα

Το περιστατικό που έγινε σήμερα στο γραφείο της Ρόζαλι με έκανε κυριολεχτικά να τρελαθώ, να θέλω να τα παρατήσω όλα και να φύγω μακριά από όλους και από όλα. Νοιάζομαι για τους άλλους, βρίσκω τον μπελά μου, δεν νοιάζομαι, πάλι το ίδιο συμβαίνει. Γιατί μια ζωή η μόνη υπαίτια για ότι γίνεται, είμαι μόνο εγώ?

Αυτό που με πείραξε περισσότερο σήμερα, δεν ήταν τόσο η συμπεριφορά της Ρόζαλι, όσο η συμπεριφορά του Έντουαρντ. Ήταν φυσικό να νευριάσει, αφού είχαμε γίνει ρεζίλι μπροστά σε τόσους υπαλλήλους της εταιρείας, αλλά δεν ρώτησε καν ποια ήταν υπαίτια για όλα αυτά, απλά κατηγόρησε και τις δυο μας χωρίς να γνωρίζει.

Πήγα στην εταιρεία μόνο και μόνο για να αφήσω τα κλειδιά του σπιτιού στην Ρόζαλι που τα είχε ξεχάσει και δεν θα μπορούσε να μπει μέσα, αφού εγώ θα έβγαινα με την παρέα μου από την σχολή. Εκείνη όμως όχι μόνο δεν είπε ευχαριστώ αλλά αντιθέτως σήκωσε τον τόπο, θεωρώντας ότι είχα πάει εκεί για να κλέψω τον Έντουαρντ. Αν και έκανα πολύτιμες προσπάθειες να της εξηγήσω τον λόγο για τον οποίο βρίσκομαι εκεί και να την ηρεμήσω, η Ρόζαλι όχι μόνο δεν ηρέμησε αλλά πήγε να με χτυπήσει και αν δεν εμφανιζόταν σαν από μηχανής θεός ο Έντουαρντ σίγουρα θα το είχε κάνει. Όταν τον είδα με αυτό το απόλυτα επαγγελματικό και συνάμα νευριασμένο ύφος να κοιτά μια εμένα και μια την Ρόζαλι, άρχιζα να τρομάζω για το ποια θα ήταν η επόμενη αντίδραση του. Ξαφνικά ο τόνος της φωνής του ανέβηκε τόσες οκτάβες που με έκανε να τα χάσω και μην αντέχοντας άλλο, εξαφανίστηκα από εκεί σχεδόν τρέχοντας.

Μόλις βγήκα έξω, με περίμενε η Άλις, η οποία γνώριζε τα πάντα όσο αφορούσε εμένα και τον Έντουαρντ καθώς και τα συναισθήματα που έχω για αυτόν. Όταν με είδε, αμέσως έτρεξε κοντά μου...

- Μπέλλα τι συνέβη, γιατί κλαις?, με ρώτησε με αγωνία στην φωνή της αλλά εγώ δεν είχα πια αντοχές, είχαν εξαντληθεί και έτσι το μόνο που μπορούσα και είχα ανάγκη να κάνω, ήταν να πέσω στην αγκαλιά της. Εκείνη με κράτησε γερά ενώ παράλληλα με το χέρι της με χάιδευε απαλά στην πλάτη για να με παρηγορήσει.

- Έλα μάτια μου, πάμε σπίτι μου., είπε μαλακά και την ακολούθησα σαν υπνωτισμένη.

Μόλις φτάσαμε σπίτι της, μου έφτιαξε μια ζεστή σοκολάτα και μόλις καθίσαμε στο καναπέ και εξιστόρησα ακριβώς ότι είχε συμβεί λίγη ώρα πριν στο γραφείο. Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας, μας βρήκε να κοιμόμαστε στο καναπέ με μαύρους κύκλους από το ξενύχτι. Απορώ πώς θα πηγαίναμε στην σχολή να παρακολουθήσουμε μάθημα έτσι όπως ήμασταν.

- Άλις ξύπνα, πρέπει να πάμε στην σχολή., είπα ενώ την σκούντηξα λιγάκι για να ξυπνήσει.

- ΜΜΜ, άσε με λίγο ακόμα., παρακάλεσε ναζιάρικα και κουκουλώθηκε με την κουβερτούλα που είχαμε φέρει χθες.

- Έλα βρε Άλις, σήκω σε παρακαλώ, θα αργήσουμε στο μάθημα., επέμενα εγώ απηυδισμένα και την ταρακούνησα μήπως και σηκωθεί.

- Αμάν βρε Μπέλλα, σχολή είναι σιγά., είπε χωρίς καν να ανοίξει τα μάτια της.

- Αν σηκωθείς, σου υπόσχομαι να σε αφήσω να με φτιάξεις εσύ σήμερα., έκανα άλλη μια απελπισμένη προσπάθεια μπας και την έπειθα. Τότε η Άλις ξεκουκουλώθηκε και άνοιξε το ένα μάτι της.

- Αλήθεια το λες?, ρώτησε με μια ιδιαίτερη αγωνία και προσμονή μαζί.

- Ναι αλήθεια, αρκεί να σηκωθείς γρήγορα για να προλάβουμε., της επιβεβαίωσα με ένα γλυκό χαμόγελο.

Εκείνη τότε χωρίς καν να καταλάβω το πότε και το πως, πέταξε την κουβέρτα κάτω, σηκώθηκε και με τράβηξε από το χέρι για να με πάει να με ετοιμάσει. Μετά από κανά μισάωρο κι αφού είχε πετάξει όλη την ντουλάπα της πάνω στο κρεβάτι, με έντυσε με ένα απλό τζινάκι, μια ωραία μπλούζα και μια ζακετούλα. Κοιτούσα τον καθρέφτη και δεν το πίστευα, με δύο απλά ρούχα και λίγη έξτρα περιποίηση, άξαφνα ήταν σαν να είχα γίνει μια άλλη, μια κοπέλα της ηλικίας μου, μια – ίσως θα τολμούσα να πω – όμορφη κοπέλα.

Όμορφη? Χαχαχα, γέλασα με τον εαυτό μου και απορρίπτοντας αμέσως την σκέψη που μόλις είχα κάνει, παίρνοντας την ματιά μου από τον καθρέφτη μάζεψα τα πράγματα μου και πήγα να βρω την Άλις που με περίμενε στο σαλόνι γεμάτη αγωνία για το αποτέλεσμα. Φυσικά μόλις είδε το ύφος μου κατάλαβε αμέσως ότι εγώ δεν το έβλεπα όπως εκείνη και τα παράτησε. Τι νόημα θα είχε άλλος ένας καυγάς με εμένα να επιμένω ότι είναι τρελή ενώ εκείνη θα προσπαθούσε να με πείσει για το αντίθετο αφού στα μάτια της εκείνη με έβλεπε πιο όμορφη – αν είναι δυνατόν – ακόμα και από εκείνη.

Μόλις μπήκαμε στο αυτοκίνητο της ξεκινήσαμε για την σχολή. Αν και δεν ήξερα αν είχα τις αντοχές να παρακολουθήσω 5 ώρες μάθημα, δεν θα το έχανα όμως με τίποτα μιας και που δεν είχα περιθώρια για κοπάνες. Έπρεπε να τα καταφέρω, ήταν το όνειρο μου και δεν θα άφηνα και κανέναν και τίποτα να μου το γκρεμίσει.

Φτάνοντας στην σχολή την στιγμή που μπήκαμε στο παρκινγκ, ξαφνικά τον είδα εκεί να είναι ακουμπισμένος πάνω στο πολυτελέστατο αυτοκίνητο του και έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου. Δεν περίμενα με τίποτα να τον ξαναδώ εδώ στην σχολή, ειδικά μετά από όσα συνέβησαν στην εταιρεία.

- Ε μικρή, που έχεις χαζέψει?, ρώτησε η Άλις παιχνιδιάρικα αφού τόση ώρα το βλέμμα μου δεν μπορούσε να φύγει από πάνω του και με ένα νεύμα μου της έδειξα τον Έντουαρντ.

- Μην μου πεις ότι είναι ο...

- Ναι αυτός είναι., είπα με έναν αναστεναγμό, αφού η ομορφιά του ήταν τόσο μοναδική, τόσο ιδιαίτερη.

- Καλέ αυτός είναι παίδαρος., αναφώνησε η Άλις που τον σκάναρε από πάνω μέχρι κάτω τόσο απροκάλυπτα. Ευτυχώς που ήμασταν μέσα στο αυτοκίνητο και δεν μας έβλεπε.

- Άλις σοβαρέψου και μαζέψου σε παρακαλώ…

- Και εσύ που είσαι σοβαρή τι κατάλαβες? Αφήνεις αυτό το μανάρι να τον χαίρεται η ξινή η αδερφή σου και εσύ δεν κάνεις τίποτα...

- Ώχου ρε Άλις, άσε μας πια., είπα και βγήκα αμέσως από το αυτοκίνητο και κατευθύνθηκα προς το εσωτερικό της σχολής κάνοντας σαν να μην τον είχα προσέξει, ώσπου χωρίς καν να το καταλάβω, εμφανίστηκε μπροστά μου ο Έντουαρντ.

- Μπέλλα, μπορώ να σου μιλήσω για λίγο?., ρώτησε με μια γλυκιά φωνή κάπως διστακτικά.

- Συγγνώμη Κύριε Κάλλεν, αλλά έχω μάθημα., είπα προσπαθώντας να τον αποφύγω με κάθε τρόπο.

- Σε παρακαλώ Μπέλλα, ήθελα να σου ζητήσω συγγνώμη για χθες, δεν έπρεπε να σου φερθώ τόσο άσχημα., επέμενε εκείνος με ένα απολογητικό ύφος.

- Τι λέτε Κύριε Κάλλεν, εγώ πρέπει να σας ζητήσω συγγνώμη που δημιούργησα τόση αναστάτωση μέσα στην εταιρεία σας., αντιγύρισα μετανοιωμένη για ότι είχε συμβεί, αν και δεν έφταιγα εγώ και προσπάθησα να φύγω, γιατί δεν ξέρω αν θα άντεχα άλλο να τον έχω εδώ μπροστά μου και να μην υποκύψω στα θέλω μου.

- Όλο φεύγεις, Μπέλλα, γιατί δεν κάθεσαι να μιλήσουμε για μια φορά, τι φοβάσαι?, ρώτησε και πραγματικά κοκάλωσα. Αλήθεια τι φοβόμουν, γιατί πάντα τα έβαζα στα πόδια?

- Έχω μάθημα, Κύριε Κάλλεν και έχω αργήσει, είπα ενώ είχα γυρισμένη την πλάτη σε αυτόν, ούτε στα μάτια δεν μπορούσα να τον αντικρύσω και αυτό γιατί φοβόμουν ότι θα λυγίσω μπροστά του και θα παραδοθώ στα συναισθήματα μου. Τότε ξαφνικά ένιωσα  την παρουσία του ακριβώς από πίσω μου και το γλυκό του άρωμα να με κατακλύζει. Με το χέρι του ένιωσα να με παροτρύνει απαλά να γυρίσω προς το μέρος του και εγώ γύρισα χωρίς να φέρω καμιά αντίσταση.

- Αυτή είναι η κάρτα με το νούμερο μου, όποτε θελήσεις να μου μιλήσεις πάρε με τηλέφωνο., είπε και άφησε την κάρτα του μέσα στην παλάμη μου και έφυγε.

Είχα μείνει εκεί ακίνητη στην θέση μου, μην ξέροντας τι να κάνω. Δεν μπορούσα να πάω ούτε μπροστά, ούτε πίσω, είχα μείνει δέσμια των αποφάσεων, αποφάσεων που δεν πάρθηκαν από εμένα αλλά από άλλους, που ελέγχουν με κάθε τρόπο την ζωή μου. Καθώς όμως ήμουν χαμένη στις σκέψεις μου, ξαφνικά ένα χέρι με τράβηξε απότομα και γύρισα.

- Εσύ μαζί μου τώρα, πρέπει να μιλήσουμε., δήλωσε αυστηρά η Άλις και την ακολούθησα μηχανικά για να δω τι θέλει να μου πει και πηγαίνοντας προς το προαύλιο  καθίσαμε σε ένα πεζουλάκι .

- Ωραία ήρθαμε τι θέλεις να πούμε? Αν και θεωρώ ότι δεν έχουμε τίποτα να πούμε, έχουμε και μάθημα., είπα προσπαθώντας μάλλον μάταια να αποφύγω την οποιαδήποτε συζήτηση με την Άλις.

- Εδώ δεσποινίς Σουάν δεν μιλάμε για μάθημα βοτανολογίας αλλά για μάθημα ζωής, στο οποίο έχεις πάρει πιο κάτω και από την βάση., είπε κάπως εξαγριωμένη μαζί μου .

- Δεν καταλαβαίνω τι θέλεις να πεις και στην τελική δεν έχω όρεξη να ακούσω. δήλωσα κατηγορηματικά και έκανα την κίνηση να φύγω.

- Τι φοβάσαι Μπέλλα?, με ρώτησε και κοκάλωσα, ακριβώς όπως είχε συμβεί και πριν με τον Έντουαρντ.

- Τι εννοείς?, ρώτησα και κάθισα ξανά στο πεζουλάκι δίπλα της.

- Τι φοβάσαι περισσότερο Μπέλλα, την Ρόζαλι ή τα συναισθήματα σου?, με ρώτησε κοιτώντας με κατευθείαν μέσα στα μάτια.

- Ειλικρινά Άλις, δεν ξέρω., της εξομολογήθηκα με απόλυτη ειλικρίνεια και αφού πήρα μια ανάσα , συνέχισα...  Δεν ξέρω αν φοβάμαι την αντίδραση της Ρόζαλι για μια πιθανή σχέση με τον Έντουαρντ ή τα συναισθήματα μου για αυτόν τον άνθρωπο, φοβάμαι ότι θα με κάνουν να πονέσω .
- Να σου πω τι πιστεύω εγώ Μπέλλα? Φοβάσαι τα συναισθήματα σου, φοβάσαι να τον εμπιστευτείς, φοβάσαι να ζήσεις. Η Ρόζαλι απλά είναι η αφορμή που σε κρατάει πίσω, στην ουσία τρομοκρατείσαι και μόνο στην ιδέα να αντιμετωπίσεις τον ίδιο σου τον εαυτό.

- Δεν ξέρω Άλις, ίσως και να έχεις δίκιο, δεν τον ξέρω όμως τον Έντουαρντ και αν θέλει να με εκμεταλλευτεί και αν...

- Και αν η γιαγιά μου φορούσε καρούλια, θα ήταν πατίνι. Λογικό είναι να μην ξέρεις τον Έντουαρντ δεν του άφησες όμως και κανένα περιθώριο να τον γνωρίσεις. Ο άνθρωπος ήρθε εδώ, σε παρακάλεσε, αλλά εσύ δεν του έδωσες καν το δικαίωμα να μιλήσει, τον έδιωξες κακήν κακώς., είπε και κατάλαβα ότι αυτή είναι η απόλυτη αλήθεια.

- Φοβάμαι Άλις, φοβάμαι ότι θα με πληγώσει., της εξομολογήθηκα τι ήταν ακριβώς αυτό που φοβόμουν περισσότερο.

- Στην ζωή όλα είναι ένα παιχνίδι, αν δεν δοκιμάσεις, αν δεν τολμήσεις, δεν θα μπορέσεις να ζήσεις. Ζήσε Μπέλλα και αν αποτύχεις και αν πέσεις, θα βρεις την δύναμη να σηκωθείς και θα είμαι εγώ δίπλα σου πάντα να σε στηρίζω.

- Λες να τολμήσω?, ρώτησα με μια ελπίδα να ξαναγεννιέται μέσα μου...

- Ζήσε Μπέλλα, είπε και μου έδωσε το κινητό της. Παίρνοντας μια ανάσα, το κράτησα στα χέρια μου και σηκώθηκα για να απομακρυνθώ από κοντά της ώστε να βρω την ψυχραιμία να του μιλήσω. 


Τι να του πω; Πως να δικαιολογηθώ; Και αν εκείνος απογοητεύτηκε πριν; Θα δεχτεί τώρα να μου μιλήσει;

Ήταν οι σκέψεις που με βασάνιζαν καθώς με μανία πάταγα τα πλήκτρα με τα νούμερα που διάβαζα πάνω στην κάρτα του με την καρδιά μου να χτυπάει στο στήθος μου τόσο δυνατά που μέχρι και εγώ ήμουν ικανή να την ακούσω ενώ πήγαινα πέρα δώθε νευρικά χωρίς να μπορώ να ηρεμήσω, ώσπου  το σώμα μου έπεσε σε έναν βράχο και η κάρτα, μαζί και το κινητό κατέληξαν στα πόδια τα δικά μου και του αγνώστου που προφανώς από την στραβομάρα μου τον είχα ξενυχιάσει τον άνθρωπο. Η μικρή κραυγή που προσπαθούσε να κρύψει με κόπο μου το επιβεβαίωνε.

- Συγγνώμη. Ήμουν αφηρημένη., μουρμούρισα μέσα από τα δόντια μου τελείως ντροπιασμένη γι αυτό και έκανα την κίνηση να πιάσω το τηλέφωνο ενώ ένιωσα το σώμα του να κάνει το ίδιο για να με βοηθήσει να μαζέψω ότι είχε πέσει στο πάτωμα.

- Αν είναι να πέφτεις απάνω μου τότε ελπίζω να είσαι αφηρημένη πιο συχνά., άκουσα να μου απαντά ο άγνωστος πειραχτικά ενώ μου έτεινε το κινητό που είχε πιάσει πρώτος και πάγωσα. Ο λαιμός μου ξεράθηκε, η ανάσα μου χάθηκε μακριά ενώ τα μάτια μου αρνιόντουσαν να σηκωθούν για να τον αντικρίσουν κατάματα.

Δεν είναι δυνατόν... Δεν μπορεί να μου συμβαίνει αυτό... Μήπως πέθανα και πήγα στον παράδεισο?

Τρίτη 10 Ιουλίου 2012


Να με προσέχεις 3...Bleeding love



Έντουαρντ ..

Τι περίεργο συναίσθημα που είναι ο έρωτας, δεν ξέρεις από πού θα σου έρθει  και αυτό σε κάνει ευάλωτο τόσο στους άλλους όσο και στον ίδιο σου τον εαυτό. Το βράδυ δεν κοιμήθηκα σχεδόν καθόλου, περίμενα με τόση αγωνία να ξημερώσει. Η αλήθεια ήταν  ότι φοβόμουν αν θα με αναγνωρίσει, αν θα με δεχτεί, αν με θέλει έστω και στο ελάχιστο. Το ξέρω έκανα σαν δεκαπεντάχρονο που πρωτοερωτεύται αλλά ειλικρινά είναι η πρώτη φορά που είμαι αντιμέτωπος με κάτι τόσο δυνατό που με κάνει να νιώθω τόσο αδύναμος μπροστά του.  Είμαι 28 χρονών και πρώτη φορά νιώθω τα πάντα να χάνονται γύρω, οι άλλοι να προχωρούν και εγώ να μένω στάσιμος, χαμένος μέσα στο όνειρο μου από το οποίο φοβάμαι να βγω, γιατί  στην ουσία φοβάμαι την σκληρή πραγματικότητα και το συναίσθημα της απόρριψης.

Μόλις ξημέρωσε, σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήγα να κάνω ένα ντουζάκι να χαλαρώσω και να μου φύγει όλη αυτή η ένταση που με είχε κυριαρχήσει. Έπειτα διάλεξα ένα τζινάκι και ένα πουκάμισο μπλε και άρχισα να ετοιμάζομαι. Αφού ντύθηκα, ήπια μια γουλιά καφέ και έφυγα αμέσως για την σχολή της. Κατά την διάρκεια της διαδρομής είχα βάλει ραδιόφωνο για να χαλαρώσω και τότε ξαφνικά, λες και το είχαν προγραμματίσει αρχίζει και παίζει το feel του Robbie Williams, δηλώνοντας ακριβώς τα συναισθήματα που έχω μέσα μου.

Μόλις έφτασα στην σχολή, πάρκαρα  το αυτοκίνητο μου και το πρώτο πράγμα που έκανα, ήταν να πάω να χαιρετήσω τον Ράιλι , άλλωστε αυτός ήταν  και η αφορμή  για να έρθω, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ήθελα να δω την Μπέλλα. Καθώς μπήκα μέσα στην σχολή φοιτητές κάθε λογής προχωρούσαν στους διαδρόμους και ήταν τόσο δύσκολο να  εντοπίσω  την Μπέλλα, αν και ήμουν σίγουρος ότι θα ξεχώριζε, είναι τόσο όμορφη, τόσο μοναδική, τόσο ιδιαίτερη. Ρώτησα έπειτα  κάποιον φοιτητή  για το που θα βρω τον Ράιλι και μόλις μου είπε, αμέσως  κατευθύνθηκα προς  την αίθουσα των καθηγητών.

Αφού χτύπησα την πόρτα, μπήκα μέσα και είδα δυο τρεις καθηγητές να κάθονται και να συζητούν και τότε εντόπισα τον Ράιλι, ο οποίος μετά από τόσα χρόνια δεν είχε αλλάξει καθόλου. Κάθισα λιγάκι παράμερα, αφού μιλούσε με έναν φοιτητή  ή  φοιτήτρια θα σας γελάσω, ήταν τόσο δύσκολο να το ξεχωρίσω με αυτά που φορούσε. Φόραγε  μια μακριά, φαρδιά φόρμα, ένα φούτερ φαρδύ με μια  κουκούλα από πάνω που σχεδόν κάλυπτε το μισό πρόσωπο αν και λίγα μαλλιά ξεχώριζαν μέσα από την κουκούλα. Μα καλά αυτό το παιδί ταμένο το είχαν!!

Περίμενα μέχρι να τελειώσει μαζί του ο Ράιλι, ώσπου είδα το παιδί να απομακρύνεται και καθώς πέρασε από δίπλα μου έριξε μια έντονη  ματιά πάνω μου και δυο καστανά μάτια που μετά δυσκολίας φαινόντουσαν καρφώθηκαν μέσα στα δικά μου και ένα περίεργο μούδιασμα ήρθε να διαπεράσει όλο μου το κορμί, σαν να τα είχα ξαναδεί κάπου αυτά τα καστανά μάτια. Ωστόσο γρήγορα έσκυψε το κεφάλι του και έφυγε από την αίθουσα, σαν να ντράπηκε για κάτι. Εκείνη την ώρα που έφυγε το παιδί, με πλησίασε ο Ράιλι..

-              Έντουαρντ πόσο χαίρομαι που σε ξαναβλέπω ..

-              Και εγώ Ράιλι, είπα και αγκαλιαστήκαμε..

-              Ειλικρινά δεν περίμενα την σημερινή σου επίσκεψη, με ξάφνιασε αρκετά το χθεσινό τηλεφώνημα.. , είπε με έναν ευχάριστο τόνο.

-              Είχαμε την συζήτηση σου χθες με τον Έμμετ και είπα να περάσω να δω πως είσαι, ελπίζω να μην σε ενοχλώ..

-              Όχι και το συζητάς, χαρά μου που σε βλέπω, ελπίζω να λέγατε καλά λόγια για εμένα, είπε χαμογελαστός.

-              Τα καλύτερα, είπα και ψιλογελάσαμε και οι δύο.

-              Θα με συγχωρέσεις για ένα δεκάλεπτο, να πάω να τελειώσω μια δουλειά που έχω και μετά μπορούμε να τα πούμε, δεν σε ενοχλεί έτσι?

-              Και το συζητάς κάνε την δουλειά σου, δεν φτάνει που ήρθα και σε ενόχλησα στον χώρο της εργασίας σου..

-              Μην το λες αυτό, είχαμε τόσο καιρό να ειδωθούμε, σε κάνα δεκάλεπτο θα είμαι πίσω..

-              Βρε Ράιλι, να σε ρωτήσω κάτι πριν φύγεις?

-              Ότι θες, πες μου..

-              Μια φοιτήτρια Μπέλλα Σουάν, την ξέρεις? Είναι πρωτοετής στο τμήμα?, ρώτησα προσπαθώντας να κρύψω την αγωνία μου..

-              Και βέβαια την ξέρω, με αυτήν μιλούσα όταν ήρθες, είναι μία από τις καλύτερες φοιτήτριες μου, είπε και κοκάλωσα ολόκληρος, δεν μπορεί να ήταν αυτή η Μπέλλα που εγώ γνώρισα.

-              Αυτή ήταν η Μπέλλα Σουάν?, ρώτησα χωρίς να το πιστεύω.

-              Ναι, μα καλά την γνωρίζεις?

-              Ναι είμαστε με τον πατέρα της οικογενειακοί φίλοι.. είπα προσπαθώντας να ξεπεράσω το σοκ..

-              Και καλά δεν την αναγνώρισες?, ρώτησε απορημένος.

-              Δεν την ήξερα με αυτή την εμφάνιση, για αυτό δεν την αναγνώρισα.., είπα προσπαθώντας να δικαιολογήσω τα αδικαιολόγητα.

-              Εγώ μόνο με αυτή την εμφάνιση, την ξέρω.. Με συγχωρείς.., είπε και αφού με χτύπησε φιλικά έφυγε για να τελειώσει την δουλειά την οποία είχε.

Εγώ βγήκα από την αίθουσα και κατευθύνθηκα προς τα έξω για να πάρω λίγο αέρα. Παρατήρησα γύρω μου κάποια παιδιά να καπνίζουν και έτσι έβγαλα και εγώ ένα τσιγάρο για να μπορέσω να καλμάρω όλη αυτή την ένταση που είχα. Καθώς σκεφτόμουν όλα αυτά που συνέβησαν πριν λίγα λεπτά, ξαφνικά η ματιά μου έπεσε πάνω σε μια γνώριμη φιγούρα, η οποία καθόταν μόνη της πάνω σε ένα πεζούλι και διάβαζε ένα βιβλίο. Είχε βγάλει την κουκούλα, είχε μαζέψει τα μαλλιά της σε ένα κότσο και διάβαζε με προσήλωση το βιβλίο το οποίο βρισκόταν στα χέρια της. Πέταξα το τσιγάρο κάπου πιο πέρα και αποφάσισα να την πλησιάσω.

Καθώς την πλησίασα, στάθηκα μπροστά της και εκείνη σήκωσε ελάχιστα το πρόσωπο της από το βιβλίο και στάθηκε στα πόδια μου, σιγά σιγά όμως άρχισε να ανεβάζει το πρόσωπο της και το σώμα της μαζί που πριν λίγο ήταν καμπουριασμένο και μαζεμένο και με κοίταξε μέσα στα μάτια με ένα έντονο ξάφνιασμα, σαν να μην πίστευε ότι στεκόμουν μπροστά της.

-              Καλημέρα Δεσποινίς Σουάν, είπα με ένα συγκρατημένο χαμόγελο.

-              ΕΕ, κα… καλημέρα Κύριε Κάλλεν, είπε τραυλίζοντας, τα είχε χάσει εντελώς.

-              Τι κάνετε, πως είσαστε?, ρώτησα με πραγματικό ενδιαφέρον.

-              Καλά είμαι, εσείς πώς είσαστε, τι κάνετε εδώ?, ρώτησε, προσπαθώντας ακόμα να βρει την ψυχραιμία της. Δεν της περνούσα απαρατήρητος, την αναστάτωνε η παρουσία μου και αυτό μου έδινε περισσότερο θάρρος και μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση για να προχωρήσω.

-              Ήρθα να επισκεφτώ  έναν φίλο μου, είναι καθηγητής στην σχολή σας, Ράιλι Σταντ, ονομάζεται, τον ξέρετε?

-              Ναι, ναι είναι καθηγητής μου.., είπε και κοίταξε το έδαφος λες και είχε κάτι κακό.

-              Ξέρεις Μπέλλα, θυμήθηκα ότι σπουδάζεις εδώ και ήθελα να σε δω, είπα με περίσσιο θάρρος, περνώντας από τον πληθυντικό στον ενικό και παίρνοντας την πρωτοβουλία να της εκφράσω αυτό που ήθελα τόσο πολύ να της πω.

-              Εε.. εμένα?, είπε προσπαθώντας να βρει το θάρρος να μιλήσει. Δεν με ένοιαζε η εμφάνιση της, το ντύσιμο της, δεν με ένοιαζε ακόμα και έτσι να  κυκλοφορεί δίπλα μου, αρκεί να ήταν δίπλα μου, πλάι μου.

-              Ναι εσένα, Μπέλλα, δεν σου κρύβω ότι όλο αυτό τον καιρό σε σκεφτόμουν, της είπα ανοιχτά, χωρίς να κρύβομαι πίσω από το δάκτυλο μου. Εκείνη ξεροκατάπιε και αφού μου έριξε μια φευγαλέα ματιά, η οποία έκρυβε πόνο, ξανακοίταξε το έδαφος ενώ έκλεισε το βιβλίο, έτοιμη να φύγει.

-              Πρέπει να φύγω, είπε ενώ σηκώθηκε και πήγε να φύγει, την κράτησα όμως από το αγκώνα και την γύρισα προς το μέρος μου.

-              Μπέλλα σε παρακαλώ, μην φύγεις, πάμε κάπου να μιλήσουμε.., παρακάλεσα μήπως και μπορέσω να την κάνω να καταλάβει αλλά τότε με κοίταξε μέσα στα μάτια και το μόνο που μπορούσα να διακρίνω ήταν τρόμος, φόβος για κάτι αλλά δεν ήξερα τι. Εμένα φοβόταν, φοβόταν ότι θα της κάνω κακό?

-              Κύριε Κάλλεν, σας παρακαλώ αφήστε με, πρέπει να φύγω, είπε και αφού τράβηξε το χέρι της από το δικό μου, έφυγε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Πήγα να την ακολουθήσω αλλά τότε άκουσα την φωνή του Ράιλι  από πίσω μου.

-              Που είσαι βρε Έντουαρντ και σε έψαχνα..

-              Συγγνώμη βρε Ράιλι, απλά βγήκα έξω να κάνω ένα τσιγάρο και να χαιρετήσω την Σουάν..

-              Δεν πειράζει, εγώ τελείωσα, πάμε?

-              Ναι, ναι πάμε.., είπα και φύγαμε από την σχολή ενώ ακόμα ήμουν αναστατωμένος από την αντιμετώπιση της Μπέλλας, γιατί ήταν έτσι? Που πήγε η γλυκιά και αυθόρμητη κοπέλα που γνώρισα πριν λίγες μέρες, που χάθηκε?

Μπέλλα

Πριν λίγες μέρες..

Ότι είχα ξυπνήσει και ένα γλυκό χαμόγελο είχε απλωθεί στο πρόσωπο μου μετά την χθεσινοβραδινή συνάντηση με τον κύριο Κάλλεν, που με έκανε να πετάω. Η γνωριμία με αυτόν τον άνθρωπο ήταν τόσο ξεχωριστή, τόσο ιδιαίτερη. Ήταν τόσο γλυκός, τόσο έξυπνος, τόσο ευγενικός και τόσο μα τόσο όμορφος  που πραγματικά έμοιαζε με άγγελο. Πρώτη φορά ένιωθα την καρδιά μου να χτυπά τόσο δυνατά για κάποιον που δεν μπορούσα να το πιστέψω. 

Καθώς σηκώθηκα, ντύθηκα στα γρήγορα, πλύθηκα και κατέβηκα κάτω να πιω λίγο καφέ για  να ξυπνήσω και να φύγω. Την ώρα που κατέβαινα κάτω, η πόρτα άνοιξε και μέσα μπήκε μια Ρόζαλι η οποία ήταν κατάκοπη και τρελά εξουθενωμένη  από την χθεσινή κραιπάλη. Χωρίς να της δίνω σημασία, πήγα στην κουζίνα να φτιάξω καφέ. Άλλωστε όταν είχε ξανασυμβεί αυτό στο παρελθόν και είχα πάει να την βοηθήσω, μόνο την τσάντα που δεν μου είχε φέρει στο κεφάλι, έτσι  και εγώ από τότε την αφήνω στην μοίρα της και ας κάνει ότι θέλει. Χωρίς καν να με χαιρετήσει ανέβηκε τις σκάλες και έκλεισε δυνατά την πόρτα πίσω της.

Μετά από  κάνα εικοσάλεπτο και αφού είχα φτιάξει καφέ και καθόμουν στο καναπέ βλέποντας λίγη τηλεόραση μέχρι να έρθει η στιγμή να φύγω,  άκουσα βήματα στις σκάλες και γύρισα το κεφάλι μου και  πραγματικά σάστισα με το θέαμα που έβλεπα.. Η Ρόζαλι είχε βγάλει τα χθεσινοβραδινά ρούχα της, είχε φορέσει  ένα στενό παντελόνι και ένα πουκάμισο που είχε φροντίσει να ξεκουμπώσει τόσο ώστε να φαίνονται τα πλούσια ελέη της, είχε βαφτεί όχι ιδιαίτερα έντονα και τα μαλλιά της τα είχε πιάσει ψηλά σε μια καλοχτενισμένη κοτσίδα. Φαινόταν τόσο φρέσκια, σαν να έχει κοιμηθεί τουλάχιστον  ένα οκτάωρο, πως το κατάφερνε αυτό ούτε που ξέρω. Πήγε στην κουζίνα και αφού έβαλε καφέ σε μια κούπα, κάθισε  στο τραπέζι και άρχισε να το πίνει. Τότε αποφάσισα να πάω να της πω για τον Κύριο Κάλλεν που είχε έρθει χθες. Όταν μπήκα μέσα στην κουζίνα, ούτε καν μου έδωσε σημασία και αφού ήπιε άλλη μια γουλιά από το καφέ της, πήγε στο νεροχύτη για να το αφήσει..

-              Χθες το βράδυ ήρθε από το σπίτι μας ο Κύριος Κάλλεν, είπα και τότε ακούστηκε ένας εκκωφαντικός ήχος από το φλιτζάνι που έπεσε μέσα στον νεροχύτη. Αυτό δεν ήταν καλό σημάδι. Ξαφνικά γύρισε προς το μέρος μου και με κοίταξε με ένα ύφος τόσο άγριο που ειλικρινά δεν το είχα ξαναδεί, σίγουρα αυτό δεν ήταν καλό σημάδι.

-              Ποιος ήρθε??, ρώτησε ενώ έτρεμε ολόκληρη…

-              Ο Κύριος Κάλλεν, ο εργοδότης σου και σε ζητούσε για ένα φάκελο που χρειαζόταν, είπα όσο πιο ήρεμα μπορούσα.

-              Και γιατί δεν με ειδοποίησες, με ρώτησε μέσα από τα δόντια της. 

-              Πρώτον δεν ξέρω που ήσουν και δεύτερον  ο άνθρωπος βιαζόταν, του έδωσα το φάκελο και έφυγε, είπα με απόλυτη ψυχραιμία αν και η αλήθεια είναι ότι την φοβόμουν.

-              Και τι φορούσες?, ρώτησε ενώ τα μάτια της είχαν πάρει κυριολεχτικά φωτιά.

-              Ένα σορτσάκι, ένα μπλουζάκι..

-              Θες να μου πεις ότι εμφανίστηκες σχεδόν γυμνή μπροστά στον διευθυντή μου?, είπε με θυμό ενώ με πλησίαζε με απειλητικά βήματα και εγώ οπισθοχωρούσα γιατί άρχιζα να τρέμω από το φόβο μου.

-              Δεν ήμουν γυμνή και δεύτερον που να φανταστώ ότι θα έρθει το αφεντικό σου βραδιάτικα, είπα προσπαθώντας να υπερασπιστώ  τον εαυτό μου.

-              Άστα αυτά παλιοπουτανάκι, σου άρεσε και είπες να εμφανιστείς μπροστά του έτσι γυμνή μήπως και τον τυλίξεις, είπε σχεδόν ουρλιάζοντας.

-              Και που να ξέρω ότι το αφεντικό σου ήταν έξω από την πόρτα μας, ότι είχα βγει από το μπάνιο, είπα και όπως περπατούσα προς τα πίσω έπιασα τοίχο και η καρδιά μου κόντευε να διαλυθεί από τον τρόμο.

-              Άσε τις δικαιολογίες σε εμένα παλιοθήλυκο που έχεις και θράσος και μιλάς, είπε και τότε μου έδωσε ένα τόσο δυνατό χαστούκι που με έκανε να πέσω κάτω..

-              Μην ξανατολμήσεις να πλησιάσεις το αφεντικό μου γιατί θα έχουμε πολύ κακά ξεμπερδέματα. Το αφεντικό μου δεν είναι για τα μούτρα σου, απορώ πως τόλμησες εσύ ένα κακόμοιρο πλάσμα,  που δεν έχει στον ήλιο μοίρα να γυρίσεις να ρίξεις έστω και μια ματιά στο αφεντικό μου, θα έπρεπε να ντρέπεσαι. Μην τολμήσεις έστω και να τον κοιτάξεις άλλη φορά, γιατί σου υπόσχομαι ότι θα το πληρώσεις πολύ ακριβά, ασχημομούρα, το κατάλαβες?

-              Ναι, είπα με όση δύναμη μου είπε απομείνει, προσπαθώντας ταυτόχρονα να σηκωθώ από το πάτωμα.

-              Δεν άκουσα, κατάλαβες τι σου είπα?, είπε με τσιριχτή φωνή ενώ μου έδωσε και από την άλλη μεριά ένα χαστούκι  αλλά ευτυχώς κρατήθηκα από το έπιπλο έγκαιρα και δεν έπεσα..

-              Το κατάλαβα, είπα με όλη την δύναμη της ψυχής μου και αφού με κοίταξε απαξιωτικά από πάνω μέχρι κάτω, έφτυσε στο πάτωμα και έφυγε. Την είδα μέσα από τα θολά μου μάτια από το κλάμα να παίρνει την τσάντα της και να εξαφανίζεται από το σπίτι.

Εγώ στηριζόμενη πάνω στο έπιπλο, πήγα σιγά σιγά και κάθισα στον καναπέ και προσπάθησα να ηρεμήσω. Όλη η χαρά που ένιωσα χθες μετατράπηκε σε θλίψη, σε πόνο και σε φόβο, φόβο για να μην νιώσω τίποτα για αυτόν τον άνθρωπο. Από την πρώτη στιγμή ένιωσα μια ιδιαίτερη έλξη για αυτόν, τώρα όμως είναι σαν να μπαίνει ένας τοίχος μπροστά μου και με προειδοποιεί ότι αν τολμήσω έστω και στο ελάχιστο να ερωτευτώ τον Κύριο Κάλλεν μόνο εμπόδια θα βρίσκω. Γιατί στην ζωή μου κάθε φορά που προσπαθώ να ανοίξω τα φτερά μου, κάποιος μου τα κόβει πριν ακόμα τολμήσω να τα ανοίξω.

Σήμερα ..

Μόλις τον είδα στο γραφείο των καθηγητών, τόσο αεράτο, τόσο φρέσκο και όμορφο έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου, δεν το περίμενα να τον ξαναδώ μπροστά μου. Πέρασα από δίπλα του με κοίταξε για λίγο αλλά δεν με αναγνώρισε και αυτό με πλήγωσε πολύ αλλά ίσως και καλύτερα, γιατί πρέπει να τον ξεχάσω εντελώς. Τι έκανε όμως εδώ? Εμένα έψαχνε?? Αν έψαχνε εμένα, τι έκανε στην αίθουσα των καθηγητών?

Είχα τόσο την ανάγκη να απομονωθώ από όλους και από όλα και έτσι αποφάσισα να καθίσω σε ένα πεζούλι παράμερα για να διαβάσω ένα βιβλίο. Εκεί που με είχε συνεπάρει η ιστορία ξαφνικά ένας άντρας εμφανίστηκε μπροστά μου και άρχιζα να ανεβάζω το πρόσωπο μου ώσπου συνάντησα τα μάτια του που ήταν σαν δύο πράσινες, λαμπερές χάντρες.  Δεν το πίστευα ότι στεκόταν εδώ μπροστά μου.

Η αμηχανία μου, μπροστά του  δεν μπορούσε να κρυφτεί και αυτό φαινόταν καθαρά , ωστόσο προσπάθησα με τα πολλά να ηρεμήσω και να μάθω τον λόγο της παρουσίας του εδώ στην σχολή . Όταν όμως μου είπε ότι είχε έρθει για να επισκεφτεί τον καθηγητή μας τον κύριο Στάντ , απογοητεύτηκα γιατί για κάποια στιγμή μου είχε περάσει η σκέψη ότι είχε έρθει για εμένα , αλλά πόσο λάθος έκανα. Σιγά μην ερχόταν για εμένα , τι να την κάνει μια ασχημομούρα, ένας τέτοιος άντρας που θα μπορούσε να έχει στα πόδια του όποια γυναίκα ήθελε.

Όταν όμως μου είπε ότι θυμήθηκε ότι σπουδάζω εδώ και ήθελε να με δει , μου κόπηκαν τα πόδια και μια ελπίδα ήρθε να γεννηθεί ξανά μέσα μου. Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό μου είπε και δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που ακολούθησε , τον Έντουαρντ να μου εξομολογείται ότι με σκεφτόταν.  Εκείνη την στιγμή ένιωσα την καρδιά μου να χτυπά τόσο δυνατά που ήταν έτοιμη να φύγει από την θέση της. Ο λαιμός μου είχε ξεραθεί και όλο το σώμα μου είχε μουδιάσει . Τότε ξαφνικά εκεί που έμοιαζαν όλα τόσο όμορφα , η εικόνα της Ρόζαλι να με απειλεί ήρθε να τρυπήσει το μυαλό μου και η συνεχόμενη επανάληψη της έκανε το κεφάλι να πονάει οικτρά . Δεν υπήρχε εναλλακτική λύση , έπρεπε να φύγω από εκεί όσο το δυνατόν νωρίτερα. Δεν υπήρχαν περιθώρια , υπο άλλες περιστάσεις θα καθόμουν εκεί ή θα πήγαινα μαζί του κάπου να μιλήσουμε , τώρα όμως όλα είναι τόσο δύσκολα .Έτσι και εγώ έκανα αυτό που έπρεπε , έφυγα από εκεί τρέχοντας για να μπορέσω να ξεφύγω από όλη αυτή την ελπίδα ότι ο Έντουαρντ με θέλει , γιατί το μόνο που μου προκαλεί είναι πόνος.

Μετά την σχολή ,γύρισα κατευθείαν στο σπίτι μου και με ταχύτητας φωτός πήγα στο δωμάτιο μου και κλείστηκα εκεί. Ένιωσα τα πρώτα δάκρυα να έρχονται και δεν αντιστάθηκα, ήθελα να κλάψω, ήθελα να ξεσπάσω όλο τον πόνο που ένιωθα. Εγώ γιατί να μην μπορώ να ζήσω τον έρωτα όπως θέλω εγώ και μου καθορίζουν την ζωή όπως θέλουν οι άλλοι,  γιατί, μου λέτε, γιατί?

Έντουαρντ …

Εδώ και λίγες  μέρες προσπαθούσα να τα βάλω όλα σε μια τάξη, να δω τι την έκανε να με απορρίψει, τι την έκανε να φύγει εκείνη την ημέρα. Ήξερα ότι με ήθελε, αυτό μπορούσα να το διακρίνω μέσα από τις εκφράσεις της αλλά κάτι την εμπόδιζε και δεν ήξερα τι, δεν μου άφησε κανένα περιθώριο εκείνη την ημέρα. Καθώς μελετούσα κάτι προϋπολογισμούς, ξαφνικά άρχισα να ακούω κάτι φωνές απέξω από οικείες φωνές και αμέσως σηκώθηκα για να πάω έξω να δω τι συμβαίνει. Μόλις βγήκα έξω αυτό που αντίκρισα με άφησε άφωνο. Η Ρόζαλι  με το χέρι ανεβασμένο, έτοιμο να δώσει χαστούκι στην Μπέλλα που ήταν απέναντι της.

-              Θα μπορούσε να μου πει κάποια τι ακριβώς συμβαίνει εδώ?, είπα με νευριασμένη φωνή και αμέσως και οι δύο γύρισαν σαστισμένες προς το μέρος μου.

Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012


Να με προσέχεις 2...Έρωτας με την πρώτη ματιά




Πόσες φορές στην ζωή μας είπαμε, ώπα, δεν πάει άλλο με όλη αυτή την ρουτίνα, με όλη αυτή την καθημερινή κόλαση, βαρέθηκα. Εκεί που έχεις πάρει την απόφαση να τα παρατήσεις όλα και να ζήσεις το όνειρο σου, ξαφνικά οι τύψεις  έρχονται να σε κατακλύσουν και νιώθεις να πνίγεσαι. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και σε εμένα, νιώθω ότι πνίγομαι, νιώθω ότι ασφυκτιώ αλλά δεν υπάρχει πουθενά μια διέξοδος να βγω, ένα χέρι να πιαστώ και να σωθώ.


Από μικρός ζούσα μέσα στα πλούτη, τα είχα όλα. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, είχα ελάχιστους φίλους, ποτέ δεν γνώρισα την πραγματική διασκέδαση, δεν κάθισα ποτέ ως τρελός έφηβος μέχρι το πρωί έξω από το σπίτι πίνοντας και κάνοντας τρέλες όπως έκαναν τότε τα άλλα παιδιά της ηλικίας μου. Το μόνο που έβλεπα ήταν αριθμούς να ξεπηδούν μέσα από τετράδια, βιβλία, ακόμα και οι συζητήσεις μου περιστρέφονταν γύρω από  τους αριθμούς και αυτό γιατί από την  μέρα που γεννήθηκα το μέλλον μου είχε προκαθοριστεί καθώς προοριζόμουνα να διοικήσω την εταιρεία του πατέρα μου. Ποτέ δεν με ρώτησαν τι ήταν αυτό που πραγματικά ήθελα, τι ήταν αυτό που εμένα γέμιζε, με αποτέλεσμα στην ηλικία των 28 χρονών, με πολλά πτυχία πάνω στα οικονομικά και στο μάνατζμεντ,  τώρα  επάξια  να είμαι αντιπρόεδρος στην εταιρεία του πατέρα μου. Φυσικά η θέση δεν μου χαρίστηκε ούτε στο ελάχιστο, ξεκίνησα από πολύ χαμηλά και μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα κατάφερα να φτάσω πολύ ψηλά γιατί δεν ήθελα με κανένα τρόπο να απογοητεύσω τον πατέρα μου, το μόνο που ήθελα ήταν να νιώθει περήφανος για τον γιο του.


Τα συναισθηματικά μου είναι πιο μαύρα και από την μαύρη τρύπα. Έχω στο ενεργητικό μου μόνο μία σχέση, η οποία κράτησε 3 χρόνια αλλά χωρίσαμε άδοξα αφού με απατούσε με τον οικονομικό διευθυντή της εταιρείας. Δεν μπορώ να πω ότι πληγώθηκα και πολύ, γιατί πολύ απλά δεν ήμουν ποτέ αυτό που λέμε τρελά ερωτευμένος, απλά ένιωθα καλά, ένιωθα μια σιγουριά. Αυτή η σχέση όμως είχε σαν αποτέλεσμα να με κάνει να χάσω και την λίγη εμπιστοσύνη που είχα στις γυναίκες. Από τότε δεν έκανα καμιά άλλη σχέση, αν και θα μπορούσα να έχω όποια γυναίκα ήθελα και λεφτά αρκετά είχα και σε εμφάνιση άσχημο δεν με λες, αλλά δεν μου αρέσουν καθόλου οι εφήμερες σχέσεις, θέλω να νιώσω κάποια στιγμή αυτό που λέμε καρδιοχτύπι με τη πρώτη ματιά, την απόλυτη ολοκλήρωση της ψυχής, να νιώσω για μια φορά ότι ζω έστω και λίγο και εγώ πραγματικά. Το ξέρω ότι είμαι πολύ ρομαντικός για την εποχή μου, αλλά δεν θα προδώσω για κανέναν και για τίποτα τα πιστεύω μου και τις αντιλήψεις μου. Μια συνάντηση  πριν τρεις μέρες ήρθε και τα άλλαξε όλα, μια συνάντηση που έκανε την καρδιά μου να χτυπήσει ίσως για πρώτη φορά στην ζωή μου δυνατά.


Καθώς καθόμουν στο γραφείο μου και ετοίμαζα κάτι τελευταίες εκκρεμότητες για το επαγγελματικό μου ταξίδι, συνειδητοποίησα ότι μου λείπει ένας κρίσιμος φάκελος, χωρίς αυτόν δεν θα μπορούσα να κλείσω την δουλειά.  Έψαξα παντού, έκανα το γραφείο μου φύλλο και φτερό αλλά τίποτα, ώσπου θυμήθηκα ότι το είχα δώσει σε αυτή την άχρηστη την γραμματέα μου, την Ρόζαλι. Δεν λέω πολλή όμορφη γυναίκα και με φλερτάρει σχεδόν ασύστολα θα μπορούσα να πω, άλλο κάνω τον αδιάφορο γιατί πολύ απλά το μυαλό και η εξυπνάδα έχουν πάρει μόνιμη άδεια από πάνω της.  Αν δεν ήταν ο πατέρας μου γνωστός με τον πατέρα της, θα σου έλεγα εγώ αν θα την προσλαμβάναμε, αυτή η κοπέλα ούτε μια δουλειά της προκοπής δεν μπορεί να κάνει, σκέτο της λες, γλυκό καφέ σου φέρνει για τέτοια εξυπνάδα μιλάμε. Ευτυχώς είναι καλή στους προϋπολογισμούς και αυτό διορθώνει κάπως την όλη κατάσταση.  Άρχισα να την παίρνω τηλέφωνο στο κινητό αλλά και στο σπίτι όμως κανένας δεν απαντούσε, έτσι πήρα την απόφαση να πάρω το αυτοκίνητο και να πάω στο σπίτι τους να την βρω. Ήταν βέβαια περασμένη η ώρα αλλά δεν μπορούσα να κάνω και τίποτα άλλο από την στιγμή που χωρίς αυτόν τον φάκελο δεν θα μπορούσα να κλείσω την δουλειά.


Μόλις έφτασα σπίτι της, χτύπησα το κουδούνι και μια γυναικεία, γλυκιά φωνή ακούστηκε από μέσα, αυτή η φωνή σίγουρα δεν ήταν της Ρόζαλι.


- Ποιος είναι?, ρώτησε κάπως τρομαγμένα μια κοπέλα από μέσα. Λογικό τέτοια ώρα μόνο οι βρικόλακες και τα φαντάσματα κυκλοφορούν στους δρόμους.


- Συγγνώμη που ενοχλώ τέτοια ώρα αλλά θα ήθελα να μιλήσω στην Ρόζαλι, μήπως είναι μέσα?, ρώτησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα.


Τότε ξαφνικά άνοιξε η πόρτα και ένας πραγματικός άγγελος εμφανίστηκε μπροστά μου. Μια κοπέλα με όμορφα, καλλίγραμμα πόδια, υπέροχο σώμα που το τόνιζε ιδιαίτερα το τιραντένιο μπλουζάκι της, σαρκώδη χείλη που ήθελες να τα φιλήσεις σαν τρελός αλλά αυτό που σου έκοβε την ανάσα και ήθελες να χαθείς μέσα τους, ήταν τα καστανά, μεγάλα της μάτια.  Αυτά τα μάτια ανέδυαν μια ιδιαίτερη ζεστασιά που δεν μπορούσες με τίποτα να τους αντισταθείς. Την παρατηρούσα που με κοιτούσε από πάνω μέχρι κάτω  ξεροκαταπίνοντας και αυτό μπορούσα να πω ότι τόνισε ιδιαίτερα τον ανδρικό εγωισμό μου.


- Συγγνώμη δεσποινίς μου, είσαστε καλά?, ρώτησα αφού τόση ώρα δεν είχε πάρει ούτε μια ανάσα.


- Ναι ναι, ποιος την ζητά παρακαλώ?, αποκρίθηκε ευγενικά με αυτή την γλυκιά φωνή της.


- Ο προϊστάμενος της, Έντουαρντ Κάλλεν, απάντησα και την είδα για κάποια στιγμή να γουρλώνει τα μάτια της αλλά  πολύ γρήγορα βρήκε ξανά την αυτοκυριαρχία της. Αυτές οι παιδικές εκφράσεις που έπαιρνε το προσωπάκι της με τρέλαιναν αλλά έπρεπε να δείξω αυτοσυγκράτηση και σοβαρότητα.


- Και τι την θέλετε την αδερφή μου, τέτοια ώρα? Αν δεν γίνομαι αδιάκριτη βέβαια., είπε και τότε μου ήρθε το εγκεφαλικό. Αυτό το πλάσμα, αδερφή με την κακιά μάγισσα? Αποκλείεται!!


- Δεν γίνεστε αδιάκριτη, αντιθέτως είναι δικό μου παράπτωμα που σας ενοχλώ τέτοια ώρα αλλά η αδερφή σας έχει ένα φάκελο πολύ κρίσιμο για την δουλειά μου. Αύριο βλέπετε φεύγω επαγγελματικό ταξίδι και τον χρειάζομαι. Της τηλεφώνησα αρκετές φορές αλλά δεν μου απαντούσε και έτσι πήρα το θάρρος να έρθω εδώ., είπα ειλικρινέστατα.


- Ξέρετε η αδερφή μου δεν είναι εδώ αλλά αν θέλετε θα μπορούσα να σας εξυπηρετήσω εγώ., είπε με ένα γλυκό χαμόγελο που με έκανε να σαστίσω.


- Ναι βέβαια, αν δεν σας κάνει κόπο. Θα σας ήμουν υπόχρεος, ξέρετε είναι πολύ  σημαντικός για εμένα.


- Μην το συζητάτε, πώς είναι ο φάκελος που χρειάζεστε?


- Είναι κόκκινος και γράφει επάνω υπόθεση DEXTER…


- Θα προσπαθήσω να τον βρω, θα θέλατε εντωμεταξύ να περάσετε μέσα στο σπίτι για μην κάθεστε στο κατώφλι?, μου πρότεινε ευγενικά κάνοντας μου χώρο να περάσω. Περνώντας από δίπλα της, το άρωμα της με κατέκλυσε και όλες μου οι αισθήσεις ακόμα και οι πιο κρυμμένες ζωντάνεψαν, κάνοντας με να νιώσω κάτι μικρά τσιμπήματα στην καρδιά αλλά προσπάθησα να μην δώσω σημασία.


- Θα θέλατε να σας προσφέρω κάτι μέχρι να τον βρω?


- Όχι ειλικρινά δεν χρειάζεται και σας ευχαριστώ πολύ για το κόπο σας, πραγματικά με έχετε καταϋποχρεώσει.


- Τίποτα μην το συζητάτε., είπε και εξαφανίστηκε από μπροστά μου. Πόσο διαφορετική ήταν από την αδερφή της, αυτή η κοπέλα είναι τόσο γλυκιά, τόσο ευγενική και φαίνεται αρκετά έξυπνη σε αντίθεση με την αδερφή της.


Καθώς περίμενα να έρθει η κοπέλα, που τώρα που το σκέφτομαι ούτε το όνομα της δεν γνώριζα, κοίταξα τον χώρο γύρω μου, ώσπου η ματιά  μου έπεσε πάνω σε κάτι βιβλία. Πήρα δισταχτικά ένα βιβλίο στο χέρι μου και όπως το άνοιξα διάφορες εικόνες και ορολογίες φυτών άρχισαν να εμφανίζονται μπροστά μου. Όταν ήμουν πιο μικρός ήθελα να ασχοληθώ με την γεωπονική, τα λάτρευα τα φυτά και ακόμα τα λατρεύω αλλά δεν μπόρεσα να κάνω αυτό που ήθελα, αφού όλα ήταν ήδη προσχεδιασμένα για εμένα.


- Σας αρέσει η γεωπονική, κύριε Κάλλεν?, άκουσα την φωνή της να με ρωτάει και αυτόματα γύρισα προς το μέρος της.


- Ναι πολύ, όταν ήμουν μικρός ήθελα να ασχοληθώ με αυτόν τον κλάδο αλλά οι αριθμοί πήραν την θέση των φυτών, είπα με ένα σαρκαστικό χαμόγελο.


- Με τον τρόπο όπου το λέτε με κάνετε να νιώθω ότι αυτό που σπουδάσατε δεν σας άρεσε τελικά και τόσο πολύ., είπε δισταχτικά..


- Καμιά φορά αναγκαζόμαστε να κάνουμε πράγματα που δεν θέλουμε, τέλος πάντων εσάς σας αρέσει η γεωπονική?, ρώτησα και για πρώτη φορά συνειδητοποίησα ότι ανοιγόμουν σε ένα ξένο άνθρωπο. Συνήθως είμαι τόσο κλειστός άνθρωπος που δεν εμπιστεύομαι εύκολα του άλλους αλλά αυτή η κοπέλα μου έβγαζε κάτι το διαφορετικό, κάτι που δεν μπορούσα εύκολα να προσδιορίσω.


- Ναι, ήταν πάντα το όνειρο μου., μου επιβεβαίωσε αυτό που είχα ήδη καταλάβει με ένα χαμόγελο να κάνει δειλά την εμφάνιση του στο πρόσωπο της παίρνοντας την ανάσα μου μακριά.


- Είναι ωραίο κάποιος να ακολουθεί το όνειρο του., είπα  κάτω από τον αναστεναγμό μου νοσταλγικά.


- Πράγματι είναι ωραίο να ακολουθείς το όνειρο σου, γιατί μέσα από αυτό νιώθεις ότι ζεις, ότι αναπνέεις  και ξεφεύγεις από οτιδήποτε άσχημο σου επιφέρει η πραγματικότητα., είπε και μια υποψία πόνου διαπέρασε τα μάτια της που με έκανε να σαστίσω και να θέλω να την αγκαλιάσω για να διώξω οτιδήποτε την κάνει να πληγώνεται.


-             Η πραγματικότητα είναι άσχημη, γιατί πρέπει να μας χαλάει το όνειρο, σωστά?, ρώτησα με ένα γλυκό χαμόγελο έτσι ώστε να την κάνω να νιώσει πιο άνετα και ο πόνος να φύγει από αυτά τα υπέροχα μάτια.


-             Όντως, άλλωστε αποδίδεις και καλύτερα γιατί κάνεις αυτό που πραγματικά θέλεις. Αν και στην δική σας περίπτωση δεν ισχύει αυτό., είπε και ένα αχνό κόκκινο κάλυψε τα μάγουλα της.


-           Γιατί το λέτε αυτό?, ρώτησα ήρεμα και απόλυτα φυσικά, δεν ήθελα με κανένα τρόπο να την φέρω σε δύσκολη θέση.


-            Διότι από ότι ξέρω και από την αδερφή μου και τον πατέρα μου, είσαστε κορυφαίος στην δουλειά σας, είστε ο πιο νέος αντιπρόεδρος των ΗΠΑ και όμως δεν ακολουθήσατε αυτό που θέλατε, αυτό που ήταν το όνειρο σας., είπε ενώ κοιτούσε επίμονα το πάτωμα. Πρέπει να ντρεπόταν πολύ, φαινόταν γενικά κλειστός άνθρωπος και όμως αυτή η αθωότητα της με τρέλαινε, με έστελνε στον έβδομο ουρανό κυριολεχτικά.


-        Υπάρχουν και οι αστάθμητοι παράγοντες όπως είναι οι γονείς και το γεγονός ότι θέλεις να νιώσουν υπερήφανοι για σένα., είπα με απόλυτη ειλικρίνεια.


-        Ναι αλλά δεν ισοπεδώνετε έτσι τα δικά σας όνειρα για χάρη των γονιών σας?, ρώτησε με περισσότερη αυτοπεποίθηση αυτή την φορά.


-        Όταν μπαίνεις στο χορό, πρέπει να χορέψεις και αυτό ακριβώς έκανα, υπάρχουν συνθήκες και καταστάσεις που δεν μπορείς να αλλάξεις., είπα κοιτώντας την κατευθείαν μέσα στα μάτια για να δει την αλήθεια, την δική μου αλήθεια. Τότε ξεροκατάπιε μέσα από την αμηχανία της και μου έτεινε δειλά το φάκελο..


-     Αυτός είναι ο φάκελος σας?


- Ναι αυτός είναι, σας ευχαριστώ πολύ δεσποινίς…


- Μπέλλα, Μπέλλα Σουάν, τόση ώρα μιλάμε και δεν σας συστήθηκα., είπε και ψιλογελάσαμε και οι δύο.


- Δεν πειράζει, και πάλι σας ευχαριστώ πολύ και συγγνώμη για ταλαιπωρία.


- Μην το συζητάτε, σημασία έχει ότι το βρήκαμε.


- Λοιπόν αντίο σας και χάρηκα πολύ για την γνωριμία.., είπα αν και το συναίσθημα του αποχωρισμού, άρχιζε να με κατακλύζει και δεν μου άρεσε καθόλου. Δεν ήθελα να φύγω και το έβλεπα και στα δικά της μάτια, ότι δεν της περνούσα αδιάφορος αλλά το καλύτερο και για τους δυο μας αυτή την στιγμή ήταν  να φύγω.


- Και εγώ, αντίο σας και καλό ταξίδι.., είπε με ένα δειλό χαμόγελο.


- Σας ευχαριστώ πολύ., είπα και αφού άνοιξα την πόρτα, έφυγα με ανάμειχτα συναισθήματα να με  κάνουν να θέλω να γυρίσω πίσω αλλά φυσικά δεν το τόλμησα, με τι δικαιολογία άλλωστε;


Από τότε αυτή η κοπέλα δεν έχει βγει από το μυαλό μου. Σε όλο το ταξίδι είχε κατακλύσει κάθε μου σκέψη που απορώ πώς  κατάφερα να κλείσω μια τόσο σοβαρή δουλειά όπως είναι η DEXTER. Τώρα που γύρισα ξανά στην εταιρεία δεν έχω όρεξη για τίποτα, το μόνο που θέλω είναι να την συναντήσω ξανά. Τι έχω πάθει? Ειλικρινά δεν ξέρω!!


Καθώς καθόμουν και κοιτούσα αόριστα τα χαρτιά που βρίσκονταν μπροστά μου, ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο, κάνοντας με να ξυπνήσω από τον λήθαργο που είχα πέσει.


- Ναι, Ρόζαλι, τι θέλεις?


- Έχει έρθει, ο κύριος Χέιλ, να περάσει?


- Ναι και βέβαια να περάσει., είπα και αμέσως σηκώθηκα να τον υποδεχτώ.


Ο ‘Εμμετ ήταν ο καλύτερος μου φίλος που εδώ και έξι μήνες έλειπε στο εξωτερικό για κάτι επαγγελματικές δουλειές. Ήμασταν τόσο διαφορετικοί, εκείνος ήταν γυναικάς, του άρεσε να γλεντά την ζωή σε αντίθεση με εμένα που είμαι πιο μονόχνοτος. Ωστόσο όποτε τον χρειάζομαι, είναι πάντα δίπλα μου, όπως και εγώ φυσικά. Ανοίγοντας την πόρτα μπήκε μέσα ο Έμμετ με ένα τεράστιο χαμόγελο στα χείλη.


- Που είσαι ρε Έμμετ?, είπα και αμέσως αγκαλιαστήκαμε..


- Μόλις έφτασα και είπα να έρθω να δω τον κολλητό μου., είπε ευδιάθετος..


- Και καλά έκανες, έλα κάθισε., τον παρότρυνα κάνοντας του χώρο να περάσει για να καθίσει και πήγα και εγώ στην θέση μου.. Θες να σε κεράσω κάτι?


- Ένα καπουτσίνο , αν σου είναι εύκολο...


-             Και το συζητάς , είπα και πήρα αμέσως τηλέφωνο την Ρόζαλι.


- Λοιπόν για πες, πως πήγε η Βοστώνη, τελείωσες από εκεί?


- Όχι που τέτοια τύχη, απλά έχω άδεια και είπα να γυρίσω για λίγο στα πάτρια εδάφη..


- Και πολύ καλά έκανες., είπα και τότε χτύπησε την πόρτα η Ρόζαλι και μπήκε μέσα.


Για ακόμη μια φορά έκανε θριαμβευτική είσοδο για να δείξει τα κάλλη της. Φορούσε μια φούστα μέχρι το γόνατο στενή τονίζοντας τους γλουτούς της και ένα πουκάμισο μπλε με τα κουμπιά να είναι σχεδόν τα μισά ανοιχτά δείχνοντας μας ότι διαθέτει μπούστο .Σε έναν άλλον άντρα ίσως αυτά να του άρεσαν αλλά  εμένα με αηδιάζανε στο έπακρο. Δεν λέω ότι δεν μου αρέσουν οι ωραίες γυναίκες, δεν μου αρέσουν όμως οι προκλητικές, αυτές που κάνουν τα πάντα για να δείξουν ότι διαθέτουν ομορφιά και τίποτα άλλο. Στην ζωή δεν είναι το παν η ομορφιά αλλά και η εξυπνάδα, η γλυκύτητα, τα όμορφα συναισθήματα, η αθωότητα, που εγώ θεωρώ ότι είναι τόσο σημαντικά για την ζωή ενός ανθρώπου.


- Ορίστε ο καφές σας., είπε και το άφησε σκύβοντας έτσι που ο Έμμετ δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια του από πάνω της.


- Σε ευχαριστούμε πολύ Ρόζαλι, μπορείς να πηγαίνεις, δεν θα σε χρειαστώ άλλο σήμερα., είπα και με κοίταξε με μια απογοήτευση γιατί ήμουν σίγουρος ότι ήθελε να καθίσει να κρυφακούσει. Ακόμα έχω απορία γιατί την κρατάω!!


- Όπως νομίζετε κύριε Κάλλεν. Καλό βράδυ., είπε και αφού γύρισε επιδεκτικά την πλάτη της προς το μέρος μας, έφυγε αφήνοντας μας επιτέλους μόνους.


- Καλά έτσι, η κοπέλα είναι κουκλάρα., είπε ο Έμμετ θαμπωμένος από τα κάλλη της Ρόζαλι.


- Κουκλάρα μεν, άμυαλη δε.., απάντησα εγώ ειρωνικά.


- Τι να το κάνεις το μυαλό, όταν έχεις ένα τέτοιο κορμί δίπλα σου?


- Αμάν βρε Έμμετ, είπα και εγώ μήπως άλλαζες, αλλά που τέτοια θαύματα., είπα μισογελώντας.


- Μωρέ έχει χάρη που είναι η Τάνια στην μέση αλλιώς θα σου έλεγα εγώ., είπε και μόλις πιάσαμε λαβράκι, δεν μου είχε ξαναμιλήσει ποτέ για την Τάνια.


- Τάνια? Ποια είναι η δεσποινίς που σου έχει πάρει το μυαλό?


- Μια κουκλάρα, ψηλή, κοκκινομάλα και πανέξυπνη..


- Έμμετ είσαι καλά? Εσύ με έξυπνη που τις είχες του πεταματού γιατί θεωρείς ότι κάνουν κακό στην εικόνα σου! , είπα δύσπιστα χωρίς να μπορώ να το πιστέψω ακόμα.


- Ε καλά άνθρωπος είμαι αλλάζω που και που γνώμη, ιδίως αν αξίζει ο λόγος για να το κάνω. Αν την δεις... Απλά δεν υπάρχει…, είπε με έναν ενθουσιασμό..


- Εάν δεν υπάρχει πως θα την δω?, ρώτησα κοροϊδευτικά ενώ στα χείλια μου τρεμόπαιζε ένα χαμόγελο.


- Μμμμ. Όποιος σου είπε ότι είσαι αστείος, απλά δεν ήθελε να σε προσβάλλει, μου ανταπέδωσε και άρχισα να γελάω με την ψυχή μου.. Μου είχε λείψει τόσο πολύ ο Έμμετ και το καλαμπούρι του.


- Άντε βρε φίλε, πολύ χαίρομαι για εσένα., είπα με μια δόση περηφάνιας. Πάντα χαιρόμουν όταν έβλεπα τον κολλητό μου ευτυχισμένο, τον είχα κάτι παραπάνω και από αδερφό και όλο αυτό το διάστημα που έλειπε στην Βοστώνη, ένιωθα πιο μόνος από ποτέ.


- Εσύ καμιά γκομενίτσα παίζει?


- Μπα τίποτα νέκρα., είπα με μια αμφιβολία να υπάρχει ανάμεσα στα λόγια μου..


- Γιατί δεν είμαι τόσο σίγουρος για αυτό.., είπε λες  και είχε διαβάσει την σκέψη μου.


- Βασικά υπάρχει μια κοπέλα που μου έχει κινήσει το ενδιαφέρον αλλά υπάρχουν πολλά εμπόδια μεταξύ μας., παραδέχτηκα τόσο στον Έμμετ όσο και στον ίδιο μου εαυτό.


- Θα μπορούσα να μάθω ποια είναι τα εμπόδια?, ρώτησε, γιατί ήταν απόλυτα σίγουρος ότι εγώ βρίσκω εμπόδια εκεί που δεν υπάρχουν.


- Πρώτον είναι μόνο 19 χρονών..


- Ε και τι πειράζει, δέκα χρόνια διαφορά έχετε περίπου, σιγά το πράγμα. Και τι έγινε? Πολλά ζευγάρια είναι ακριβώς έτσι, σιγά το πρόβλημα. Άλλο?.., ρώτησε και συνέχισα  αν και ήμουν έτοιμος να το σχολιάσω.


- Έπειτα είναι οι γονείς της, οι οποίοι είναι οικογενειακοί φίλοι μας, δεν ξέρω αν θα το πάρουν καλά που εγώ ένας 28χρονος θα τα φτιάξω με την μικρή τους κόρη, δεν φαίνεται κάπως?


- Μην λες βλακείες, είσαι ακόμα νέος άνθρωπος και πολύ επιτυχημένος στην δουλειά σου, γιατί να μην σε θέλουν?


- Δεν μπορώ να το ξέρω αυτό και το τρίτο και το σημαντικότερο, δεν ξέρω αν με θέλει η ίδια, είπα με μια απογοήτευση να με κυριεύει. Γενικά νιώθω μια ανασφάλεια, δεν ξέρω αν με θέλει έστω και στο ελάχιστο και αυτό με κάνει να διστάζω να την προσεγγίσω.


- Γιατί δεν το εξακριβώνεις?, ρώτησε με απορία ανοιχτά ο Έμμετ.


- Πως θα γίνει αυτό, θα πάω να την πιάσω και να της πω, με θες? Θες να  τα φτιάξουμε? Σαν να είμαι κανένα σχολιαρόπαιδο?,  τον ρώτησα κοροϊδευτικά.


- Όχι ρε μαλάκα, αν είναι δυνατόν. Πλησίασε την, προσέγγισε την, μάθε τι της αρέσει, κάντε παρέα και το ένα θα φέρει το άλλο. Αν δεις ότι δεν τότε σταματά το, πριν να είναι αργά., μου απάντησε δίνοντας την απάντηση που τόσο καιρό έψαχνα.


Είχε απόλυτο δίκιο ο Έμμετ , πρέπει να την πλησιάσω , να της μιλήσω χωρίς να ντρέπομαι και να φοβάμαι. Είμαι σε μια τέτοια ηλικία που η ντροπή έχει  παραμεριστεί και έχει μετατραπεί σε θάρρος και θα μπορούσα να πω σε θράσος . Την κοπέλα αυτή την ήθελα, γιατί πρέπει να κρύβομαι πίσω από το δάκτυλο σαν ένας δεκαοκτάχρονος. Ξέρω τι θέλω και αυτή την κοπέλα, την θέλω σαν τρελός και θα κάνω τα πάντα για να την κερδίσω.