Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012


Να με προσέχεις …

Πρόλογος…

Το πιο άσχημο πράγμα στην ζωή σου, είναι το να είσαι μόνος σου. Ακόμα χειρότερο όμως είναι να νιώθεις μόνος μέσα στην ίδια σου την οικογένεια. Πώς αυτό είναι δυνατό? Και όμως είναι και αυτό γιατί έχεις μάθεις να ζεις έτσι, έχεις αφήσει τους άλλους να σε κάνουν να αισθάνεσαι έτσι. Αυτό που αναζητάς είναι λίγη φροντίδα, κάποιον να προσέχει εσένα, να σε νοιάζεται και εσύ να είσαι έτοιμος να νοιαστείς για αυτόν όχι γιατί είναι υποχρέωση σου, αλλά  επειδή το θέλεις και το επιθυμείς όσο τίποτα άλλο στην ζωή σου... Μέσα σε αυτήν την μοναξιά  που ζεις , το μόνο που αναζητάς είναι λίγη συντροφιά  και εσύ είσαι πρόθυμος να του ανταποδώσεις  το καλό που σου κάνει με όλην σου την ψυχή. Τι μπορείς να κάνεις όμως όταν τον βρίσκεις αυτόν τον κάποιον και εκεί που είσαι έτοιμη να του παραδοθείς ψυχή τε και σώματι, χωρίς να σε νοιάζει τίποτα άλλο, να έρχεται κάποιος και  σου τα καταστρέφει όλα? Εντάξει να είναι ξένος, αν όμως είναι η ίδια σου η αδερφή, τότε τι μπορείς να κάνεις?

Ιζαμπέλλα Μαρι Σουάν ..



Η Ιζαμπέλλα ή αλλιώς Μπέλλα είναι μια 19χρονη κοπέλα που μετά από μεγάλο κόπο και σκληρή δουλειά κατάφερε να μπει στην γεωπονική σχολή. Ήταν κάτι που το επιθυμούσε πολύ και μετά από μεγάλο αγώνα, έκανε το όνειρο της πραγματικότητα. Ήταν μια κοπέλα χαμηλών τόνων, που υπακούει πιστά την μεγαλύτερη αδερφή της και θεωρεί τον εαυτό της άσχημο, ενώ στην ουσία είναι μια πολύ όμορφη κοπέλα με μακριά καστανά μαλλιά, με μεγάλα εκφραστικά καστανά μάτια και με ένα κορμί που μπορεί να σαγηνεύσει οποιοδήποτε άντρα γυρίσει το βλέμμα του προς το μέρος της. Σαν χαραχτήρας είναι γλυκιά, ντροπαλή και φοβάται την αδερφή της. Τι θα γίνει όμως όταν γνωρίσει τον έρωτα της ζωής της, θα παρακούσει την αδερφή της ή θα βάλει το φόβο της πάνω από όλα ?

Ρόζαλι Σουάν



Η Ρόζαλι Σουάν είναι μια 28χρονη γυναίκα με σχετικά χαμηλή μόρφωση όπου δουλεύει σε μια εταιρεία ως γραμματέας του Αντιπρόεδρου της εταιρείας. Έχει κάνει ήδη δυο αποτυχημένους αρραβώνες και τώρα ψάχνει για τον επόμενο, που δεν είναι άλλος από το αφεντικό της. Είναι η αγαπημένη κόρη των γονιών και εξουσιάζει την μικρή της αδερφή. Την ζηλεύει αφάνταστα και έτσι έχει καταφέρει να την κάνει να αισθάνεται άσχημη. Είναι όμορφη γυναίκα με μακριά, ξανθιά  μαλλιά, με ένα γκριζοπράσινο χρώμα ματιών και με ένα αρκετά καλό σώμα. Ωστόσο ο χαραχτήρας  της είναι αυτό που την απωθεί από τους άλλους. Είναι κακιά, ζηλιάρα και ψάχνει απεγνωσμένα για το τέλειο θύμα. Τι θα κάνει όταν μάθει ότι αυτός που θέλει, θέλει την ίδια της την αδερφή? Θα  κάνει πίσω ή θα κάνει τα αδύνατα – δυνατά να τους χωρίσει?

Έντουαρντ Κάλλεν



Ο Έντουαρντ Κάλλεν είναι ένας 29χρονος άντρας που κατάφερε χάρη στην εργατικότητα του σε σύντομο χρονικό διάστημα να γίνει αντιπρόεδρος σε μία από τις μεγαλύτερες  εταιρείες ρούχων . Δεν επιδιώκει κάτι το εφήμερο στις σχέσεις του, θέλει να ερωτευτεί πραγματικά, να βρει την ιδανική γυναίκα που θα τον κάνει να χτυπήσει η καρδιά του δυνατά μόνο για εκείνην. Έχει στο ενεργητικό του μία μόνο σοβαρή σχέση, αλλά η προδοσία της, τον έκανε να μην εμπιστεύεται τις γυναίκες πια. Είναι ιδιαίτερα όμορφος με καστανοχάλκινα μαλλιά, καταπράσινα μάτια που  μαγνητίζουν κάθε γυναίκα και ένα σώμα που σε κάνει να παραληρείς. Εκείνος όμως δεν εκμεταλλεύεται την ομορφιά του για να ρίξει τις γυναίκες, αν και θα μπορούσε να έχει όποια θέλει. Είναι εργατικός, σωστός επαγγελματίας, ευγενικός, δεν δίνει δικαιώματα και αρκετά ρομαντικός για την εποχή του. Τι θα κάνει όταν θα γνωρίσει την γυναίκα που θα κάνει την καρδιά του να χτυπήσει σαν τρελή, θα την παραβλέψει και θα ακούσει τους άλλους ή θα την ακολουθήσει?

Τρεις ήρωες, ο καθένας με το δικό του παρελθόν, με τα δικά του απωθημένα και τον δικό του χαραχτήρα . Τι θα γίνει όταν όλοι αυτοί θα έρθουν σε σύγκρουση με τα συναισθήματα τους? Ποιος από όλους θα ακούσει την καρδιά του και ποιος τα λόγια των άλλων? 

Κυριακή 25 Μαρτίου 2012


Damned love 17 …Η καταστροφή .



Έντουαρντ ..

Είχε περάσει ένας μήνας από την ημέρα που χωρίσαμε με την Μπέλλα και ακόμα ένιωθα ένα μεγάλο κενό μέσα μου, αλλά έκανα τα πάντα για να μην του δίνω σημασία, απλά αδιαφορούσα. Από εκείνη την ημέρα δεν είχα συναντηθεί μαζί της, αν και μου είχε πει ο Καρλάιλ να περάσω από το σπίτι, εγώ έβρισκα δικαιολογίες για να το αποφεύγω. Ευτυχώς παρά την αρχική αντίδραση της Μπέλλας εκείνη την ημέρα, δεν με είχε πάρει ούτε τηλέφωνο αλλά ούτε μου είχε στείλει κανένα μήνυμα, από την μία αυτό ήταν καλό, από την άλλη φοβόμουν ότι δεν είχε ξεσπάσει ακόμα και αυτό με φόβιζε κατά ένα τρόπο.

Στην προσωπική μου σχέση με την Τάνια είχα προχωρήσει πια και ήμασταν έτοιμοι σε λίγο καιρό να παντρευτούμε. Στην αρχή όταν της ζήτησα να γίνει ο γάμος όσο πιο σύντομα γινόταν και ότι σταμάτησα επιτέλους το παιχνίδι με την Μπέλλα, γιατί δεν έβγαζε πουθενά, εκείνη δεν μπορώ να πω ότι είχε πεισθεί πλήρως για την αγνότητα των συναισθημάτων μου. Ωστόσο με αγαπούσε τόσο πολύ που δεν μου είπε τίποτα και το προσπέρασε και μου έδωσε την θετική της απάντηση πάνω στο θέμα του γάμου. Ήμουν σίγουρος ότι είχε καταλάβει ότι ήμουν ερωτευμένος με την Μπέλλα, αλλά δεν ήθελε να με χάσει και έτσι απλά ήταν χαρούμενη που σταμάτησε το παιχνίδι μαζί της. Όταν είπα στον Καρλάιλ ότι παντρευόμαστε με την Τάνια χάρηκε πάρα πολύ και μου ευχήθηκε να ζήσω ευτυχισμένος με την γυναίκα που αγαπώ. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη ειρωνεία, με την γυναίκα που αγαπώ? Πώς να του πω ότι η γυναίκα που αγαπώ είναι η γυναίκα σου και όχι αυτή που νομίζεις εσύ... Είχα την απορία πώς το πήρε η Μπέλλα όταν έμαθε ότι πάω για γάμο με την Τάνια σύντομα, ήθελα να μάθω όμως? Δεν είμαι και τόσο σίγουρος για αυτό...

Η απορία μου λύθηκε πολύ σύντομα και μάλιστα με ένα αναπάντεχο τρόπο. Καθώς βρισκόμουν στο γραφείο και δούλευα πάνω σε μια προσφορά που μας είχαν κάνει και η γραμματέας μου ήταν σε μια δουλειά, χτύπησε η πόρτα. Πίστευα ότι ήταν κάποιος συνάδελφος μου ή γραμματέας μου και έτσι όποιος και να ήταν τον άφησα να μπει μέσα. Ενώ ήμουν συγκεντρωμένος στα χαρτιά που είχα μπροστά μου, άκουσα ένα γνωστό ήχο περπατήματος τακουνιών και ένα γνώριμο άρωμα που κάθε φορά μου διέγειρε τις αισθήσεις και είχα καιρό να το μυρίσω. Σήκωσα το κεφάλι μου και μπροστά μου εμφανίστηκε μια οπτασία, η Μπέλλα. Την κοίταξα από πάνω μέχρι κάτω και ένιωσα να παραληρώ και ο λαιμός μου να έχει ξεραθεί. Σε δύο σημεία στάθηκα, στα κόκκινα, αισθησιακά χείλη της που σε έκαναν να θες να τα πάρεις και να τα φιλάς ακατάπαυστα, αλλά και στις γνώριμες κόκκινες γόβες που είχε φορέσει εκείνη την καυτή νύχτα που ξεδώσαμε όλο μας το πάθος πάνω στις σκάλες. Γιατί όλο αυτό ενώ μου άρεσε όσο δεν φαντάζεστε, με τρόμαζε κιόλας γιατί δεν ξέρω τι έχει μέσα στο πανούργο μυαλό της.

- Μπέλλα τι κάνεις εδώ?, ρώτησα αμέσως.

- Έμαθα ότι παντρεύεσαι και ήρθα να σε συγχαρώ και να σου κάνω ένα μεγάλο δώρο, είπε με ένα ιδιαίτερο τρόπο που μου έκοψε τα πόδια.

- Σε ευχαριστώ πολύ, δεν χρειαζόταν να μπεις στο κόπο, είπα αν και στην ουσία φανταζόμουν ποιο μπορεί να ήταν το δώρο μου.

- Κάτσε να σου δείξω πρώτα ποιο είναι το δώρο σου και μετά μπορείς να μιλήσεις, είπε και πήγε προς την πόρτα. Αφού την κλείδωσε, γύρισε προς  το μέρος μου και αφού μου έδειξε επιδειχτικά το κλειδί το έβαλε στο μπούστο της και εκείνη την ώρα ήθελα η γη να με καταπιεί.

- Μπέλλα σε παρακαλώ, δώσε μου το κλειδί και φύγε, είπα ενώ σηκώθηκα όρθιος και στάθηκα ακριβώς απέναντι της.

- Χμμ, δεν νομίζω ότι θα το πάρεις τόσο εύκολα, είπε και με έριξε πάνω στον καναπέ ενώ εκείνη την στιγμή άνοιξε το παλτό της και αποκάλυψε τα κόκκινα εσώρουχα που φορούσε και έμεινα να την κοιτώ χωρίς να μπορώ να μιλήσω.

- Μπέλλα τι κάνεις εκεί? Δεν πρέπει, χωρίσαμε, έλεγα αν και στην ουσία είχα χάσει τα λόγια μου.

- Δεν χωρίσαμε, εσύ με χώρισες, εγώ δεν συμφώνησα ποτέ σε αυτό, είπε και με πλησίαζε απειλητικά ενώ πέταξε το παλτό της κάτω.

- Μπέλλα σε παρακαλώ σταμάτα, είπα και πήγα να σηκωθώ, αλλά πριν προλάβω εκείνη με ξανάριξε πίσω και ανέβηκε από πάνω μου και αμέσως κάποιος εκεί κάτω αντέδρασε.

- Βλέπω πως κάποιος δεν με ξέχασε, είπε και άρχισε να κινείται με τέτοιο τρόπο που δεν ξέρω αν θα άντεχα για πολύ.

- Μπέλλα σε παρακαλώ, φύγε από πάνω μου, τελειώσαμε, το είπαμε αυτό, είπα κάπως πιο αποφασιστικά αν και δεν ξέρω τώρα αν θα ήθελα να φύγει από πάνω μου.

- Δεν πάω πουθενά, πρώτα θα σου δώσω το δώρο σου και μετά βλέπουμε, ανταπόδωσε και πλησίασε το πρόσωπο της στο δικό μου και τα χείλη της ακούμπησαν τα δικά μου και ένιωσα να παίρνω ολόκληρος φωτιά!! Στην αρχή προσπάθησα να αντισταθώ, αλλά εκείνη δεν πτοούταν και πίεζε όλο και περισσότερο ώσπου έσπασα και παραδόθηκα πλήρως στο φιλί της. Γαμώτο μου την ήθελα και την ποθούσα πολύ.

Τα χέρια της πέρασαν ανάμεσα από τα μαλλιά μου και άρχισαν να τα χαϊδεύουν όπως μόνο εκείνη ήξερε ενώ τα χείλια μας έβγαζαν όλα μας τα απωθημένα  του χρόνου που χάσαμε. Καίγομαι στην φωτιά, αλλά εγώ δεν κάνω κάτι να σωθώ, μένω εκεί ακίνητος και καίγομαι ολοσχερώς.

- Γαμώτο σου Μπέλλα, σε θέλω τόσο πολύ, εξομολογήθηκα και τα χείλη μου σύρθηκαν από τα χείλη της στο λαιμό της, μέχρι και τον ώμο της ενώ τα χέρια μου αχόρταγα εξερευνούσαν κάθε σπιθαμή του κορμιού της.

- Και εγώ σε θέλω, γιατί μας κράτησες  χωριστά τόσο καιρό?, ρώτησε μέσα από τους αναστεναγμούς της με ένα παράπονο...

- Γιατί έτσι έπρεπε, είπα ενώ άφηνα διάσπαρτα φιλιά στο λαιμό της ενώ το άρωμα της με είχε κατακλύσει.

- Σε παρακαλώ, σε αγαπώ, δεν μπορώ να ζήσω μακριά σου, είπε και αμέσως η καρδιά μου έχασε έναν χτύπο. Αγαπιόμασταν αλλά οι συνθήκες  κρατούσαν μακριά  τον έναν από τον άλλον. Τελικά αξίζει για τους άλλους να θυσιάσουμε την αγάπη μας?

- Ούτε εγώ δεν μπορώ να ζήσω μακριά σου πια, είσαι τα πάντα για μένα, εξομολογήθηκα και πριν μιλήσει, κάλυψα τα χείλη της με τα δικά μου και έβγαλα ότι με βάραινε.

Την ήθελα, την αγαπούσα, δεν  μπορούσα πια να είμαι μακριά της... Τι άλλο έπρεπε να κάνουμε για να αποδείξουμε ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε χωριστά? Εκείνη την στιγμή ένιωσα τα χέρια της να μου ξεκουμπώνουν το παντελόνι και αμέσως μια έκρηξη ήρθε  για να με αποτελειώσει. Δεν την εμπόδισα άλλωστε ήθελα σαν τρελός να βρεθώ μέσα της, μου είχαν λείψει τόσο πολύ τα φιλιά της, τα χάδια της, το κορμί της, τα υπέροχα χείλη της. Καθώς ήμουν χαμένος με τα φιλιά της, ξαφνικά άρχισα να ακούω ομιλίες απέξω και εκείνη την στιγμή ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί.

- Μπέλλα ο Καρλάιλ είναι απέξω, είπα και τότε η Μπέλλα με κοίταξε με τρόμο στα μάτια.

- Μην τρομάζεις, δώσε μου το κλειδί, σήκω, φόρεσε το παλτό σου και κρύψου.

- Με κοροϊδεύεις? Που να κρυφτώ?, με ρώτησε ενώ σηκώθηκε και μου έδωσε το κλειδί και φόρεσε και το παλτό της.

- Θα το σκεφτώ, μισό, είπα ενώ προσπαθούσα να φτιαχτώ και εγώ και να συγκεντρωθώ, αφού είχα πανικοβληθεί και δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα.

- Ναι αλλά λίγο γρήγορα γιατί δεν ξέρω πόση ώρα θα μιλάει με τη γραμματέα σου, είπε και τότε γύρισα προς το γραφείο και μου ήρθε αμέσως η ιδέα.

- Κάτω από το γραφείο, είπα αμέσως.

- Τι κάτω από το γραφείο? Εννοείς να κρυφτώ κάτω από το γραφείο? Αποκλείεται..., είπε κατηγορηματικά.

- Μπέλλα δεν έχουμε άλλη λύση, έτσι όπως τα κάναμε...

- Τέλος πάντων, αφού δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς, είπε και πήγα να ξεκλειδώσω την πόρτα. Η Μπέλλα ήδη είχε πάει κάτω από το γραφείο και αφού κάθισα και εγώ, πήρα κάτι χαρτιά στα χέρια μου για να δείχνω ότι δουλεύω.

- Δεν μπορώ να πω, έχω καλή θέα από εδώ, είπε η Μπέλλα και τότε έκανα λίγο πίσω για να την δω και εκείνη είχε ένα πονηρό χαμόγελο που με έκανε να ανησυχώ.

- Βγάλε κάθε πονηρή σκέψη που έχεις στο μυαλό σου, είπα και τότε χτύπησε η πόρτα και αμέσως μαζεύτηκα.

- Ναι, περάστε, είπα ενώ τάχα κοιτούσα τα χαρτιά μου... Τότε άνοιξε η πόρτα και μπήκε μέσα ο Καρλάιλ χαρούμενος. Αυτός ο άνθρωπος όσο δεν έχει χαμογελάσει όλα αυτά τα χρόνια, έχει χαμογελάσει μαζεμένα τον τελευταίο καιρό.

- Γεια σου ‘Εντουαρντ, πως είσαι?, ρώτησε ενώ κάθισε στην καρέκλα απέναντι μου.

- Μια χαρά εδώ κοιτάω την πρόταση του Smith, εσύ όλα καλά? Πώς πήγε το ραντεβού?, ρώτησα θέλοντας να φανώ ήρεμος όσο αυτό ήταν δυνατόν με την Μπέλλα στα πόδια μου.

- Μια χαρά νομίζω, θα έχουμε απάντηση σε λίγες μέρες, είπε ενώ ένιωσα την Μπέλλα από κάτω να με ξεκουμπώνει και κρύος ιδρώτας άρχισε άρχιζε να με λούζει.

- Πολύ ωραία, μακάρι να πάνε όλα καλά, είπα με μια τρεμάμενη φωνή, αφού το χέρι της Μπέλλας είχε εισχωρήσει μέσα στο παντελόνι μου και πάνω από το εσώρουχο μου άρχισε να με χαϊδεύει και φοβόμουν τόσο μην προδοθούμε.

- Έντουαρντ είσαι καλά?, ρώτησε ανήσυχα ο Καρλάιλ.

- Ναι μια χαρά, είπα ενώ η Μπέλλα συνέχιζε το βασανιστικό της παιχνίδι και ένιωθα ολόκληρος να παίρνω φωτιά ενώ η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή.

- Σίγουρα?...γιατί σε βλέπω κάπως...

- Όχι μια χαρά απλά λιγάκι κουρασμένος είμαι τίποτα άλλο, είπα όσο πιο πειστικά μπορούσα.

- Γιατί δεν πας σπίτι, άλλωστε δεν έχουμε πολύ δουλειά σήμερα, είπε με κατανόηση και αμέσως ένοιωσα ένα σφίξιμο μέσα μου.

- Ναι ίσως πάω, σε ευχαριστώ πολύ...

- Τίποτα μην το συζητάς, πήγαινε να ξεκουραστείς και θα τα πούμε, είπε ενώ σηκώθηκε όρθιος, έτοιμος να φύγει...

- Και πάλι σε ευχαριστώ, είπα και εκείνος αφού μου χαμογέλασε, έφυγε και αμέσως πήρα μια ανακουφιστική ανάσα.

- Μπέλλα πας καλά?, είπα και έκανα λίγο πίσω για να την αντικρύσω.

- Μην μου πεις ότι δεν σου άρεσε?, ρώτησε με νόημα.

- Δεν είπα κάτι τέτοιο, αλλά ήταν ο Καρλάιλ εδώ, αν μας καταλάβαινε, πάει αυτό ήταν, χαθήκαμε...

- Δεν μας έπιασε όμως..

- Πάλι καλά…

- Τι θα έλεγες να συνεχίσουμε αυτό που ξεκινήσαμε...?

- Όχι εδώ Μπέλλα, είναι όλα τόσο επικίνδυνα, θα φύγουμε και οι δύο και έλα από το σπίτι μου, εντάξει?

- Εντάξει, είπε και της έκανα χώρο για να βγει.

Εκείνη βγήκε από το γραφείο και εγώ πήρα την γραμματέα μου να πάει να μου φέρει κάτι για να μπορώ να διώξω την Μπέλλα. Αφού έλεγξα το πεδίο, αν είναι ελεύθερο και σιγουρεύτηκα, μου έδωσε ένα φιλί και έφυγε γρήγορα. Όταν έκλεισα την πόρτα, δεν άντεξα άλλο, και  ακουμπώντας την πλάτη μου στην πόρτα, έπεσα προς τα κάτω και έκλεισα με τα χέρια μου το πρόσωπο μου προσπαθώντας να συνέλθω από όλο αυτό που συνέβη. Τι κάνω? Γιατί δεν μπορώ να μείνω στις αρχικές μου αποφάσεις? Γιατί? Γιατί? Γιατί ρε είσαι τόσο ερωτευμένος μαζί της που είσαι έτοιμος να αυτοκαταστραφείς για αυτήν, είσαι έτοιμος να τα διαλύσεις όλα μόνο και μόνο γιατί η καρδιά σου όταν την βλέπεις χτυπά σαν τρελή θέλοντας να σου δηλώσει ότι την θέλεις όσο δεν έχει θελήσεις άλλη γυναίκα.

Μετά από λίγες μέρες…

Η άρρωστη κατάσταση ανάμεσα στην Μπέλλα και σε εμένα συνεχιζόταν και δεν μπορούσαμε με τίποτα να μετριάσουμε το πάθος μας. Δεν μπορούσε να μείνει ο ένας μακριά από τον άλλον, σαν μαγνήτες τραβούσαμε ο ένας τον άλλον και δεν θέλαμε με τίποτα να αποχωριστούμε ο ένας τον άλλον. Το ότι μείναμε για ένα χρονικό διάστημα μακριά, έκανε τον ερωτά μας ακόμα μεγαλύτερο!

Ότι είχα γυρίσει από την δουλειά και έκανα ένα μπάνιο για να ηρεμήσω, όταν άκουσα την πόρτα να χτυπάει. Η Μπέλλα αποκλείεται να ήταν, διότι ο Καρλάιλ είναι λιγάκι άρρωστος και έχει καθίσει να τον φροντίσει. Έτσι κατέβηκα κάτω και  ανοίγοντας την πόρτα  μπροστά μου εμφανίστηκε η Τάνια.

- Αγάπη μου, καλώς την...

- Αστα τα αγάπη μου σε εμένα, είπε με αγριεμένο ύφος και μπήκε μέσα και εγώ έκλεισα την πόρτα πίσω της απορημένος.

- Τάνια τι συμβαίνει?, ρώτησα περίεργος.

- Με περνάς για χαζή?

- Τι λες Τάνια, δεν καταλαβαίνω...

- Νομίζεις ότι δεν ξέρω ότι εδώ και λίγο καιρό τα έχεις ξαναφτιάξει με την Μπέλλα?, είπε και κατάλαβα ότι αυτή την φορά  θα χειροτερέψουν πολύ.

- Τάνια σε παρακαλώ να σου εξηγήσω..., είπα προσπαθώντας να σώσω την κατάσταση, αν και δεν σωζόταν με τίποτα.

- Δεν θέλω να μου εξηγήσεις τίποτα, βαρέθηκα. Ήξερα από την αρχή ότι αυτό το σχέδιο σου δεν θα μας έβγαινε σε καλό, αλλά σου είχα εμπιστοσύνη. Είδα την αλλαγή, αλλά δεν ήθελα να πιστέψω ότι την ερωτεύτηκες... Όταν σταμάτησες μαζί της, μια ελπίδα γεννήθηκε μέσα μου, αλλά σε έβλεπα δεν άντεχες άλλο, πνιγόσουν, το έβλεπα! Δεν χρειάστηκε παρά ένας μήνας για να τα ξαναβρείτε.

- Και πώς ξέρεις ότι τα ξαναβρήκαμε?, ρώτησα αν και ήξερα ότι ήταν βλακώδης ερώτηση...

- Σας είδα μια μέρα, να μπαίνετε μαζί στο σπίτι, δεν χρειάζεται και πολύ μυαλό (για) να το καταλάβεις...

- Δεν ξέρω τι να σου πω...

- Μα καλά πώς ήταν δυνατόν να αγαπήσεις μια γυναίκα που το μόνο που θέλει είναι τα λεφτά των άλλων και δεν την νοιάζει τίποτα άλλο πέρα από το χρήμα...?

- Είναι πάνω από εμένα Τάνια, δεν μπορώ να το ελέγξω, παραδέχτηκα ανοιχτά μπροστά της.

- Και καλά εμένα, τον Καρλάιλ που στάθηκε δίπλα σου τις πιο δύσκολες στιγμές? Πως μπόρεσες να του το κάνεις αυτό?

- Το ξέρω Τάνια ότι είμαι άνανδρος και ότι κοροϊδεύω ακόμα και τον ίδιο μου τον εαυτό, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο, το προσπάθησα αλλά δεν τα κατάφερα.

- Τόσο πολύ την αγαπάς?, ρώτησε δύσπιστα.

- Είναι κάτι που με ξεπερνάει, κάτι που με κάνει να χάνω τα λογικά μου...

- Και εμένα, με αγάπησες ποτέ?, ρώτησε πληγωμένη.

- Και βέβαια σε αγάπησα, είπα και πήγα να πιάσω τα χέρια της, αλλά εκείνη απομακρύνθηκε από κοντά μου. Εγώ όμως συνέχισα... Σε αγάπησα, δεν είναι το ίδιο όμως. Εσύ με έκανες να νιώθω καλά, ασφαλής, η Μπέλλα είναι κάτι το διαφορετικό, το απαγορευμένο.

- Μάλιστα,  μπορώ να σου ζητήσω μια χάρη?

- Ότι θες...

- Tο μόνο που θέλω είναι να μην με ξαναενοχλήσεις, δεν θέλω να ξαναμιλήσουμε ποτέ!!!, δήλωσε και αφού με κοίταξε με ένα βλέμμα, λες και με λυπόταν, έφυγε κλείνοντας δυνατά την πόρτα πίσω της.

Αυτό ήταν!! Η ζωή μου αρχίζει και καταστρέφεται κομμάτι, κομμάτι και εγώ μένω άπραγος να την κοιτώ. Δεν με στενοχώρησε τόσο ότι χωρίσαμε με την Τάνια, ίσως και καλύτερα, της άξιζε κάποιος καλύτερος από εμένα. Αυτό που με πειράζει είναι ότι η ζωή μου γίνεται χίλια κομμάτια για μια γυναίκα που δεν ξέρω αν θα την έχω ποτέ κανονικά στην ζωή μου. Δεν άντεχα άλλο, ένιωθα να πνίγομαι μέσα στο ίδιο μου το σπίτι, έπρεπε να μιλήσω σε κάποιον άμεσα και αυτός δεν ήταν άλλος από τον κολλητό μου τον Τζεικ, ο οποίος ξέρει για το σχέδιο και με καταλαβαίνει .

Μετά από δύο μέρες...

Ο Καρλάιλ έμαθε ότι χώρισα με την Τάνια και όπως ήταν λογικό με ρώτησε τον λόγο. Τι να του έλεγα? Επειδή είμαι ερωτευμένος με την γυναίκα σου, χώρισα με την Τάνια? Αυτό δεν μπορούσα να του το πω ούτε σε χίλια χρόνια. Έτσι αναγκάστηκα να του πω ότι δεν μπορούσαμε ο ένας τον άλλον και ότι ήταν καλύτερο και για τους δυο μας να χωρίσουμε και να πάρει ο καθένας τον δρόμο του. Ο Καρλάιλ νομίζοντας ότι είμαι στενοχωρημένος για αυτό τον λόγο με παρηγόρησε και ένιωσα το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι από όλη αυτή την κοροϊδία. Με την Μπέλλα δεν είχαμε προλάβει να μιλήσουμε, λόγω της συχνής παρουσίας του Καρλάιλ στο σπίτι και έτσι αποφεύγαμε τις συναντήσεις.

Καθώς καθόμουν και άκουγα λίγη μουσική για να με καλμάρει, χτύπησε το κουδούνι. Αμέσως πήγα να ανοίξω, αν και για να πω την αλήθεια ένα άσχημο προαίσθημα είχα μέσα μου, κάτι θα συνέβαινε και αυτό με τρόμαζε... Μόλις άνοιξα, η Μπέλλα σαν σίφουνας μπήκε μέσα, εντελώς εξαγριωμένη και αυτό με έκανε να φοβάμαι για το τι θα ακολουθήσει.

- Είναι αλήθεια?, ρώτησε ενώ τα μάτια της έβγαζαν φωτιά...

- Ποιο να είναι αλήθεια?, ρώτησα γεμάτος περιέργεια...

- Είναι αλήθεια ότι μου έπαιζες τον ερωτευμένο για να με απομακρύνεις από τον Καρλάιλ, ναι ή όχι?, ρώτησε με ένα δολοφονικό ύφος και εκείνη την στιγμή μου κόπηκαν τα πόδια. Καιρός ήταν, ήρθε η στιγμή της αλήθειας και της απόλυτης καταστροφής μου!

Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012


Damend Love 16... Τελική απόφαση ?


Έντουαρντ...

Ποτέ δεν ξέρεις η ζωή πώς σου τα φέρνει... Από εκεί που ήμουν ένας άντρας με μια πολύ καλή δουλειά και με μια όμορφη και καλή γυναίκα στο πλάι μου, τώρα κατάντησα να έχω δύο γυναίκες, που τις κοροϊδεύω και τις δύο και με την μία απλά νιώθω καλά ενώ με την άλλη ζω τον απαγορευμένο έρωτα και αυτό αντί να με κάνει να νιώθω τύψεις, με κάνει να παίρνω ολόκληρος φωτιά, να ζω την κάθε στιγμή μαζί της σαν να είναι η τελευταία. Σήμερα έκανα κάτι τόσο λάθος και ριψοκίνδυνο μαζί, έκανα έρωτα μέσα στις τουαλέτες ενώ απέξω ήταν η Τάνια και ο Καρλάιλ. Αυτό και μόνο θα έπρεπε να με κάνει να νιώθω ενοχές μέχρι το κόκαλο και όμως εγώ το απολάμβανα στο έπακρο.

Αφού άφησα την Τάνια στο σπίτι της, πήγα και στο δικό μου σπίτι, αφού σε λίγο θα καταφθάσει και η Μπέλλα. Αυτό που με προβλημάτιζε, είναι πως θα φύγει από το σπίτι της, αφού ο Καρλάιλ αλλά και όλο το υπηρετικό προσωπικό είναι εκεί... Δεν θέλω καν να σκέφτομαι τι είχε μέσα στο μυαλό της, γιατί ήμουν σίγουρος ότι θα με άφηνε άφωνο. Μπήκα στο σπίτι και αφού πέταξα τα κλειδιά δεν ξέρω και εγώ που, ανέβηκα επάνω για να κάνω ένα κρύο ντους γιατί έπεσαν πολλά σήμερα και ακόμα η νύχτα δεν είχε τελειώσει.

Έκανα ένα κρύο ντους για να ηρεμήσω όσο αυτό ήταν δυνατόν, φόρεσα την φόρμα μου και ένα κοντομάνικο μπλουζάκι και κατέβηκα κάτω και έβαλα ένα ποτό να πιω. Πριν προλάβω όμως να πιω έστω και μια γουλιά, χτύπησε το κουδούνι. Πήρα το ποτήρι με το ουίσκι στο χέρι και πήγα και άνοιξα την πόρτα. Μόλις την άνοιξα, μπροστά μου εμφανίστηκε η Μπέλλα με ένα πονηρό χαμόγελο στα χείλη της, γιατί αυτό με τρόμαζε?

-              Καλώς την, είπα και εκείνη χωρίς να πει τίποτα και με το χαμόγελο της να μην φεύγει στιγμή από τα αισθησιακά της χειλάκια,  άνοιξε το παλτό της και το θέαμα που αντίκρισα μου έκοψε την ανάσα.

Η Μπέλλα φορούσε ένα κορμάκι κόκκινο με μαύρη δαντέλα στην μέση, απόλυτα στενό όπου έκανε τα στήθη της να ανεβαίνουν και να τα κάνουν απόλυτα θελκτικά. Από κάτω φορούσε ζαρτιέρες μαύρες και κόκκινες γόβες στιλέτο. Αν αυτή είναι η έκπληξη που μου υποσχέθηκε μπορώ να πω ότι μου αρέσει τρελά.

-              Λοιπόν ωραία η έκπληξη?, είπε με ένα πονηρό βλέμμα.

-              Χμμμ πολύ ωραία, είπα καθώς θαύμαζα το υπέροχο θέαμα που είχα μπροστά μου αχόρταγα.

-              Χαίρομαι που σου άρεσε, είπε ενώ με πλησίασε. Στάθηκε σε απόσταση αναπνοής από εμένα, αφού πήρε το ποτό και το άφησε στο τραπεζάκι , πέρασε απαλά και αισθησιακά το δάκτυλο της πάνω  στον λαιμό μου και προχώρησε προς τα κάτω περνώντας από όλη την επιφάνεια το σώματος μου κάνοντας με να αναριγήσω .

-              Αφού σου άρεσε, τι θα κάνεις για να μου ανταποδώσεις την έκπληξη?, είπε ενώ συνέχιζε το παιχνίδι με το χέρι της πάνω στο μπλουζάκι μου. Άρχιζα να θολώνω και η αδρεναλίνη μου να έχει φτάσει στα όρια της.

-              Τα καλύτερα,  υποσχέθηκα και παίρνοντας το χέρι της από πάνω μου και κρατώντας το σφιχτά μέσα στο δικό μου, την έφερα πιο κοντά μου και την φίλησα με ένα άγριο τρόπο ξεσπώντας όλο μου το πάθος. Με το άλλο χέρι μου έκλεισα την πόρτα πίσω μου , αρκετά δυνατά χωρίς αν αποχωρίζομαι στιγμή τα σαγηνευτικά της χείλη

 Εκείνη δεν αντιστάθηκε ούτε στο ελάχιστο και αφού άφησα το χέρι της, εκείνη έβαλε τα χέρια της μέσα στα μαλλιά μου και άρχισε να τα χαϊδεύει αργά και αισθησιακά όπως μόνο εκείνη ξέρει και εγώ της έβγαλα το παλτό ενώ δεν σταματούσαμε να φιλιόμαστε. Καθώς τα χείλη μας δεν ξεκόλλαγαν, άρχισα να εξερευνώ το κορμί της με τα χέρια μου ενώ ταυτόχρονα την οδηγούσα προς τις σκάλες για να ανέβουμε επάνω. Ωστόσο το πάθος μας, είχε ξεπεράσει ακόμα και το ίδιο μας το εαυτό με αποτέλεσμα να μας κάνει να πέσουμε πάνω στις σκάλες, η Μπέλλα από κάτω και εγώ από πάνω  και φιλιόμασταν ακατάπαυστα χωρίς να μας νοιάζει το που βρισκόμασταν, αρκεί που ήμασταν μαζί.  Καθώς φιλιόμασταν η Μπέλλα μου έβγαλε την μπλούζα και κατέβαινε προς τα κάτω για να μου βγάλει και το παντελόνι ενώ προσπαθούσα να της ξεκουμπώσω  το κορμάκι της για να απολαύσω στο έπακρο το υπέροχο κορμί της. Αφού καταφέραμε και οι δύο να ξεφορτωθούμε ότι μας εμπόδιζε και είχαμε μείνει ολόγυμνοι πάνω στις σκάλες, αφήνοντας τα χείλια της,  άρχισα να κατηφορίζω προς τα κάτω αφήνοντας καυτά και υγρά φιλιά πάνω στον βελούδινο λαιμό της αλλά δεν σταμάτησα εκεί, την είχα τόσο ανάγκη που το πάθος μου με οδηγούσε στην ίδια την κόλαση του σφριγηλού της στήθους. Πήρα στα χείλη μου  την ρογίτσα της και άρχισα να  την περιποιούμαι ενώ η Μπέλλα έβγαζε αισθησιακούς αναστεναγμούς χωρίς τα χέρια της να φεύγουν από τα μαλλιά μου και στην συνέχεια έπιασα και την άλλη ενώ κάποιος κάτω ήταν έτοιμος να εκραγεί . Συνέχισα διασκορπίζοντας υγρά φιλιά πάνω στο κορμί της ενώ εκείνη ξαφνικά με τράβηξε και κοιτώντας με, με ένα έντονο βλέμμα μου είπε...

-              Σε θέλω, όπως δεν έχω θελήσει ποτέ άλλον άντρα, κάνε με δική σου, απαίτησε χωρίς να μου αφήνει περιθώριο για αντίρρηση, άλλωστε και εγώ αυτό επιθυμούσα.

 Αφού της έδωσα ένα παθιασμένο φιλί, μπήκα μέσα της και ένιωσα έναν αναστεναγμό να βγαίνει από τα βελούδινα χείλη της διακόπτοντας στην μέση το φιλί μας. Οι ωθήσεις μου γρήγορες και βαθιές  έκαναν την Μπέλλα να βγάζει αγκομαχητά ενώ τα κορμιά μας είχαν μπερδευτεί μέσα σε ένα αισθησιακό και παράνομο χορό. Ενώ εξερευνούσα τον εσωτερικό της κόσμο με την καρδιά μου να χτυπάει τόσο δυνατά που θα ένιωθα ότι θα σπάσει, το χέρι μου αυτόματα βρέθηκαν πίσω από τον αυχένα της και την έφεραν κοντά μου ώστε να την νιώθω απόλυτα απάνω μου, η καυτή της σάρκα με τύφλωσε, με έκανε να ξεχάσω μέχρι και το όνομα μου και καθώς ένιωθα το αίμα μου στις φλέβες μου να πάλετε με δύναμη όλο μου το σώμα πήρε φωτιά και τα έδωσα όλα, όλο μου το είναι, όλο μου το πάθος και την αγάπη μου μέσα από αυτό τον πανάρχαιο και τόσο ερωτικό χορό. Δεν άντεχα άλλο, το τέλος ήταν πολύ κοντά και έτσι έκανα τις ωθήσεις μου πιο αργές αλλά συνάμα και πιο δυνατές και μετά από λίγο ένιωσα την Μπέλλα να τελειώνει βγάζοντας μια κραυγή μπερδεμένο με το όνομα μου και μετά από λίγο ξέσπασα και ένιωσα αμέσως  να λυτρώνομαι από αυτό που με βασάνιζε . Έπεσα πάνω της απαλά προσπαθώντας να βρω ξανά την ανάσα μου και τις ισορροπίες μου και η γλυκιά μελωδία της καρδιά της που έφτασε στα αυτιά μου με έκανε να νιώσω ότι μόλις μπήκα στον παράδεισο.

-              Είναι αλήθεια αυτό που είπες πριν?, ρώτησα κοιτάζοντας την στα μάτια.

-              Ποιο?, ρώτησε με απορία.

-              Τα ότι με θέλεις όπως δεν έχεις θελήσει άλλον άνδρα?, ρώτησα χωρίς να αποχωρίζομαι την ματιά της.

-              Είναι η απόλυτη αλήθεια, Έντουαρντ. Μαζί σου νιώθω η πιο ευτυχισμένη και τυχερή γυναίκα στον κόσμο, είπε και ένιωσα την καρδιά μου να χτυπά τόσο δυνατά που σε λίγο θα ξεπηδούσε  από την θέση της

-              Πάμε επάνω?, της είπα ενώ σηκώθηκα από πάνω της, χωρίς να φεύγει το χαμόγελο από τα χείλη μου.

-              Πάμε, είπε χαμογελώντας μου γλυκά και αφού την σήκωσα στην αγκαλιά μου, ένωσα τα χείλη μου με τα δικά της και άρχισα να ανεβαίνω επάνω με εκείνη μέσα στην αγκαλιά μου. Δεν ξέρω που θα μας οδηγήσει όλο αυτό το πάθος, αλλά το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν μπορώ να το προσπεράσω, αυτό δεν είναι δυνατόν ή μήπως είναι?

Μετά από ένα μήνα …


Αυτός ο μήνας που πέρασε ήταν ο πιο όμορφος, ο πιο δύσκολος, ο πιο παθιασμένος αλλά και ο πιο επικίνδυνος που έχω ζήσει στην ζωή μου. Εδώ και ένα μήνα η Μπέλλα και εγώ είχαμε γίνει αχώριστοι, δεν μπορούσαμε να μείνουμε χωριστά  ούτε ένα λεπτό ο ένας από τον άλλον. Πολλές φορές αυτό μας έβαζε σε μεγάλο κίνδυνο και παραλίγο να μας πιάσει ο Καρλάιλ αλλά και η Τάνια και ειλικρινά είχα κοπεί στα δύο από την αγωνία μου. Ωστόσο  την ήθελα τόσο πολύ που αυτό με έκανε να την σκέφτομαι κάθε λεπτό, η εικόνα της έχει κατακλύσει το μυαλό μου και ένιωθα σιγά σιγά να τρελαίνομαι.

Η Τάνια με κοιτούσε με μισό μάτι αλλά συνάμα κάνει τα αδύνατα – δυνατά για να ελέγχει τα πράγματα χωρίς στην ουσία να τα καταφέρνει, αφού τα πράγματα είχαν ξεφύγει τελείως από τον έλεγχο. Από την άλλη ο Καρλάιλ εντελώς στον κόσμο του, δεν καταλάβαινε τίποτα,  ήταν χαρούμενος και χαμένος στον δικό του κόσμο. Κάθε φορά που τον έβλεπα ένιωθα να χάνομαι και να θέλω να σκοτωθώ που κάνω αυτό το πράγμα σε έναν άνθρωπο που μου έχει σταθεί όσο κανένας άλλος. Οι τύψεις είχαν αρχίσει να με κατακλύζουν  από την αρχή της σχέσης μας αλλά τον τελευταίο καιρό τα πράγματα είχαν χειροτερέψει  πολύ. Αισθανόμουν τις ενοχές να με πνίγουν και να με πηγαίνουν κατευθείαν στον πάτο. Δεν αναγνώριζα τον εαυτό μου πια, το πάθος και ο έρωτας μου για αυτή την γυναίκα με έκανε παράλογο και έρμαιο στα ίδια της τα χέρια.  Έπρεπε κάτι να κάνω και η λύση ήταν μονόδρομος για εμένα, θα έπρεπε να χωρίσουμε, δεν πήγαινε άλλο, καλύτερα να πληγώσω εκείνη και εμένα παρά τον Καρλάιλ που δεν μου έφταιγε σε τίποτα. Όσο για την Τάνια το καλύτερο ήταν να παντρευτούμε και να μείνουμε πια μαζί, δεν την αγαπώ αλλά ξέρω ότι με αγαπά εκείνη και αυτό μου φτάνει, θα προσπαθήσω να παλέψω και να βγω νικητής από όλο αυτό. Ξέρω ότι θα πονέσω, αλλά καλύτερα αυτό παρά οτιδήποτε άλλο.

Ήμουν σπίτι και περίμενα την Μπέλλα να έρθει, την έχω καλέσει να μιλήσουμε, φοβάμαι ην αντίδραση της αλλά θα πρέπει να το τολμήσω είναι η μόνη και η καλύτερη λύση για όλους μας. Είχα αδειάσει ήδη το μισό μπουκάλι ουίσκι για να πάρω δύναμη ώσπου χτύπησε η πόρτα. Αφού ήπια άλλη μια δυνατή ρουφηξιά, πήγα και άνοιξα.

-              Αγάπη μου, μου είπε και πήγε να μου δώσει ένα φιλί αλλά την απομάκρυνα αμέσως από κοντά μου.

-              Έντουαρντ τι έγινε?

-              Πέρασε μέσα, θέλω να μιλήσουμε, είπα σοβαρά και εκείνη κοιτώντας με ένα περίεργο βλέμμα πέρασε μέσα και αφού έκλεισα την πόρτα, την ακολούθησα και εγώ.

-              Με κάνεις να ανησυχώ, πες μου τι έγινε?

-              Να σου  βάλω ένα ποτό?

-              Από ότι βλέπω από το ύφος σου, μάλλον θα το χρειαστώ, είπε και αμέσως πήρα ένα ποτήρι και το γέμισα με ουίσκι και της το πρόσφερα.

-              Λοιπόν θα μου πεις τι συμβαίνει?, ρώτησε ανήσυχα.

-              Θέλω να χωρίσουμε, της είπα αμέσως και εκείνη γουρλώνοντας τα μάτια της  από την  έκπληξη, άφησε το ποτήρι που κρατούσε να γλιστρήσει  από τα χέρια της και εκείνο καταλήγοντας στο πάτωμα έσπασε την σιωπή.

-              Πλάκα μου κάνεις έτσι?, ρώτησε χωρίς να  μπορεί να πιστέψει αυτό που μόλις της είπα.

-              Δυστυχώς όχι Μπέλλα, πρέπει να χωρίσουμε, είπα καθώς ήπια μια γουλιά από το ποτό μου, ενώ κάθισα στον καναπέ.

-              Δεν μιλάς εσύ, αλλά το ποτό...,  είπε με τρεμάμενη φωνή ενώ με κοίταζε ακόμα σαν να είχε μπροστά της ένα φάντασμα.

-              Όχι Μπέλλα, μιλάω απόλυτα σοβαρά και ξέρω ακριβώς τι λέω.

-              Δεν μπορεί, μα γιατί, δεν καταλαβαίνω.?, ρώτησε και στο βλέμμα της έβλεπα πόνο και για λίγο με έκανε να λυγίσω αλλά  δεν άφησα τον εαυτό μου να παρασυρθεί.

-              Δεν μπορώ άλλο, οι τύψεις και οι ενοχές με έχουν κατακλύσει, είπα απόλυτα ειλικρινά.

-              Εσύ το ξεκίνησες όλο αυτό, τώρα έχεις και τύψεις?, ρώτησε ειρωνικά.

-              Εγώ το ξεκίνησα και εγώ θα το σταματήσω, είναι το καλύτερο για όλους μας...

-              Για όλους μας? Εμένα με ρώτησες  αν θέλω?

-              Τώρα το βλέπεις στραβά, θα δεις με τον καιρό ότι είναι η καλύτερη λύση και για τους δυο μας.

-              Δεν μπορεί, παίζεις μαζί μου, είπε και ήρθε κοντά μου για να με φιλήσει, αλλά αμέσως την έδιωξα από κοντά μου και χρησιμοποιώντας περισσότερη δύναμη από όσο χρειαζόταν με αποτέλεσμα,  εκείνη να πέσει στο πάτωμα και αμέσως η καρδιά μου έγινε χίλια κομμάτια. Ήθελα να τρέξω κοντά της, να της ζητήσω συγγνώμη να την πάρω στην  αγκαλιά μου και να της πω ότι όλα αυτά που της είπα είναι ψέματα και ότι την αγαπάω σαν τρελός. Ωστόσο δεν έκανα τίποτα, κάθισα στην θέση μου και προσπάθησα να συγκρατήσω τον εαυτό μου με νύχια και με δόντια. Εκείνη ενώ ήταν έτοιμη να κλάψει, συγκράτησε τον εαυτό της και αφού πήρε μια ανάσα σηκώθηκε όρθια.

-              Ξέρω ότι δεν το θες και πολύ γρήγορα θα στο αποδείξω, να είσαι σίγουρος  για αυτό, είπε κοιτώντας με ένα άγριο αλλά συνάμα σίγουρο βλέμμα και έφυγε έχοντας το κεφάλι της ψηλά. Ξέρω ότι την πλήγωσα, αλλά ήταν το καλύτερο και για τους δυο μας. Ώστε αυτό ήταν μια περιπέτεια, η οποία τάραξε τα νερά αλλά τώρα αρχίζουμε από εκεί που είχαμε σταματήσει, από το τέλος !!!!  

Κυριακή 4 Μαρτίου 2012


Damned love 15 … Επικίνδυνος έρωτας



Αυτή η νύχτα ήταν η πιο όμορφη νύχτα που έχω ζήσει, αλλά συνάμα η πιο λάθος και η πιο παράνομη που θα μπορούσε να υπάρξει. Έκανα έρωτα με μια γυναίκα που δεν έπρεπε, μια γυναίκα που ανήκει σε κάποιον άλλον και αυτός ο άλλος είναι ο δεύτερος πατέρας μου και εγώ τι έκανα? Τον πρόδωσα με το χειρότερο τρόπο. Πήγα μαζί της και δεν ένιωσα καμιά ενοχή, καθόλου τύψεις, αντίθετα ένιωσα να λυτρώνομαι, να ξαναγεννιέμαι, να νιώσω ξανά ζωντανός. Αυτή η γυναίκα με έκανε να δω τον έρωτα, τον πραγματικό, τον αληθινό, τον έρωτα που σε κάνει να θυσιάζεις τα πάντα στον βωμό του και να παραδίνεσαι άνευ όρων. Γιατί έπρεπε να ήταν αυτή η γυναίκα, γιατί να μην ήταν μια οποιαδήποτε άλλη, που δεν θα άνηκε σε άλλον και δη στον Καρλάιλ, γιατί??

Είχε ξημερώσει, μετά από ένα ολόκληρο βράδυ που δεν την αποχωρίστηκα ούτε για ένα λεπτό από την αγκαλιά μου, ένιωθα ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο. Κατά την διάρκεια της νύχτας μεταφερθήκαμε στο δωμάτιο μου και συνεχίσαμε αυτό που είχαμε ξεκινήσει πάνω στο πιάνο. Κατά τις πρωινές ώρες η Μπέλλα αποκοιμήθηκε μέσα στην αγκαλιά μου, ενώ εγώ δεν μπορούσα καθόλου να κλείσω μάτι,  η ευτυχία σε συνδυασμό με τις άσχημες σκέψεις που έκανα, με άφησαν άυπνο.
Την παρατηρούσα που κοιμόταν σαν άγγελος και απλά δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω της. Ωστόσο αποφάσισα να σηκωθώ, να πάω να της φτιάξω πρωινό και να της το φέρω στο κρεβάτι, είμαι σίγουρος ότι θα ενθουσιαστεί... Σηκώθηκα όσο πιο αθόρυβα μπορούσα, φόρεσα μια φόρμα και κατέβηκα κάτω… Έβαλα τον καφέ να φτιάχνεται και άρχισα να φτιάχνω τον δίσκο με ένα σωρό πράγματα. Καθώς ήμουν απορροφημένος , καθώς  έστυβα πορτοκάλια, ένιωσα δύο χέρια να με αγκαλιάζουν και αμέσως   ένα ρίγος  διαπέρασε όλο μου το κορμί,  ενώ ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο μου...

- Μμμ βλέπω κάποιος ξύπνησε με κέφια, είπα και γύρισα προς το μέρος της και εκείνη έσφιξε τα χέρια της γύρω από το κορμί μου φέρνοντας με ακόμα πιο κοντά της.

- Με πολλά κέφια,  επιβεβαίωσε με βαθιά αισθησιακή φωνή καθώς σηκωνόταν στην μύτες των ποδιών της  για να με φιλήσει. Στην αρχή το φιλί της ήταν γλυκό και συνάμα αισθησιακό αλλά όσο το βάθυνε τόσο ένιωθα όλο μου το σώμα να καίγεται για άλλη μια φορά τόσο πολύ που ένιωθα τα πόδια μου να μην με βαστάνε άλλο.

- Δεν χρειαζόταν να σηκωθείς, θα έφερνα  το πρωινό στο κρεβάτι..., είπα με βαθιά δελεαστική φωνή με ελπίδα να γυρίσει στο κρεβάτι ώστε να κάνω την αρχική μου σκέψη πράξη αλλά μόλις παρατήρησα καλύτερα τι φορούσε όλες μου οι σκέψεις πήγανε περίπατο. Δεν φορούσε τίποτα άλλο  παρά μόνο το μισάνοιχτο μπλε πουκάμισο μου και τα μαλλιά της ήταν άλυτα πάνω στους ώμους της, πραγματικά ήταν μια οπτασία.

- Δε σε ένιωθα δίπλα μου και είπα να σηκωθώ, μου είπε χαμογελαστά.

- Και είπες να ρίξεις κάτι αέρινο επάνω σου, της είπα και μόλις της κράτησα το ένα της χέρι,  εκείνη έκανε μια περιστροφή γύρω από τον εαυτό της για να την κοιτάξω καλύτερα, όλα τα μέσα μου αμέσως ένιωσα να εκρήγνυνται. Χριστέ μου τι γυναικάρα είναι αυτή?

- Χμμ είναι βολικό, χαχα, είπε και γελάσαμε και οι δύο.

Δεν άντεξα, την έφερα πιο κοντά μου και την φίλησα. Εκείνη δεν μου αντιστάθηκε ούτε στο ελάχιστο, μπορεί να είχαν περάσει μόνο λίγες ώρες από την ώρα που κάναμε έρωτα αλλά την ήθελα απεγνωσμένα, μετά την αποψινή βραδιά δεν μπορώ να με φανταστώ μακριά της. Την  ανασήκωσα στην αγκαλιά μου και εκείνη παίρνοντας αμέσως το μήνυμα, πέρασε  τα πόδια της γύρω από την μέση μου. Χωρίς να αποχωρίζομαι τα υπέροχα χείλη της, την έβαλα να ακουμπήσει πάνω στο πάγκο, παραμερίζοντας το πρωινό που είχα φτιάξει. Τα χείλη μου άρχισαν να σέρνονται προς τα κάτω και αφού τοποθέτησα τα μαλλιά της από την άλλη μεριά, συνέχισα να σκορπάω φιλιά στον λαιμό της ενώ εκείνη είχε βάλει τα χέρια της μέσα στα μαλλιά μου και έβγαζε ηδονικούς αναστεναγμούς που σε έστελναν στον έβδομο ουρανό... Εκεί που κατέβασα την μια μεριά από το πουκάμισο για να φιλήσω αυτό το υπέροχο ώμο, χτύπησε το κουδούνι και μείναμε και οι δύο αγάλματα. Σήκωσα το πρόσωπο μου και κοίταξα την Μπέλλα, η οποία κυριολεχτικά είχε μείνει...

- Ποιος να είναι?,  ρώτησα απορημένος και συνάμα τρομοκρατημένος.

- Δεν ξέρω αλλά πρέπει να φύγω οπωσδήποτε για να μην με δουν, είπε και υπήρχε φόβος μέσα στα μάτια της.

- Ηρέμησε και όλα θα πάνε καλά, ανταπέδωσα με όση ψυχραιμία μου είχε απομείνει... Άφησα την Μπέλλα και πήγα στο σαλόνι για να δω ποιος είναι και από την κάμερα είδα την Τάνια εξαγριωμένη να περιμένει, Έτρεξα γρήγορα πίσω στην Μπέλλα...

- Ποιος είναι?, ρώτησε με αγωνία.

- Είναι η Τάνια, πήγαινε να κρυφτείς επάνω και θα προσπαθήσω να σε φυγαδέψω, είπα και βοηθώντας την, την κατέβασα από το πάγκο.

- Να μαζέψουμε τα ρούχα από το σαλόνι, μην ξεχνάς ότι εκεί τα αφήσαμε...

- Έχεις δίκιο, πάμε να τα μαζέψουμε και να ανέβεις επάνω γιατί σε λίγο θα γίνει επίμονη και θα νευριάσει. Με την ταχύτητα του φωτός τρέξαμε και οι δύο στο σαλόνι και μαζέψαμε γρήγορα όλα τα  ρούχα...

- Πήγαινε τώρα επάνω, είπα και η Μπέλλα άρχισε να ανεβαίνει τις σκάλες...

- Έντουαρντ, Έντουαρντ, φώναξε.

- Τι είναι?

- Την τσάντα και το παλτό μου...

- Α ναι, που είναι τώρα?, έλεγα τρομοκρατημένος και πήγαινα πάνω κάτω χωρίς σκοπό...

- Έντουαρντ στην κρεμάστρα, μου είπε και μου έδειξε και με το χέρι της.

- Ναι έχεις δίκιο, είπα και αφού τα πήρα στα χέρια μου της τα έδωσα και ανέβηκε επάνω…

- Άντε βρε Έντουαρντ άνοιξε… , φώναξε η Τάνια.

- Ναι τώρα, έρχομαι, είπα και αφού πήγα στην κουζίνα, έβρεξα λιγάκι τα μαλλιά μου για να δείξω ότι  και καλά ετοιμαζόμουν να κάνω μπάνιο, πήρα μια ανάσα και πήγα να ανοίξω...

- Άντε βρε Έντουρντ που ήσουν τόση ώρα?, ρώτησε νευριασμένη και μπήκε μέσα στο σπίτι.

- Συγγνώμη  ετοιμαζόμουν να κάνω ένα μπανάκι αλλά με πρόλαβες. Πώς είσαι? , ρώτησα ειδικά μετά τα χθεσινά που είχαν συμβεί μεταξύ μας.

- Γιατί ρωτάς με αυτό τον τρόπο?, ρώτησε παραξενεμένη ενώ κοιτούσε το χώρο γύρω της λες και καταλάβαινε ότι κάτι έχει συμβεί εδώ μέσα.

- Από ενδιαφέρον βρε αγάπη μου, αμάν όλα ύποπτα σου φαίνονται το τελευταίο καιρό, είπα ήρεμα.

- Εμένα δεν μου φαίνονται ύποπτα, εσύ φέρεσαι ύποπτα τον τελευταίο καιρό, είπε και με κοίταξε με ένα περίεργο ύφος.

- Νομίζω ότι παραλογίζεσαι αγάπη μου, είπα και πήγα να καθίσω για να φανώ ψύχραιμος και άνετος και όπως κάθισα, από κάτω ακριβώς βρισκόταν το εσώρουχο της Μπέλλας και για κάποια στιγμή τα έπαιξα. Όπως το πέταξα χθες, δεν υπολόγισα που πήγε. Αφού πήρα μια ανάσα, ανακάθισα καλύτερα για να μην το δει.

- Δεν παραλογίζομαι καθόλου, είσαι καλά?, με ρώτησε καθώς με έβλεπε κάπως. Απόλυτα φυσικό αφού προσπαθούσα να μην κάνω ούτε μια κίνηση για να μην το δει.

- Ναι καλά είμαι, απλά σηκώθηκα κάπως, κατά άλλα όλα καλά, είπα αδιάφορα...

- Σίγουρα είσαι καλά? Μήπως θέλεις να σου φέρω κάτι?

- Όχι είμαι εντάξει, είπα όσο πιο πειστικά μπορούσα.

- Τέλος πάντων, σχετικά με χθες...

- Χθες ήταν μια άσχημη στιγμή, δεν θέλω να την θυμόμαστε, εντάξει?

- Ίσως φταίω και εγώ, δεν σε έχω συνηθίσει σε τέτοια και  μπορεί να σου ήρθε ξαφνικό, είπε προσπαθώντας να δικαιολογήσει την κατάσταση.

- Άστο αφήσουμε καλύτερα, ότι έγινε έγινε, της ανταπέδωσα γλυκά.

- Έχεις δίκιο ότι έγινε έγινε, είπε και ήρθε και κάθισε πάνω στα πόδια μου, ενώ πέρασε το ένα χέρι της γύρω από τον αυχένα μου και το άλλο το ακουμπούσε πάνω στο στέρνο μου. Τα χείλη της πλησίασαν τα δικά μου και εγώ απλά ήμουν δέσμιος όλων αυτών. Καθώς φιλιόμασταν, ξαφνικά είδα με την άκρη των ματιών μου την Μπέλλα στις σκάλες που με κοιτούσε με ένα βλοσυρό βλέμμα, σαν να μου έλεγε ότι θα το πληρώσω όλο αυτό. Όσο πιο αθόρυβα γινόταν κατέβηκε τις σκάλες, άνοιξε την πόρτα και έφυγε. Αμέσως ένιωσα μια ανακούφιση, τουλάχιστον δεν θα την ανακάλυπτε. Η Τάνια απομάκρυνε τα χείλη της και ένα γλυκό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο της, που οποιοδήποτε άλλον άντρα εκτός από εμένα, αυτήν την στιγμή θα τον συγκινούσε.

- Με αγαπάς?, με ρώτησε και ένιωσα ένα ρίγος να με διαπερνά και οι τύψεις να με χτυπούν ανελέητα. Τι να της έλεγα, ξέρεις δεν σε αγαπώ, έπεσα μέσα στην ίδια μου την παγίδα και είμαι ερωτευμένος με το δόλωμα μου. Πώς θα μπορούσα να της πω κάτι τέτοιο? Πως μπορώ να την πληγώσω με αυτό τον τρόπο? Κάποια στιγμή πρέπει να της μιλήσω, αλλά αν τελικά δεν πρέπει και όλο αυτό που νιώθω για την Μπέλλα είναι μεγάλο λάθος που έχει γυρισμό ή δεν έχει?

- Και βέβαια σε αγαπώ ματάκια μου, της είπα γλυκά και με το χαμόγελο που ήξερα πολύ καλά πως τρελαινόταν για να μπορέσω να την πείσω.

- Και εγώ σε αγαπώ, δεν μπορείς να φανταστείς πόσο?, μου ανταπέδωσε και με ξαναφίλησε και εκείνη την στιγμή ένας  ένα πόνος στο στήθος μου ήρθε να με διαλύσει. Αυτή η καταπληκτική γυναίκα με αγαπάει και εγώ την κοροϊδεύω, την κοροϊδεύω με το χειρότερο τρόπο!!!!

- Ματάκια μου έχω αργήσει για την δουλειά, θα τα πούμε το βράδυ?, με ρώτησε και δεν ήξερα τι να απαντήσω. Την είχα καιρό την Τάνια μακριά μου και δεν μπορώ να συνεχίσω έτσι.

- Ναι οκ, πέρνα από εδώ, είπα για να μην της δώσω και άλλα δικαιώματα.

- Οκ θα τα πούμε το βράδυ, είπε και αφού μου έδωσε ένα φιλί, έφυγε. Μόλις έφυγε προσπάθησα να ηρεμήσω και να βάλω τις σκέψεις μου σε μια σειρά όσο αυτό ήταν δυνατόν.

Έπρεπε να σκεφτώ τι θα κάνω τελικά, θα τα πω όλα στον Καρλάιλ και θα παντρευτώ την Τάνια ή θα συνεχίσω έτσι κοροϊδεύοντας τους πάντες και τα πάντα? Άνοιξα το κινητό μου και πήρα την Μπέλλα αλλά δεν το σήκωνε. Το έκλεισα και την ξαναπήρα αλλά τίποτα!! Αυτό μου έλειπε τώρα να έχει θυμώσει και η Μπέλλα, δεν ξέρω αν μπορώ να το αντέξω και αυτό! Έκανα άλλη μια προσπάθεια, αλλά τίποτα. Που να σε πάρει Μπέλλα, σήκωσε το!! Σηκώθηκα και όπως γύρισα, είδα το κόκκινο εσώρουχο της και ήρθαν στο μυαλό μου όλες οι εικόνες από την χθεσινή μας περιπέτεια και μια αναστάτωση ήρθε και με διέλυσε! Τι έκανα?

Δεν άντεχα άλλο μέσα στο σπίτι, ένιωθα να με πνίγει. Πήρα τηλέφωνο στην εταιρεία ότι θα αργήσω και έτσι φόρεσα ένα φούτερ, τα αθλητικά μου, πήρα το mb3 μου και άρχισα να τρέχω μήπως και πάρω λίγο αέρα και ξεκαθαρίσουν λιγάκι οι σκέψεις μου, δεν άντεχα άλλο!! Αφού έτρεξα αρκετά χιλιόμετρα, γύρισα σπίτι. Η βόλτα όχι μόνο δεν μου έκανε καλό, αλλά αντιθέτως η εικόνα της Μπέλλας να μου λέει «σ’αγαπώ» εμφανιζόταν συνέχεια μπροστά μου και μου θόλωνε το μυαλό. Είδα το κινητό αλλά δεν υπήρχε κανένα μήνυμα και καμιά κλήση. Την ξαναπήρα τηλέφωνο και αυτή την φορά όχι μόνο δεν το σήκωνε, αλλά το είχε και κλειστό. Γαμώτο σου Μπέλλα, δεν θα σε συναντήσω αύριο στην δεξίωση, θα σε συναντήσω και τότε θα τα πούμε!!

Επόμενη ημέρα…

Εδώ και δύο μέρες δεν είχα καμιά επικοινωνία με την Μπέλλα, λες και το έκανε επίτηδες. Σήμερα όμως θα την συναντούσα, δεν μπορούσε να το αποφύγει. Είναι η ετήσια φιλανθρωπία που κάνει η εταιρεία μας για τα παιδιά με καρκίνο και οπωσδήποτε θα συνοδέψει τον Καρλάιλ.

Πέρασα και πήρα την Τάνια από το σπίτι της, η οποία πραγματικά ήταν πολύ όμορφη μέσα στην μαύρη τουαλέτα της, αλλά δεν μπορούσα να δώσω και πολύ σημασία, το μυαλό μου ήταν κολλημένο στην Μπέλλα, ήταν αναγκαίο να της μιλήσω με κάθε τρόπο. Όταν φτάσαμε στο χώρο όπου γινόταν η δεξίωση, ένας ολόκληρος σμήνος από δημοσιογράφους ήταν εκεί και περίμεναν να μας φωτογραφήσουν και να βγάλουν κάποιο λαυράκι, δεν τους άντεχα ούτε στο ελάχιστο! Ευτυχώς τους πέρασα με σχετική ευκολία με το τυπικό «Σας ευχαριστώ που βρίσκεστε εδώ και μας τιμάτε», και μαζί με την Τάνια μπήκαμε μέσα.

Στη δεξίωση είχαν καταφθάσει πολλοί επιχειρηματίες, μεγαλοκαρχαρίες όπως τους λέω εγώ και πολλοί άλλοι! Μίλησα με πολλούς από αυτούς και η Τάνια λόγω της οικογένειας της ήταν πολλή γνωστή και την σεβόντουσαν και έτσι έπαιρνε και αυτή μέρος στις συζητήσεις μας. Ένα από τα πολλά προσόντα της Τάνιας ήταν η εξυπνάδα της και η ικανότητα της στην δουλεία της, ειλικρινά την σεβόμουν και την θαύμαζα για αυτό. Καθώς μιλούσαμε με έναν μεγαλοεπιχειρηματία και συνεργάτη στην εταιρεία, ξαφνικά μέσα στην αίθουσα μπήκαν ο Καρλάιλ αγκαζέ με την Μπέλλα και έμεινα εκστασιασμένος από το θέαμα. Η Μπέλλα έλαμπε μέσα στην κατακόκκινη τουαλέτα της και ήταν τόσο εκθαμβωτική, που αν την δεν την είχα δει εκείνο το πρωινό στην αγκαλιά μου στην κουζίνα, θα έλεγα ότι τόσο λαμπερή δεν πρέπει να έχει υπάρξει ποτέ ξανά. Όλοι οι άντρες που υπήρχαν στο χώρο την κοιτούσα λαίμαργα και δεν μπορούσα να τους αδικήσω, η Μπέλλα ήταν τόσο μα τόσο όμορφη. Η Τάνια δίπλα μου ξερόβηξε και αμέσως πήρα τα μάτια μου από πάνω της.

- Το χε, δε το χε, πάλι τράβηξε όλα τα βλέμματα επάνω της, είπε ειρωνικά η Τάνια και ένιωσα ένα τσίμπημα να με προσπέρνα.

- Αγάπη μου να είσαι σίγουρη ότι δεν έχεις τίποτα να ζηλέψεις από αυτήν, είπα για να την ηρεμήσω και να την κάνω να νιώσει όμορφα.

- Ευτυχώς που έχω και εσένα, μου είπε και με φίλησε και είδα την Μπέλλα που μας κοιτούσε και δεν ξέρω τον λόγο αλλά ένιωσα καλά, που την έκανα να ζηλέψει. Την έκανα να νιώσει όπως νιώθω εγώ όταν την βλέπω με τον Καρλάιλ. Παίζαμε στο ίδιο ρινγκ και δεν ξέρω ποιος από τους δύο θα βγει σώος από όλο αυτό. Αφού αποχωρίστηκαν τα χείλη μας, είδα ότι ο Καρλάιλ με τη Μπέλλα ερχόντουσαν προς το μέρος μας. Πόσο ήθελα να γελάσω με όλη αυτή την κωμωδία που διαδραματιζόταν, τα δυο ζευγάρια θα τα πουν σαν να μην τρέχει τίποτα.

- Έντουαρντ, Τάνια, ήρθαμε και εμείς, είπε ο Καρλάιλ μέσα στην καλή χαρά...

- Καλώς ήρθατε Καρλάιλ, Μπέλλα γοητευμένος, είπα και της φίλησα το χέρι ενώ την κοιτούσα στα μάτια. Το πιο σαγηνευτικό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο της που κυριολεχτικά σε έκανε απλά να υποκλιθείς μπροστά της.

- Σε ευχαριστώ πολύ Έντουαρντ, απάντησε ενώ τράβηξε απαλά το χέρι της από τα χείλη μου γιατί ήξερα, ήμουν σίγουρος για αυτό, ότι δεν μπορεί να μου αντισταθεί.

- Λοιπόν πώς σας φαίνεται, τι λες Έντουαρντ θα μαζέψουμε αρκετά λεφτά φέτος?, ρώτησε με μια περιέργεια ο Καρλάιλ...

- Οπωσδήποτε άλλωστε έχουν μαζευτεί πολλοί μεγαλοκαρχαρίες, που θέλουν να σκορπίσουν τα άχρηστα λεφτά τους για τα μάτια του κόσμου, ώστε να το παίξουν φιλάνθρωποι,  είπα ειρωνικά...

- Έντουαρντ ντροπή, άλλωστε και εγώ την ίδια δουλειά κάνω.

- Μην συγκρίνουμε ανόμοια πράγματα Καρλάιλ, είπα και το εννοούσα αυτό που έλεγα. Ο Καρλάιλ έφτασε εδώ που έφτασε τίμια και πατώντας στα σωστά βήματα, αντίθετα με κάποιους άλλους εδώ μέσα που είχαν πατήσει επί πτωμάτων.

- Υπερβάλλεις νομίζω, τέλος πάντων πάω να μιλήσω σε κάποιους γνωστούς μου και θα τα πούμε σε λίγο...

- Εντάξει Καρλάιλ, τα λέμε σε λίγο, είπα και απομακρύνθηκαν από κοντά μας. Έπρεπε να βρω έναν τρόπο να μιλήσω στην Μπέλλα, αλλά πώς θα μείνουμε μόνοι μας εδώ μέσα, είναι γεμάτο αδιάκριτα βλέμματα. Ένα μάτι να μας πάρει και μετά χαθήκαμε.

Μετά από λίγο...

Η Τάνια μιλούσε με κάποιες γνωστές της και εγώ με κάποιους συνεργάτες από την εταιρεία. Με την Μπέλλα ρίχναμε ματιές ο ένας στον άλλον, αλλά κανένας από τους δύο δεν μπορούσε να κουνήσει βήμα. Κάποια στιγμή την βλέπω που απομακρύνεται από τον Καρλάιλ και πήγαινε προς το μπάνιο. Αυτή ήταν η ευκαιρία, τώρα που ο Καρλάιλ και η Τάνια που είναι απασχολημένοι, θα μπορούσα να της μιλήσω.

- Με συγχωρείτε, είπα στους συνεργάτες που μιλούσα και κατευθύνθηκα προς το μπάνιο. Αφού πρώτα έλεγξα ότι δεν με βλέπει κανένας, μπήκα μέσα… Πήγα στις γυναικείες τουαλέτες και την είδα μέσα να κοιτιέται στο καθρέπτη και να παίρνει ανάσες για να ηρεμήσει. Ευτυχώς όλες οι πόρτες του μπάνιου ήταν ανοιχτές, άρα ήταν ελεύθερο το πεδίο.

- Τι γίνεται λοιπόν Κυρία Κάλλεν, γιατί δεν μας απαντάτε στα τηλέφωνα?, ρώτησα ειρωνικά. Μόλις με αντιλήφθηκε, γύρισε το πρόσωπο της  προς το μέρος μου, έδειχνε τρομοκρατημένη.

- Έντοουαρντ τι θέλεις εδώ?, είπε εξαγριωμένη.

- Σε ρώτησα κάτι και δεν μου απαντάς, επέμενα εγώ.

- Και εγώ σε ρώτησα κάτι και δεν μου απαντάς, αντιγύρισε.

- Μπέλλα πες μου αμέσως γιατί δεν μας βλέπω καλά...

- Μπα, μπα, να και οι απειλές. Άκου να δεις αυτά όχι σε εμένα, αλλά στην μπουμπούκα σου που σε περιμένει έξω, είπε και άρχισε να πουδράρεται για να μην με κοιτά.

- Ώστε αυτό είναι το πρόβλημα σου? Η Τάνια?

- Δικό σου το πρόβλημα, εμένα έπαψε να είναι από προχθές που σας είδα σαν ερωτευμένο ζευγαράκι να φιλιέστε πάνω στο καναπέ. Αχού μωρέ τι ρομαντικό που ήταν?!, ειρωνεύτηκε.

- Ξέρεις ότι είναι η κοπέλα μου, εγώ νομίζεις ότι αισθάνομαι καλύτερα όταν σε βλέπω να είσαι μέσα στις γλύκες με τον Καρλάιλ? Την ρώτησα αλλά δεν μου έδωσε καμία σημασία και αυτό με εξαγρίωσε ακόμα περισσότερο...

- Γαμώτο σου Μπέλλα, εγώ νομίζεις ότι αισθάνομαι καλυτέρα?, της είπα φωναχτά ενώ την έπιασα από το μπράτσο και την γύρισα προς το μέρος μου...

- Με πονάς, είπε μέσα από τα δόντια της, αλλά εγώ δεν πτοήθηκα καθόλου.

- Δεν μου απαντάς, εδώ και δυο μέρες έχω τρελαθεί που δεν απαντάς, της είπα ειλικρινά.

- Ζήλεψα και πολύ μάλιστα, παραδέχτηκε ενώ χαμήλωσε το κεφάλι της προς τα κάτω...

- Αγάπη μου ξέρεις πόσο σε αγαπώ, αλλά είμαστε με άλλους όσο και να μας πονάει αυτό. Νομίζεις ότι είναι για εμένα ευχάριστο να φιλάω κάποια άλλη γυναίκα εκτός από εσένα?

- Δεν είναι?, ρώτησε δύσπιστα.

- Καθόλου ματάκια μου, της  το επιβεβαίωσα και την έφερα τόσο κοντά μου που τα χείλη μας ήταν σε απόσταση αναπνοής. Ήταν ανώφελο να το αποφεύγουμε, τα χείλη μας ενώθηκαν και αμέσως ένοιωθα μια φωτιά να διαπερνά όλο μου το κορμί.

- Μου έλειψες...

- Και εμένα όσο δεν φαντάζεσαι, μου είπε και με φίλησε ακόμα πιο έντονα και σιγά σιγά άρχισα να χάνω την γη κάτω από τα πόδια. Την σήκωσα στην αγκαλιά μου και εκείνη αφού τύλιξε τα πόδια της γύρω από την μέση μου και μάγκωσε τα χέρια της μέσα στα μαλλιά μου, μπήκαμε μέσα σε μια τουαλέτα και αφού έκλεισα την πόρτα δυνατά, την στρίμωξα πάνω στη πόρτα.

- Σε θέλω, κάνε με δική σου, είπε με αισθησιακό και επιτακτικό τρόπο συνάμα και εγώ απλά ήμουν υπηρέτης στη θέληση της.

Την ανασήκωσα λίγο πιο ψηλά και αφού ξεκούμπωσα το παντελόνι μου και το κατέβασα πιο χαμηλά, παραμέρισα το εσώρουχο της και μπήκα μέσα της χωρίς να με νοιάζει τίποτα άλλο. Αμέσως ένιωσα μια λύτρωση που βρέθηκα μέσα της και όλο μου το σώμα παραδόθηκε σε εκείνη. Οι ωθήσεις μου ήταν βαθιές και γρήγορες προσπαθώντας να βγάλω ότι με έπνιγε, ενώ οι αναστεναγμοί της Μπέλλας και τα φιλιά της με έστελναν  στον άλλο κόσμο. Δεν μπορούσα άλλο ένιωθα κάθε σημείο επάνω μου να φωνάζει «Μπέλλα» και να την θέλει  απελπισμένα. Έτσι έκανα τις ωθήσεις μου και άλλο πιο βαθιές και πιο αργές χτυπώντας στο τέρμα της ενώ η Μπέλλα τεντωνόταν και το κορμί της τρανταζόταν ολόκληρο. Η Μπέλλα δεν άντεξε άλλο και ελευθέρωσε ότι την έπνιγε και μετά από λίγο τελείωσα και εγώ βγάζοντας έναν αναστεναγμό. Καθώς προσπαθούσαμε να ξαναβρούμε τις ανάσες μας, ξαφνικά ακούσαμε φωνές και μείναμε κοκαλωμένοι. Έκανα νόημα στην Μπέλλα να κάνει ησυχία μέχρι να φύγουν, αλλά για κακή μας τύχη ήταν δυο καρακάξες είχαν πιάσει το κουτσομπολιό και μάλιστα μιλούσαν για την Μπέλλα. Έκανα νόημα στην Μπέλλα να βγει πρώτη και μετά θα έβρισκα τρόπο να βγω. Αφού συναίνεσε, την άφησα απαλά από την αγκαλιά μου και μόλις έστρωσε  το φόρεμα της και τα μαλλιά της , μου έδωσε ακόμα ένα φιλί και βγήκε όσο πιο προσεχτικά  γινόταν για να μην φανώ.

- Χρυσές μου τι μου κάνετε?, είπε η Μπέλλα και είμαι σίγουρη ότι οι άλλες έμειναν άναυδες βλέποντας την. Εγώ καθώς μιλούσαν  ταχτοποίησα τα ρούχα μου και περίμενα μέχρι να φύγουν.

- Μια χαρά είμαστε, εσύ? Λαμπερή όπως πάντα.., είπε η μια.

- Να σαι καλά χρυσή μου. Πώς σας φαίνεται η δεξίωση?

- Εκπληκτική όπως πάντα...

- Χαίρομαι, τι λέτε να πάμε προς τα έξω σιγά σιγά, θα ξεκινήσουν οι προσφορές...

- Ναι πάμε, είπαν και οι δύο και μετά από λίγο άκουσα μια πόρτα να κλείνει.

Αφού άνοιξα την πόρτα και έλεγξα αν υπήρχε κανένας άλλος μέσα, βγήκα έξω. Ευτυχώς που υπήρχε μια κοινή πόρτα και για τους άντρες και για τις γυναίκες και έτσι κανένας δεν θα μπορούσε να υποψιαστεί από πού βγαίνω. Καθώς βγήκα έξω, πήγα προς το μπαρ να πάρω ένα ποτό για να ηρεμήσω.

- Μια βότκα λεμόνι παρακαλώ, είπα και είδα την Τάνια που κατευθυνόταν προς εμένα. Ωχ έχει γούστο να κατάλαβε!

- Άντε αγάπη μου που ήσουν τόση ώρα...?

- Στο μπάνιο αγάπη μου, που ήθελες να ήμουν?

- Τέλος πάντων έλα, ξεκινάνε οι προσφορές...

- Καλά πήγαινε και μόλις μου φέρουν το ποτό μου έρχομαι και εγώ...

- Οκ, είπε και έφυγε.

- Ορίστε το ποτό σας..., είπε ο μπάρμαν και μου το πρόσφερε.

- Σε ευχαριστώ πολύ, είπα, πήρα το ποτό και πήγα να φύγω.
.
- Συγγνώμη κύριε, είσαστε ο κύριος Μέισεν?, ρώτησε και αμέσως παραξενεύτηκα.

- Ναι γιατί ρωτάς?

- Μια κυρία άφησε αυτό για εσάς..., είπε και μου έδωσε ένα χαρτάκι προσεχτικά χωρίς να αντιληφθεί κανένας την κίνηση του.

- Σε ευχαριστώ πολύ, είπα και έφυγα. Πήγα λίγο πιο κάτω και άνοιξα το χαρτάκι. «Να με περιμένεις το βράδυ στο σπίτι, θα σου έχω μια έκπληξη... Σε αγαπώ πολύ, η γυναίκα με τα κόκκινα και από κάτω είχε το αποτύπωμα το χειλιών της με το κόκκινο κραγιόν» Αυτή η γυναίκα θα με πεθάνει, αυτό είναι το μόνο σίγουρο!!